Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

ΗΠΑ - ΕΕ - ΡΩΣΙΑ Εκατέρωθεν απειλές κυρώσεων με αφορμή την παρέμβαση και την κρίση στην Ουκρανία

 

Η Εμπορική και επενδυτική συνεργασία μεταξύ Ρωσίας - Δύσης εκατοντάδων δισ. ευρώ αποτελεί παράγοντα που οξύνει επικίνδυνα την αναμεταξύ τους αντιπαράθεση

 

Ετοιμοι να προβούν σε κυρώσεις έναντι της Ρωσίας δηλώνουν ΕΕ και ΗΠΑ, καθώς η σκληρή σύγκρουση που διεξάγουν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στην Ουκρανία εντείνεται. Την ίδια στιγμή, η ρωσική πλευρά φαίνεται έτοιμη να αντιμετωπίσει τις όποιες κινήσεις των ΗΠΑ - ΕΕ, προτάσσοντας τη στενή οικονομική σχέση που έχει αναπτυχθεί μεταξύ τους τα τελευταία χρόνια και τις αρνητικές συνέπειες που θα προκληθούν σε όλες τις πλευρές. Σε επίπεδο επίσημων και ανεπίσημων δηλώσεων γίνεται ένα ιδιαίτερα σκληρό παιχνίδι - που ολοένα και πιο γρήγορα παύει να μοιάζει με σκάκι και θυμίζει περισσότερο πόκερ - προπαγάνδας με την κάθε πλευρά να προειδοποιεί την άλλη για το ποιος έχει να χάσει τα περισσότερα.

Συντονισμένες ήταν οι απειλητικές δηλώσεις ηγετών από την Α. Μέρκελ μέχρι τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπ. Ομπάμα. Η Γερμανίδα καγκελάριος είπε την περασμένη Παρασκευή ότι η Ρωσία ρισκάρει να δεχτεί τεράστια πολιτική και οικονομική ζημιά, εξαιτίας της στάσης που τηρεί έναντι της Ουκρανίας, όταν μία μέρα νωρίτερα δήλωνε στο ίδιο ύφος ότι ένας γύρος κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας είναι αναπόφευκτος εάν η διακυβέρνηση Πούτιν δεν κάνει τα απαραίτητα βήματα για να μειωθεί η ένταση. Εξίσου απειλητικός και ο Αμερικανός Πρόεδρος που μετά τη συνάντηση που πραγματοποίησε με τον Ουκρανό πρωθυπουργό Αρ. Γιάτσενιουκ δήλωσε ότι εάν η Ρωσία δεν αλλάξει στάση η διεθνής κοινότητα θα αναγκαστεί να ανταποδώσει.

Ετσι, σε ανάλυση του «Bloomberg» την περασμένη Παρασκευή επισημαίνονται οι σφοδρές επιπτώσεις που θα επιφέρουν στη ρώσικη οικονομία ενδεχόμενο πάγωμα ρωσικών καταθέσεων σε δυτικές τράπεζες αλλά και πάγωμα δανείων προς τις ρωσικές επιχειρήσεις. Αναφέρει επίσης ότι εάν η Ρωσία απαντήσει στις κυρώσεις με κυρώσεις, θα προκαλούσε μεγάλη ζημιά στη δική της οικονομία καθώς θα την έφερνε τουλάχιστον μια δεκαετία πίσω.

Στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται ότι το Κρεμλίνο βρίσκεται σε διαβουλεύσεις με επιχειρηματίες και στελέχη κρατικών εταιρειών σε σχέση με τον πραγματικό κίνδυνο που διατρέχει η ρωσική οικονομία και επικαλούμενο ανώνυμες δηλώσεις ορισμένων από τους συμμετέχοντες στις διαβουλεύσεις λέει ότι μέχρι στιγμής «οι επιχειρήσεις δεν δείχνουν να ανησυχούν ιδιαίτερα» καθώς η ΕΕ, η Ουκρανία και η Ρωσία είναι οικονομικά αλληλοεξαρτώμενες από πολλές απόψεις, οπότε οποιοδήποτε μέτρο που θα πλήττει αυτή τη σχέση θα αποβεί επιβλαβές για όλες τις πλευρές...

Μέχρι στιγμής, η ΕΕ ετοιμάζει μία διαδικασία κυρώσεων που θα ξεδιπλωθεί σε τρία διαδοχικά βήματα, ξεκινώντας από την αναστολή των διαπραγματεύσεων για τον περιορισμό των εμπορικών φραγμών ανάμεσα στις δύο οικονομίες και του καθεστώτος έκδοσης βίζας προς τους Ρώσους πολίτες, το δεύτερο περιλαμβάνει πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και το τρίτο «πρόσθετες και εκτεταμένες» συνέπειες, δίχως περαιτέρω διευκρινίσεις.

Τεράστιες εμπορικές, και όχι μόνο, συναλλαγές

Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ, η συνολική αξία των εμπορευματικών συναλλαγών σε προϊόντα μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας ανήλθε το 2013 σε 38,1 δισ. δολάρια, με τις εξαγωγές των ΗΠΑ να φτάνουν τα 11,26 δισ. δολάρια και τις εισαγωγές από τη Ρωσία τα 26,96 δισ. από τα οποία τα 19 δισ. αφορούν πετρέλαιο και άλλα πετρελαϊκά προϊόντα. Με δηλώσεις του στο «Reuters» ο Αλ. Ροντζιάνκο, πρόεδρος του αμερικανικού γραφείου εμπορίου στη Ρωσία, χαρακτήρισε εξαιρετικά δύσκολο να αποκοπούν οι εμπορικές ροές της Ρωσίας προς τον υπόλοιπο κόσμο, με δεδομένο τις μεγάλες ποσότητες, πετρελαίου, φυσικού αερίου και πρώτων υλών που η Ρωσία εξάγει παγκοσμίως.

Παράλληλα, οι εξαγωγές αγαθών της ΕΕ στη Ρωσία έφτασαν το 2012 τα 123 δισ. ευρώ με τις εισαγωγές από τη Ρωσία το ίδιο έτος να φτάνουν τα 213 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας. Οι εισαγωγές ρωσικών ενεργειακών προϊόντων αντιπροσωπεύουν πάνω από τα 3/4 της συνολικής αξίας τους, καθώς το ίδιο έτος έφτασαν τα 163 δισ. ευρώ, όταν αντίστοιχα οι εξαγωγές ευρωπαϊκών βιομηχανικών αγαθών προς τη Ρωσία αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής αξίας των εξαγωγών, αφού το 2012 έφτασαν τα 108 δισ. ευρώ. Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς προς τη Ρωσία είναι η Γερμανία με συνολική αξία 37,9 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί στο 31% των συνολικών ευρωπαϊκών εξαγωγών, η Ιταλία (10 δισ. ευρώ ή 8%) και η Γαλλία (9,1 δισ. ή 7%).

Την ίδια στιγμή, τεράστια κεφάλαια έχουν επενδύσει άμεσα αμερικανικές πολυεθνικές στο έδαφος της Ρωσίας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ανάμεσά τους η «Boeing», η «Ford», η «General Motors», η «ExxonMobil», κ.ά. Η «Boeing» προμηθεύεται περίπου το 35% των ετήσιων αναγκών της σε τιτάνιο από την κρατική ρωσική εταιρεία «Rostec» με την εταιρεία να έχει έτοιμο επενδυτικό πλάνο στη ρωσική αγορά για τα επόμενα χρόνια αξίας περίπου 27 δισ. δολαρίων. Εκπρόσωπος της εταιρείας με έδρα το Σικάγο δήλωσε την περασμένη βδομάδα ότι η επιχείρηση παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην περιοχή και μελετά τις ενδεχόμενες επιπτώσεις που μπορεί να υπάρξουν στο επενδυτικό της πρόγραμμα. Η «Ford» το 2013 πούλησε στη ρωσική αγορά 105.000 αυτοκίνητα, ενώ η «General Motors» σχεδόν 258.000, όταν και οι δύο εταιρείες μεταφέρουν σταδιακά την παραγωγή τους σε εργοστάσια στη Ρωσία, η οποία, σύμφωνα με τις προβλέψεις τους, θα αποτελεί τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτου μέχρι το 2016.

Την ίδια στιγμή, η ExxonMobil έχει ξεκινήσει κοινό επενδυτικό πρόγραμμα με τη ρώσικη κρατική εταιρεία «Rosneft» διεξάγοντας έρευνες για την ανεύρεση πετρελαϊκών κοιτασμάτων στο Μπαζενόφ της δ. Σιβηρίας - οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις είναι ότι η αξία τους μπορεί να φτάνει ακόμη και τα 500 δισ. δολάρια - ενώ στην ίδια περιοχή, η «ExxonMobil» σχεδιάζει την κατασκευή σταθμού υγροποίησης φυσικού αερίου αξίας 15 δισ. δολαρίων.

Ευρωπαϊκή εξάρτηση από τη ρωσική Ενέργεια

Ενα από τα βασικά ζητήματα που θα απασχολήσει το Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ στις 20 και 21 Μάρτη αποτελεί η ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από τις ρωσικές εισαγωγές, καθώς όπως επισημαίνουν εδώ και πολύ καιρό μια σειρά αναλύσεις και δημόσιες τοποθετήσεις ευρωπαϊκών πολιτικών και στελεχών επιχειρήσεων η ΕΕ αγοράζει περισσότερο φυσικό αέριο από όσο διαθέτει η ίδια για την κάλυψη των αναγκών της και θα πρέπει πολύ σύντομα να βρει κι άλλους προμηθευτές. Οπως αναφέρει σχέδιο τελικού ανακοινωθέντος του Συμβουλίου «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκφράζει την ανησυχία του για τη μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ, κυρίως σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο και καλεί σε εντατικές προσπάθειες για τη μείωσή της».

Στην ετήσια στατιστική έκθεση της «BP» «World Energy 2013» δίνεται μια καταγραφή των ευρωπαϊκών εισαγωγών φυσικού αερίου, όπου το 35% προέρχεται από τη Νορβηγία, το 34% από τη Ρωσία, το 14% από την Αλγερία, το 10% από το Κατάρ και το υπόλοιπο 8% καλύπτεται από άλλες πηγές (Νιγηρία, Λιβύη, Αίγυπτος κ.ά.). Ειδικότερα σημειώνεται ότι από τα 11 τρισ. κυβικά πόδια φυσικού αερίου που εισήγαγε το 2012 η ΕΕ, το 81% προέρχεται μέσω αγωγών και το 19% μέσω φορτίων υγροποιημένου φυσικού αερίου. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ Βουλγαρία, Σλοβακία, Φινλανδία και Πολωνία προμηθεύονται φυσικό αέριο αποκλειστικά από τη Ρωσία, ακολουθεί η Ουγγαρία που καλύπτει τις ανάγκες κατά 70% με ρώσικο φυσικό αέριο, η Ελλάδα με 54% και η Γερμανία με 39%, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 31%.

Η ευρωπαϊκή «ενεργειακή ανεξαρτησία» και η «διαφοροποίηση» των προμηθευτών της, είναι κάτι που τα τελευταία χρόνια απασχολεί έντονα και τις ΗΠΑ. Πρόσφατα, Αμερικανοί παράγοντες έχουν εκφράσει έντονη επιθυμία να προμηθεύσουν την αγορά της ΕΕ με υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) σε περίπτωση που προκύψει έλλειψη εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης. Πάντως, πρόσφατη ανάλυση του αμερικανικού «think tank» «Foreign Affairs» επισημαίνεται ότι μία τέτοια προοπτική δεν μπορεί να αποδώσει άμεσα τα αναμενόμενα αποτελέσματα, στην κατεύθυνση απεξάρτησης της ΕΕ από τη ρωσική Ενέργεια. Οπως αναφέρει, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε οποιαδήποτε διακύμανση της ροής φυσικού αερίου από τη Ρωσία καθώς δεν μπορούν εύκολα να βρουν άλλες πηγές προμήθειας. Ιδιαίτερα εκείνες που δεν έχουν θαλάσσιες διεξόδους ή υποδομές για την υποδοχή φορτίων LNG από τις ΗΠΑ.

Επίσης σημειώνει, σήμερα η ΕΕ δεν διαθέτει ένα ενοποιημένο σύστημα αγωγών διανομής φυσικού αερίου και επίσης ακόμη και αν το αμερικανικό LNG μπορούσε να φτάσει με κάποιο τρόπο στην Ανατολική Ευρώπη, οι περισσότερες χώρες της περιοχής δε θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στο πολύ υψηλό κόστος του. Πρέπει να σημειώσουμε ότι το φυσικό αέριο μετά την υγροποίηση, τη μεταφορά και την επαναεριοποίηση θα κοστίζει τουλάχιστον τα διπλάσια από το ρώσικο αέριο που οι ευρωπαϊκές αγορές προμηθεύονται σήμερα μέσω των υπαρχόντων αγωγών. Θα πρέπει επίσης να υπολογιστεί ότι ήδη οι τιμές του ρωσικού φυσικού αερίου είναι πολύ υψηλές για μια σειρά χώρες της περιοχής. «Με άλλα λόγια το LNG από τις ΗΠΑ δεν αποτελεί πραγματικά ανταγωνιστικό προϊόν του ρωσικού φυσικού αερίου», τονίζεται στην ανάλυση.

Να σημειώσουμε ακόμη ότι η λειτουργία του «Νότιου Διαδρόμου», - ο αγωγός που ξεκινά από τα κοιτάσματα του «Shah Deniz» στο Αζερμπαϊτζάν και καταλήγει στην Ιταλία διασχίζοντας επτά διαφορετικά κράτη, μεταξύ αυτών και τη χώρα μας - μόνο μακροπρόθεσμα μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της ΕΕ. Και μόνο στην περίπτωση που στη συγκεκριμένη περιοχή υπάρχουν οι ποσότητες φυσικού αερίου που πιθανολογούνται.