Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

ΗΠΑ - ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ - ΡΩΣΙΑ - ΙΡΑΝ Ο εν εξελίξει «πόλεμος» του «μαύρου χρυσού»

 

Εγκαταστάσεις παραγωγής σχιστολιθικού φυσικού αερίου της εταιρείας «Encana Oil & Gas (USA) Inc» στο Κολοράδο

Πίσω από την πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου (έως 40% από τον περασμένο Ιούνη) κρύβεται ένας αδυσώπητος ενεργειακός πόλεμος όλων με όλους που περιλαμβάνει καπιταλιστικές χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Σαουδική Αραβία, χώρες του ΟΠΕΚ (Οργανισμού Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών), τη Ρωσία και νέες δυνάμεις στην παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου όπως ο Καναδάς, την ίδια ακριβώς ώρα που η συγχρονισμένη καπιταλιστική κρίση συνεχίζεται.

Τα βλέμματα όλων στο σύγχρονο «Κολοσσαίο» της παγκόσμιας Ενέργειας εστιάζονται, αυτή την περίοδο, σε δύο σχετικά «παραδοσιακούς» εταίρους που κοντράρονται για το μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά υδρογονανθράκων: Τους Αμερικανούς, από τη μια, που έχουν αυξήσει σημαντικά την παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου (με την επικίνδυνη για το περιβάλλον μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης, γνωστή ως fracking), καταφέρνοντας μέσα στην τελευταία δεκαετία να πλησιάσουν «γίγαντες» της παγκόσμιας πετρελαϊκής παραγωγής όπως η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία, βγάζοντας ημερησίως πάνω από 8.500.000 βαρέλια πετρελαίου. Τους Σαουδάραβες, από την άλλη, που φαίνονται αποφασισμένοι να διατηρήσουν τα σκήπτρα στην πετρελαϊκή πρωτοκαθεδρία, πείθοντας στην τελευταία συνεδρίαση του ΟΠΕΚ στη Βιέννη τις άλλες χώρες - μέλη του Οργανισμού να διατηρήσουν την ημερήσια πετρελαϊκή παραγωγή στα 30.000.000 βαρέλια για να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμα ένα σημαντικό κομμάτι της ενεργειακής αγοράς, κοντράροντας το σχιστολιθικό πετρέλαιο, του οποίου η παραγωγή συμφέρει μόνον όταν το βαρέλι του αργού ανέρχεται τουλάχιστον σε 100 δολάρια.

Ο ΓΓ του ΟΠΕΚ Αμπντάλα αλ Μπάντρι σημείωνε χαρακτηριστικά σε πρόσφατες δηλώσεις του ότι η απόφαση του ΟΠΕΚ στις 27/11 για διατήρηση της ημερήσιας παραγωγής ήταν κατ' ουσίαν μία έμμεση απάντηση στην αύξηση της παραγωγής του αμερικανικού σχιστολιθικού πετρελαίου.

«Συνωμοσία» κατά Ρωσίας και «κοινών εχθρών»;

Είναι άραγε μονοδιάστατος αυτός ο «ενεργειακός πόλεμος» και αφορά μόνον ή κυρίως τις ΗΠΑ και τη Σαουδική Αραβία;

Ο Τζόσουα Κίτινγκ από το ηλεκτρονικό περιοδικό Slate.com στις 19 Νοέμβρη διατύπωνε σε άρθρο του με τίτλο «Η Σαουδική Αραβία κάνει πετρελαϊκό πόλεμο. Αλλά ποιος είναι ο εχθρός;» μία άλλη μάλλον πραγματική πλευρά: «Οι Σαουδάραβες κάνουν πόλεμο όχι ενάντια στις ΗΠΑ, αλλά σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, κατά κοινών τους εχθρών όπως είναι η Ρωσία και το Ιράν». Μάλιστα, ο ίδιος υποστήριζε πως ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο είναι «παράπλευρη απώλεια» αυτού του πολέμου, θυμίζοντας το ακόλουθο πρόσφατο ρητορικό ερώτημα του τελευταίου: «Για ποιο λόγο οι ΗΠΑ και κάποιοι σύμμαχοί τους οδηγούν προς τα κάτω την τιμή του πετρελαίου; Για να βλάψουν τη Ρωσία!».

Ο Κίτινγκ διαπιστώνει σε επόμενο σημείο ότι η λεγόμενη «αμερικανο-σαουδαραβική συμμαχία είναι δεδομένη για τα περισσότερα ιρανικά και ρωσικά ΜΜΕ», αλλά και για τον γνωστό αρθρογράφο των «Τάιμς» της Ν. Υόρκης Τόμας Φρίντμαν. Οπως υπογράμμιζε: «Η Σαουδική Αραβία μπορεί πράγματι να θέλει να τιμωρήσει τη Ρωσία για την υποστήριξη που δίνει στον Σύρο Πρόεδρο Μπασάρ Ασαντ, ενώ κάνει παράλληλα ό,τι μπορεί ενάντια στον περιφερειακό της αντίπαλο το Ιράν. Οι ΗΠΑ, στο μεταξύ, θέλουν να τιμωρήσουν τη Ρωσία για τις ενέργειές της στην Ουκρανία και να ασκήσουν πιέσεις στο Ιράν, ώστε να συναινέσει σε μία συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα».

Για «πολιτικές σκοπιμότητες» παράλληλα με την καπιταλιστική κρίση, που βέβαια δεν ονομάζει έτσι, έκανε λόγο στις αρχές Νοέμβρη και ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, μιλώντας σε κινεζικά ΜΜΕ, ενόψει της τότε Συνόδου Κορυφής του οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας - Ειρηνικού (APEC). Οπως τόνισε: «Η προφανής αιτία για την πτώση των τιμών πετρελαίου παγκοσμίως είναι η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της διεθνούς οικονομίας, που σημαίνει πως η κατανάλωση Ενέργειας μειώνεται σε ένα φάσμα χωρών...Ομως, υπάρχει και μία πολιτική συνιστώσα στη διαμόρφωση των τιμών πετρελαίου. Σε ορισμένες περιόδους κρίσης, αρχίζει να δημιουργείται η αίσθηση πως είναι οι πολιτικές σκοπιμότητες αυτές που πρυτανεύουν στη διαμόρφωση των τιμών της Ενέργειας».

Ο ίδιος σημείωσε ότι έχει ήδη λάβει κάποια αντίμετρα προς την κατεύθυνση των πηγών ανάπτυξης της ρωσικής οικονομίας, αλλά και μείωση της εξάρτησής της από την ευρωπαϊκή αγορά, μεταξύ άλλων και μέσω της αύξησης των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου σε Ασία - Ειρηνικό. Γνωστή είναι, άλλωστε, η συμφωνία της «Γκάζπρομ» με την Κίνα για παράδοση φυσικού αερίου από το 2019 με στόχο να της διαθέσει σταδιακά 38 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως. Εντούτοις, πρόσφατα μέτρα όπως η αύξηση των ρωσικών τραπεζικών επιτοκίων στο 17% από 10,6% δε δείχνουν να σταματούν την καθοδική κούρσα του ρωσικού νομίσματος, που έχει χάσει το 45% της αξίας του από την αρχή του 2014.

Επιπτώσεις σε Ιράν και Αφρική

Σύνθετες, την ίδια ώρα, διαφαίνονται οι συνέπειες αυτών των εξελίξεων και για το Ιράν. Ορισμένοι οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι για να είναι ισοσκελισμένος ο ιρανικός προϋπολογισμός, η Τεχεράνη χρειάζεται διεθνή τιμή πώλησης πετρελαίου όχι στα 70 δολάρια το βαρέλι αλλά στα 140 δολάρια.

Οι δημοσιονομικές και οικονομικές δυσκολίες του Ιράν (σε συνδυασμό και με τις πολυετείς διεθνείς κυρώσεις) και με δεδομένο ότι για παράδειγμα ο προϋπολογισμός του 2014 βασίστηκε σε μία τιμή 100 δολαρίων το βαρέλι (ενώ το Μπρεντ πωλούνταν το πρώτο 10ήμερο Δεκέμβρη κάτω από τα 66 δολάρια το βαρέλι) κάνουν ορισμένους αναλυτές να ερμηνεύουν τη βούληση της ιρανικής κυβέρνησης να διαπραγματευτεί μία διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα ως αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων.

Και ο Ιρανός Πρόεδρος, Χασάν Ροχανί, για την πτώση κάνει λόγο για «πολιτική συνωμοσία ορισμένων χωρών εναντίον των συμφερόντων της περιοχής και του ισλαμικού κόσμου».

Η μείωση στη διεθνή τιμή πώλησης πετρελαίου δεν κάνει ζημιά μόνον σε ανταγωνιστές των ΗΠΑ, αλλά και σε χώρες της υποσαχάρειας Αφρικής, που ήταν έως και πριν μερικά χρόνια οι βασικοί πυλώνες εξαγωγής πετρελαίου στις ΗΠΑ, όπως η Νιγηρία και η Αγκόλα, που στηρίζουν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του προϋπολογισμού στις εξαγωγές πετρελαίου.

«Σύννεφα» και στη Βόρεια Αμερική

Σε κάθε περίπτωση, συνέπειες από αυτήν τη διαμάχη δεν υφίστανται μόνον οι παραπάνω δυνάμεις, αλλά και ο Καναδάς που μαζί με τις ΗΠΑ πρωταγωνιστούν στις σύγχρονες τεχνολογίες γεώτρησης πετρελαίου με την επικίνδυνη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης (που «σπάει» βράχους σχιστόλιθου σε μεγάλο βάθος με την υψηλή πίεση νερού, άμμου και χημικών για να αντληθεί στη συνέχεια πετρέλαιο και φυσικό αέριο με «παράπλευρη απώλεια» τη ρύπανση του υδροφόρου ορίζοντα και την αποσταθεροποίηση εδάφους και υπεδάφους). Ωστόσο, τα προβλήματα παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου στη Βόρεια Αμερική δεν συνδέονται μόνο με το περιβάλλον που θυσιάζεται για το καπιταλιστικό κέρδος, ούτε μόνο με το κόστος παραγωγής (που είναι σχετικά μικρότερο εφόσον το πετρέλαιο που παράγεται με τις «παραδοσιακές» μεθόδους γεώτρησης συνεχίζει να πωλείται ακριβά), ούτε με την προσφορά επενδυτών (που έσπευσαν να διοχετεύουν σε αυτές τις εταιρείες ζεστό χρήμα μετά το ξεφούσκωμα της φούσκας της αγοράς ακινήτων και των τραπεζικών δανείων στις ΗΠΑ), αλλά με το κόστος μεταφοράς, αποθήκευσης και υποδομών.

Για παράδειγμα, σημαντικό μέρος της παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ παράγεται μακριά από τα διυλιστήρια που βρίσκονται κυρίως στις ανατολικές ακτές, γεγονός που αυξάνει μοιραία το κόστος μεταφοράς σιδηροδρομικώς ή οδικώς, ενώ και οι εξαγωγές προς άλλες χώρες π.χ.της ΕΕ αυξάνουν το κόστος.

Στόχος το ξαναμοίρασμα των αγορών Ενέργειας

Κοντολογίς, τα παιχνίδια με την τιμή του πετρελαίου είναι τόσο πολυσύνθετα και δαιδαλώδη όσο και το περίπλοκο πλέγμα συμφερόντων και συγκρούσεων στη γεωπολιτική σκακιέρα. Οι κόντρες που ξεδιπλώνονται αυτήν την περίοδο ανάμεσα σε παλιά και νέα πετρελαϊκά μονοπώλια για επαναπροσδιορισμό επενδύσεων αναδεικνύουν την προσπάθεια που κάνουν για ξαναμοίρασμα της ενεργειακής «πίτας» σε διεθνές επίπεδο, σε μία περίοδο που, παρά τα σημάδια αναιμικής ανάπτυξης σε κάποιες χώρες, η καπιταλιστική κρίση παραμένει βαθιά.

Η ιστορία, άλλωστε, έχει δείξει πως ο συνήθης «χαμένος» σε περιόδους όξυνσης των αντιπαραθέσεων μεταξύ μονοπωλίων είναι η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Με δεδομένο το βαθιά εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος, που τα μονοπώλια έχουν την εξουσία, οι λαοί όχι μόνον «δε σώζονται από τα πετρέλαια, το φυσικό αέριο» και τον άλλο ορυκτό πλούτο που μπορεί να διαθέτει το υπέδαφος των χωρών τους (όπως ισχυρίζονται αστοί και οπορτουνιστές) αλλά βγαίνουν ζημιωμένοι. Είτε με καπιταλιστική «ειρήνη» όπου δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις σύγχρονες διευρυμένες ανάγκες τους με βάση τις δυνατότητες της εποχής, είτε με πόλεμο και ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που σκορπούν την καταστροφή και το θάνατο.

“Ριζοσπάστης” Σάββατο 20 Δεκέμβρη 2014