Είναι απανωτές οι εξετάσεις που δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ καταβάλλοντας αγωνιώδεις προσπάθειες, για να αποδειχτεί καλύτερος διαχειριστής για τα συμφέροντα του κεφαλαίου, ικανότερος στον αποπροσανατολισμό και τη χειραγώγηση των εργαζομένων και του λαού. Οι υποσχέσεις του προς το κεφάλαιο είναι σαφείς, την ίδια στιγμή που επενδύει στις χαμηλές απαιτήσεις που έχουν διαμορφωθεί στους εργαζόμενους σε συνθήκες κρίσης για να κερδίσει την υποστήριξή τους με ψίχουλα που δεν ανατρέπουν τις σημερινές συνθήκες ζωής τους. Τα όσα εκτυλίχθηκαν το τελευταίο διάστημα, με το στίγμα να δίνουν οι εξαγγελίες του Αλ. Τσίπρα από τη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, είναι χαρακτηριστικά.
Παράδειγμα πρώτο: Η μετεξέλιξη της θέσης του για το χρέος
Αφού πέρασε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παλινωδιών, σε σχέση με το αν λέει «κούρεμα», διαγραφή μέρους, επαναδιαπραγμάτευση του χρέους κ.λπ. το τελευταίο διάστημα δηλώσεις στελεχών του δείχνουν ότι προσανατολίζεται σε ακόμα πιο «ρεαλιστικές» λύσεις, σε προτάσεις που δεν είναι και πολύ διαφορετικές απ' αυτές της κυβέρνησης.
Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του επικεφαλής της Επιτροπής Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Δραγασάκη, στις 30 Σεπτέμβρη σε συνέντευξή του στη «Real News», για το χρέος. Ανέφερε συγκεκριμένα για το χρέος: «Σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχει μεγαλύτερη ευχέρεια επιλογών», εξηγώντας πως «αντί για "κούρεμα" μπορεί να υπάρξει "απόσυρση" του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, δηλαδή ένα μέρος του χρέους να αποσυρθεί από τις αγορές ή τους φορείς που το κατέχουν σήμερα και να κρατηθεί "παγωμένο" στα πλαίσια της ΕΚΤ».
Δηλαδή, αυτό που με απλά λόγια προτείνει ο Γ. Δραγασάκης είναι η διαχείριση του χρέους με μια μορφή επιμήκυνσης της αποπληρωμής του.
Δέκα μέρες πριν από τον Γ. Δραγασάκη, και συγκεκριμένα στις 9 Σεπτέμβρη, είχε «βγει» ο Γ. Σταθάκης, δηλώνοντας ότι «μέσα από διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς μπορούμε να βρούμε μία λύση, η οποία θα είναι βιώσιμη και εποικοδομητική για όλες τις πλευρές». Ο δε Γιάννης Μηλιός, τρίτος των οικονομικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, διεκδίκησε την πατρότητα της θέσης του Γ. Δραγασάκη.
Το ζήτημα της ρύθμισης του χρέους, προπαγανδιστικά, προβάλλεται ως μια διαδικασία ανακούφισης του λαού. Στην πραγματικότητα, όμως, αφορά το κεφάλαιο που ενδιαφέρεται και αυτό πρώτα απ' όλα να προχωρήσει μια διαδικασία ρύθμισης, έτσι ώστε να απελευθερωθεί «χρήμα» που θα ενισχύσει την καπιταλιστική ανάκαμψη. Κάθε καπιταλιστική οικονομία χρειάζεται τον εξωτερικό δανεισμό είτε από κράτη, ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς ή αντίστοιχα ιδρύματα. Κάθε καπιταλιστική οικονομία πρέπει να τακτοποιεί τα «χρέη της», για να μπορεί να ξαναδανείζεται όταν αυτό είναι αναγκαίο. Κατά συνέπεια, οι εργαζόμενοι καλούνται και θα καλούνται να πληρώνουν στο διηνεκές χρέη που «δημιουργεί» το κεφάλαιο, ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης.
Ούτε βεβαίως το «κούρεμα», η μερική διαγραφή κ.λπ., μέθοδοι που έχουν χρησιμοποιηθεί και σε άλλες χώρες, απαλλάσσουν τους εργαζόμενους από την «πληρωμή του». Η τελευταία, όμως, αυτή εξέλιξη «αδειάζει» τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ που είχε αναγάγει αυτή καθαυτή τη μορφή διαχείρισης του χρέους ως το μείζον ζήτημα, ως το κριτήριο, με βάση το οποίο οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να διαλέξουν.
Παράδειγμα δεύτερο: Η αποκάλυψη των μέτρων ...«σωτηρίας του λαού»
Στα μέσα της βδομάδας, ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσίασε πρόταση νόμου σχετικά με τις «ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία». Ποια είναι η φιλοσοφία της πρότασης νόμου; Μα να διευκολυνθεί και να εξασφαλιστεί η αποπληρωμή αυτών των χρεών. Τα περί «σεισάχθειας» κ.λπ. πήγαν περίπατο. Οπως γράφαμε πριν από λίγες μέρες στο «Ριζοσπάστη» η ρύθμιση των βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων οφειλών γίνεται μέχρι και σε 84 μηνιαίες δόσεις. Το σύνολο των ετήσιων καταβολών φτάνει στο 20% του ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη, ενώ σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου οι δόσεις επεκτείνονται αναλογικά μέχρι την εξάλειψη της υπέρβασης. Δηλαδή σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τις τεχνικές χρονικής επιμήκυνσης, το σύνολο του ποσού (φόροι και άλλα χαράτσια) εξακολουθεί να παραμένει απαιτητό από την Εφορία και μάλιστα για το σύνολο των λαϊκών νοικοκυριών, χωρίς απολύτως καμία εξαίρεση. Σε περιπτώσεις ταυτόχρονης ρύθμισης φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών η ταρίφα του ΣΥΡΙΖΑ ανεβαίνει στο 30% του εισοδήματος. Με αυτόν τον τρόπο, όπως σημειώνουν, «παρέχεται η δυνατότητα να εξυπηρετηθούν τα ληξιπρόθεσμα και τα τρέχοντα χρέη, να λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις και να συντηρηθεί στα απολύτως αναγκαία επίπεδα ο επαγγελματίας και η οικογένειά του»...
-- Τα... ευεργετήματα της ρύθμισης παύουν να ισχύουν σε περίπτωση «καθυστέρησης» πάνω από ένα μήνα και για δύο συνεχόμενες δόσεις.
-- Σε περίπτωση δικαστικής προσφυγής του οφειλέτη (αντί για την υπαγωγή στη ρύθμιση του ΣΥΡΙΖΑ), «'η αρμόδια ΔΟΥ βεβαιώνει ποσοστό 15% της συνολικής οφειλής»'.
-- Σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, η περιβόητη «μάχη» του ΣΥΡΙΖΑ με τα «κερδοσκοπικά distress funds» περιορίζεται στην «απαγόρευση» της μεταβίβασής τους από τις ντόπιες τράπεζες σε «μη τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία δε λειτουργούν νόμιμα σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Μάλιστα, η... «απαγόρευση» ισχύει μόνο για τα δάνεια που έχουν συναφθεί την τελευταία δεκαετία.
-- Το «κλου» της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ αφορά τους πλειστηριασμούς κατοικίας και επαγγελματικής στέγης. Σύμφωνα με αυτήν, η παρεχόμενη προστασία απλά επεκτείνεται μέχρι 31/12/2015 (για ένα ακόμη έτος), ενώ «τυχόν διαδικασίες που είναι εκκρεμείς» αναστέλλονται μέχρι την ίδια ημερομηνία...
Αθικτο όμως αφήνει όλο το βάρβαρο αντεργατικό θεσμικό πλαίσιο της «ευελιξίας» και της «απασχολησιμότητας» και η δεύτερη πρόταση που παρουσίασε ο ΣΥΡΙΖΑ για τον κατώτερο μισθό, διαιωνίζοντας την εργασιακή κόλαση που επιβλήθηκε από τις αστικές κυβερνήσεις και την εργοδοσία σε βάρος των εργαζομένων την τελευταία 20ετία και ιδιαίτερα μετά τη «Λευκή Βίβλο». Μάλιστα, ενώ προπαγανδιστικά σε δελτία Τύπου και στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι «προτείνεται η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα επίπεδα του 2012, στα 751 ευρώ», στα άρθρα της πρότασης νόμου δε γίνεται καμία σαφής αναφορά για 751 ευρώ! Ετσι, μετατρέπει σε «αέρα κοπανιστό» και το άρθρο που αναφέρει την κατάργηση της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ αρ. 6), αφού η κατάργηση της ΠΥΣ δε σημαίνει αυτόματη επαναφορά του κατώτερου μισθού και του κατώτερου μεροκάματου στα επίπεδα που είχε διαμορφωθεί με την ΕΓΣΣΕ του 2012. Και, βέβαια, η πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ δεν προβλέπει καν την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού.
Στο πλαίσιο της αστικής διαχείρισης, ήταν προσαρμοσμένες και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για το Ασφαλιστικό, που παρουσιάστηκαν από τους βουλευτές του, την περασμένη Παρασκευή στη διάρκεια συζήτησης σχετικής Επίκαιρης Ερώτησης που είχαν καταθέσει 26 βουλευτές του κόμματος. Από τις προτάσεις απουσίαζε η επαναφορά της 13ης και 14ης σύνταξης για όλους. Δεν αναφέρθηκε συγκεκριμένα πόσο θα είναι η κατώτερη κύρια σύνταξη. Ενώ για τα ΒΑΕ, στις προτάσεις αναφερόταν ότι «θα επανεξεταστούν σύμφωνα με τις ανάγκες των εργαζομένων στη σύγχρονη αγορά εργασίας». Εξάλλου, είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Εργασίας, Γ. Βρούτσης, στη διάρκεια της συζήτησης, εξέφρασε την έκπληξή του, σημειώνοντας προς τον ΣΥΡΙΖΑ: «Σήμερα παίρνετε μία καινούρια θέση, πιο σύγχρονη για τη μερική και προσωρινή απασχόληση. Σας καλωσορίζουμε στο χώρο της πραγματικότητας»!