Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 13 Απριλίου 2014

Οι επιπτώσεις για τους εργαζόμενους

 

«Η οικονομική πολιτική, παρά τις πρόσφατες επιτυχίες, πρέπει να παραμείνει αφοσιωμένη στην ανάπτυξη του νέου εξωστρεφούς παραγωγικού προτύπου, στη δημοσιονομική πειθαρχία, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τον εκσυγχρονισμό του τραπεζικού συστήματος και την κοινωνική πολιτική, με έμφαση σε όσους έχουν πραγματική ανάγκη. Προϋπόθεση για όλα αυτά είναι η πολιτική σταθερότητα. Οι υγιείς πολιτικές δυνάμεις του τόπου είμαι βέβαιος ότι θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων για μια ακόμη φορά». Ετσι έκλεινε το άρθρο του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα στην «Καθημερινή» 6/4/2014. Η «έξοδος της Ελλάδας στις αγορές», δηλαδή η προσπάθεια δανεισμού του κράτους από τις τράπεζες, συνοδεύτηκε από διθυράμβους της αστικής προπαγάνδας για την πορεία εξόδου της καπιταλιστικής οικονομίας της Ελλάδας από την οικονομική κρίση και την πορεία στην ανάπτυξη.

Η αστική προπαγάνδα λέει ότι η Ελλάδα τώρα έγινε μια «κανονική χώρα» αφού δανείζεται από τις αγορές, έγινε «αυτεξούσια χώρα», δηλαδή δεν θα υπάρχει επιτήρηση της τρόικας, έχει πλεόνασμα, θα έχει φτηνό χρήμα, θα υπάρξει ρευστότητα, άρα χρήμα για καπιταλιστικές επενδύσεις και ανάπτυξη. Με την ανάπτυξη θα αντιμετωπιστεί η ανεργία και θα αυξηθούν τα εισοδήματα.

Η καπιταλιστική οικονομική κρίση, καταστρέφοντας εργατική δύναμη, συνέβαλε στη διαμόρφωση μαζικής ψυχολογίας μειωμένων απαιτήσεων στη ζωή, έτσι καλλιεργείται το έδαφος οι κυβερνητικοί πανηγυρισμοί να πιάσουν τόπο. Οι άνεργοι, φτωχοί, εξαθλιωμένοι, άστεγοι κλπ. υποχρεώθηκαν να μάθουν να καταφέρνουν να ζήσουν όπως-όπως και όχι με βάση τις σύγχρονες ανάγκες. Παρόλο που οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν αναπτυχθεί τόσο που θα μπορούσαν να ζήσουν όλο τον πλανήτη. Μια ανάκαμψη, ακόμη και αναιμική, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα δημιουργήσει κάποιες θέσεις εργασίας. Ομως, με βάση τα δικά τους στοιχεία, σε δέκα χρόνια υπολογίζεται ότι με ρυθμούς ανάπτυξης 5% του ΑΕΠ, η ανεργία θα μειωθεί από το 27% στο 17%. Ενώ οι όποιες θέσεις εργασίας θα είναι κακοπληρωμένες.

Επίσης θα δοθούν μερικά ψίχουλα, ιδιαίτερα στα πιο εξαθλιωμένα στρώματα, σαν το λεγόμενο κοινωνικό μέρισμα. Ενώ θα γίνει προσπάθεια να δημιουργηθεί ένας καλύτερος μηχανισμός διαχείρισης της φτώχειας, το λεγόμενο κοινωνικό δίκτυο προστασίας, με κοινωνικά ιατρεία, φαρμακεία, παντοπωλεία κλπ. που το εμφανίζουν ως «νέο κοινωνικό κράτος».

Οχι πανηγυρισμοί

Η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα δεν έχουν κανένα λόγο λοιπόν να συμμερισθούν τους πανηγυρισμούς του κεφαλαίου, πολύ περισσότερο να ταχτούν μαζί τους.

Υπενθυμίζουμε πως ο αστικός Τύπος, μαζί με τους πανηγυρισμούς για την έξοδο στις αγορές, σημείωνε ότι «για να επιτευχθεί η ολική επαναφορά πρέπει να ολοκληρωθεί η μεγάλη μάχη για τη δημοσιονομική εξυγίανση και το μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας σε ανταγωνιστική και εξωστρεφή βάση. Αναγκαία δε προϋπόθεση είναι η εδραίωση της πολιτικής και κυβερνητικής σταθερότητας...». Αυτό υπενθυμίζει και η Κριστίν Λαγκάρντ, λέγοντας ότι είναι θετική η δοκιμή για έξοδο στις αγορές, αλλά η Ελλάδα είναι ακόμη σε πρόγραμμα. Αυτό λένε με άλλον τρόπο και άλλα κράτη της ΕΕ.

Τόσο τα επιτελεία των αστών εντός και εκτός Ελλάδας (ΕΕ), όσο και ο υπουργός Οικονομικών έχουν επεξεργασμένη γραμμή για την από δω και μπρος πορεία της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας και των στρατηγικών επιλογών που είναι αναγκαίες για την καπιταλιστική ανάπτυξη.

Επιμένουν πρωταρχικά στη συνέχιση των αναδιαρθρώσεων. Ο Γ. Στουρνάρας στο ίδιο άρθρο υπογραμμίζει ότι «κατά τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια, η Ελλάδα έχει υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις σε όλους σχεδόν τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, με σημαντικότερες αυτές στην αγορά εργασίας, στο Ασφαλιστικό, στο σύστημα Υγείας και στη φορολογική διοίκηση». Σ' αυτά αποδίδει ότι «η ελληνική οικονομία έχει αρχίσει να δείχνει τα πρώτα ενθαρρυντικά σημάδια ισορροπίας και ανάκαμψης».

Αποδεικνύεται ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη απαιτεί συνεχή προσαρμογή στις συνθήκες που διαμορφώνονται από το διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό και επιδρά στο ποσοστό κερδοφορίας των μονοπωλίων. Επομένως η αντεργατική κατεύθυνση δεν αλλάζει. Αλλωστε, όλες οι αναδιαρθρώσεις, που στην Ελλάδα ξεκίνησαν από το 1997 (κάποιες είχαν ξεκινήσει από την περίοδο της διαμόρφωσης της «Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς» το 1985, προπομπό του Μάαστριχτ), είναι στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου για τη διευκόλυνση αναπαραγωγής των κερδών του, μεγέθυνσής του, στα πλαίσια του διεθνούς ανταγωνισμού.

Με όχημα τις «μεταρρυθμίσεις»

Λέει ο Γ. Στουρνάρας στο ίδιο άρθρο: «Οι μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη υιοθετηθεί στην αγορά εργασίας θα διευκολύνουν τη γρηγορότερη μείωση της ανεργίας, τώρα που η ελληνική οικονομία μπαίνει σε πορεία ανάκαμψης. Με τις μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, που υιοθετήσαμε με την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου πριν από λίγες ημέρες, αναμένουμε μείωση των σχετικών τιμών, αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης».

Η ευελιξία στην αγορά εργασίας [ελαστικές εργασιακές σχέσεις κυρίως με τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας (έκθεση Σέρκας)], οι μαζικές απολύσεις, τα προγράμματα ενεργητικής απασχόλησης ως μέτρα για την «ανακύκλωση» της ανεργίας και ιδιαίτερα τα προγράμματα της μαθητείας, μαζί με τη νομοθέτηση για μισθούς ανάλογα με την πορεία της οικονομίας, τις μειώσεις στις εργοδοτικές εισφορές, προσφέρει στο κεφάλαιο τη δυνατότητα να σπαταλά λιγότερα χρήματα για την αγορά εργατικής δύναμης χωρίς αυτό να επιδρά αρνητικά στην παραγωγή τους, άρα και στην κερδοφορία τους.

Η απελευθέρωση σε μια σειρά τομείς της οικονομίας ενισχύει τις καπιταλιστικές επενδύσεις. Βεβαίως φέρνουν το επιχείρημα ότι ο ανταγωνισμός θα μειώσει τις τιμές κάποιων εμπορευμάτων και υπηρεσιών. Εχει αποδειχθεί ότι όσες φορές έχει συμβεί αυτό, έχει προσωρινό χαρακτήρα, ενώ ακόμη κι έτσι, με το λαϊκό εισόδημα να έχει καταρρακωθεί, είναι αδύνατον να ικανοποιούνται λαϊκές ανάγκες.