Στην απόφαση να προχωρήσει στην πλήρη εφαρμογή του προγράμματος «νομισματικής χαλάρωσης» σε όφελος των μονοπωλίων της Ευρωζώνης εστίασε τη χτεσινή συνέντευξη ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι. Επιχειρώντας να διασκεδάσει τις περί του αντιθέτου εντυπώσεις, χαρακτήρισε «υπερβολικές» τις ανησυχίες που διατυπώνονται για το κατά πόσο θα υπάρξουν ενδιαφερόμενες τράπεζες. Να σημειωθεί ότι ερωτήματα διατυπώνονται για το κατά πόσο θα υπάρξει ανάλογη ζήτηση, ώστε να καλυφθούν τα ποσά ύψους 1 τρισ. ευρώ που έχει στόχο να διαθέσει η ΕΚΤ μέχρι το Σεπτέμβρη του 2016. Επίσης, από το πρόγραμμα της «ποσοτικής χαλάρωσης» έχουν εξαιρεθεί τα κρατικά ομόλογα, που φέρουν αρνητικές αποδόσεις (επιτόκια), φαινόμενο το οποίο μεγεθύνεται την τελευταία περίοδο στην Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με τον Ντράγκι, «υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα μέτρα νομισματικής πολιτικής είναι αποτελεσματικά», ενώ και οι όροι του τραπεζικού δανεισμού προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις «έχουν βελτιωθεί σημαντικά με την αύξηση της ζήτησης για πιστώσεις». Σχετικά με τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη, υποστήριξε πως η οικονομία θα συνεχίσει να ενισχύεται. Ωστόσο, πρόσθεσε πως η ανάκαμψη ενδέχεται να περιοριστεί από παράγοντες όπως ο «χαλαρός ρυθμός εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις
«Προειδοποιήσεις» για την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ απευθύνει το ΔΝΤ, εστιάζοντας στην ταυτόχρονη εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη διευθέτηση των προβληματικών δανείων. Ειδικότερα, σύμφωνα με έκθεση του ΔΝΤ, η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ μπορεί να οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση της οικονομίας και των αγορών, εάν δεν συνοδευτεί από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η «αποτυχημένη στήριξη της νομισματικής πολιτικής θα καταστήσει την ευρωπαϊκή οικονομία ευάλωτη σε μία σειρά κινδύνων», όπως είναι η υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα και η δυσμενής κατάσταση των τραπεζικών ισολογισμών. Σύμφωνα με τον ιμπεριαλιστικό οργανισμό, η ποσοτική χαλάρωση έχει σχεδιαστεί προκειμένου να ενισχύσει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας, ωστόσο θέτει σοβαρές προκλήσεις στους «θεσμικούς επενδυτές», προσθέτοντας κινδύνους στους εταιρικούς ισολογισμούς. Είναι φανερό το γεγονός ότι η αγωνία τους έχει να κάνει με το ενδεχόμενο απογείωσης των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων, ως αποτέλεσμα της πιστωτικής επέκτασης. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η επιτυχία του προγράμματος συναρτάται με την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ευρωπαϊκών τραπεζών, εκ των οποίων τα 900 δισ. ευρώ βρίσκονται συγκεντρωμένα σε Κύπρο, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία και Σλοβενία.