Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Ανταγωνισμοί μέσω καπιταλιστικών ενώσεων


Βλ. Πούτιν - Α. Μέρκελ. Οι κυρώσεις της ΕΕ στη Ρωσία γίνεται προσπάθεια από τη Ρωσία να παρακαμφθούν μέσω συνεργασίας ΕΕ - Ευρασιατικής Ενωσης
Βλ. Πούτιν - Α. Μέρκελ. Οι κυρώσεις της ΕΕ στη Ρωσία γίνεται προσπάθεια από τη Ρωσία να παρακαμφθούν μέσω συνεργασίας ΕΕ - Ευρασιατικής Ενωσης


Το ασιατικό κράτος Αζερμπαϊτζάν ανήκει στην Ευρώπη; Και όμως, φιλοξενεί τους 
«Ευρωπαϊκούς Ολυμπιακούς Αγώνες», μια νέα διοργάνωση με απόφαση των Ευρωπαϊκών Ολυμπιακών Επιτροπών. Στους αγώνες συμμετέχει και το Αζερμπαϊτζάν. Είναι προφανές πως πρόκειται για πολιτική απόφαση στο πλαίσιο της διεθνικής δράσης του κεφαλαίου στην παγκόσμια αγορά, να καθορίζει αυτή η δράση τις επιλογές των κυβερνήσεων των κρατών, με βάση τα συμφέροντα των μονοπωλίων να δημιουργούν διάφορους τρόπους (τα αθλητικά φόρουμ είναι ένας απ' αυτούς), όχι μόνο συμμαχίες κρατών με διακρατικές ενώσεις, αλλά το γεωγραφικό προσδιορισμό συμμετοχής ενός κράτους σε μια ήπειρο, αν και ανήκει σε άλλη.
Στην προκειμένη περίπτωση το Αζερμπαϊτζάν θέλει να διεκδικήσει θέση σημαντικού εταίρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το φανερώνουν ακόμη και τα χαρτονομίσματά του, που έχουν πάνω τους ένα χάρτη της χώρας αλλά στην κάτω αριστερή τους γωνία υπάρχει ένας άλλος χάρτης, που εμφανίζει το Αζερμπαϊτζάν ως τμήμα της Ευρώπης.
Το Αζερμπαϊτζάν ανήκει στα κράτη της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης της ΕΕ, της σχέσης με έξι κράτη που προήλθαν από την πρώην Σοβιετική Ενωση (Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία, Λευκορωσία, Μολδαβία και Ουκρανία).
Το Αζερμπαϊτζάν δεν έχει ζητήσει να ενταχθεί στην Ευρασιατική Ενωση ούτε να συνάψει οποιαδήποτε σχέση μαζί της ή και ξεχωριστά με τη Ρωσία, οι οικονομικές σχέσεις τους είναι ελάχιστες. Επίσης, το Αζερμπαϊτζάν δεν έχει πρόσκληση από την Ευρασιατική Ενωση να ενταχθεί σ' αυτήν. Είναι και αυτός ένας σημαντικός λόγος, ίσως ο πιο σημαντικός, που κάνει την ΕΕ να σχεδιάζει την ανάπτυξη σχέσεων με το Αζερμπαϊτζάν ως εναλλακτική πηγή Ενέργειας και να απεξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία. Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στο Αζερμπαϊτζάν, αλλά και ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου και φυσικού αερίου. Επίσης, είναι γνωστό το πρόγραμμα δημιουργίας νότιου αγωγού φυσικού αερίου, διά μέσου Τουρκίας και Ελλάδας (ΤΑΡ), που θα τροφοδοτεί κράτη της ΕΕ με φυσικό αέριο από το τεράστιο κοίτασμα «Σαχ Ντενίζ 2».
Παρ' όλ' αυτά το κράτος του Αζερμπαϊτζάν έχει κάνει τις επιλογές του, οικονομικές άρα και πολιτικές σχέσεις με την ΕΕ μέσω και της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, ενώ θεωρεί εαυτόν τμήμα της ΕΕ.

Ανατολική Εταιρική Σχέση της ΕΕ και Ευρασιατική Οικονομική Ενωση

Βεβαίως, τα κράτη της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης της ΕΕ, ως πρώην Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ενωσης, αποτελούν πεδίο διαπάλης. Οχι μόνο για καθαρά οικονομικούς λόγους αλλά και γεωστρατηγικούς. Ρεπορτάζ της «Καθημερινής», 30 - 31/5/2015, με τίτλο «"Μήλον της Εριδος" 6 χώρες της πρώην ΕΣΣΔ», αναφερόταν στη «σχέση της Ευρώπης με έξι χώρες προερχόμενες από τη σφαίρα επιρροής της Μόσχας, η οποία εξακολουθεί να τις διεκδικεί μέσω της Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης, δηλαδή του ρωσικού αντίβαρου στην ΕΕ».
Και συνέχιζε το ρεπορτάζ: «Ωστόσο,(...) τα αποτελέσματα από τη σύνοδο ήταν περιορισμένα (σ.σ. τη σύνοδο που έγινε στη Ρίγα της Λετονίας το Μάη του 2015).
Ετσι, μπορεί τρεις από αυτές (Ουκρανία, Γεωργία, Μολδαβία) να έχουν υπογράψει συμφωνίες σύνδεσης με την ΕΕ στη διάρκεια του περασμένου έτους, δύο άλλες, όμως, και συγκεκριμένα η Λευκορωσία και η Αρμενία, έχουν προσχωρήσει στην Ευρασιατική Οικονομική Ενωση, που τυπικά υφίσταται εδώ και ένα χρόνο με τη σχετική συμφωνία Ρωσίας, Λευκορωσίας και Καζαχστάν. Οι τρεις χώρες, πλούσιες σε πρώτες ύλες, αντιπροσωπεύουν ένα άθροισμα οικονομιών ύψους 2,7 τρισ. δολαρίων για ένα άθροισμα πληθυσμών που φθάνει τα 170 εκατ. άτομα. Ανασταλτικός παράγοντας στην περαιτέρω προσέγγιση ορισμένων εκ των χωρών αυτών με την Ευρώπη είναι σαφώς ως ένα βαθμό η επώδυνη τροπή που πήρε για την Ουκρανία η προσέγγισή της με την Ευρώπη».

Διαπάλη και ζυμώσεις για συμβιβασμούς

Τι δείχνουν τα παραπάνω; Εντονη διαπάλη ανάμεσα σε ΕΕ και Ευρασιατική Ενωση, πιο ειδικά ανάμεσα σε Γερμανία - Ρωσία, για τράβηγμα σε συμμαχία κρατών από την πρώην ΕΣΣΔ. Δεν είναι όμως μόνο αυτό το στοιχείο που καθορίζει τις σχέσεις ανάμεσα σε ΕΕ και Ευρασιατική Ενωση. Αλλωστε, Αρμενία και Λευκορωσία συμμετέχουν και στην Ευρασιατική Ενωση και στην Ανατολική Εταιρική Σχέση.
Ταυτόχρονα, γίνονται διπλωματικές ζυμώσεις χωρίς ορατά για την ώρα αποτελέσματα, για συμβιβασμούς και συνεργασία ανάμεσα στην ΕΕ και την Ευρασιατική Ενωση με δική της πρόταση για έναρξη διαλόγου με αυτό το περιεχόμενο.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της ιστοσελίδας «Capital.gr», ο Ρώσος πρέσβης στην ΕΕ, Βλαντιμίρ Κίζοφ, έχει δηλώσει στην ιστοσελίδα «EUobserver» ότι «η ιδέα μας είναι να ξεκινήσει ο διάλογος αυτός το συντομότερο δυνατό», με τη συμμετοχή και όλων των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης της ΕΕ (Ουκρανία, Λευκορωσία, Μολδαβία, Γεωργία, Αζερμπαϊτζάν) και με στόχο τη δημιουργία ενός χώρου ελεύθερου εμπορίου μεταξύ των ενδιαφερομένων στην Ευρασία. Σύμφωνα δε με τον Κίζοφ, το έχουν συζητήσει και με την Α. Μέρκελ, η δε υλοποίησή της δεν εμποδίζεται από τις κυρώσεις της ΕΕ έναντι της Ρωσίας. Σύμφωνα δε με το ίδιο ρεπορτάζ, η γερμανική διπλωματία διακινεί την ιδέα να παρακαμφθεί το αδιέξοδο στις σχέσεις ΕΕ - Ρωσίας μέσω του διαλόγου με την Ευρασιατική Ενωση.
Ως εδώ μπορεί να πει κανείς ότι η Ρωσία ψάχνει τρόπο να αρθούν τα εμπόδια στις σχέσεις της με την ΕΕ, και ουσιαστικά στις κυρώσεις λόγω της κρίσης στην Ουκρανία, έτσι ώστε να επανεκκινήσουν οι οικονομικές τους σχέσεις αφού αυτό θα τονώσει τις οικονομίες και των κρατών - μελών της ΕΕ και της Ρωσίας. Υπάρχει ταυτόχρονα και ένα ακόμη ζήτημα σ' αυτή την πρόταση. Ουσιαστικά, το οικονομικό μοίρασμα των κρατών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, αλλά και το μοίρασμα των οικονομικών αποτελεσμάτων από τη δράση των μονοπωλίων στη ζώνη ελεύθερου εμπορίου που προτείνει η Ρωσία. Βεβαίως, αν ένας τέτοιος διάλογος ξεκινήσει, πολύ περισσότερο αν ευοδωθεί, ουσιαστικά προκαλεί ρήγμα στις ευρωατλαντικές σχέσεις, και κυρίως στις σχέσεις ΗΠΑ - Γερμανίας. Οχι μόνο επειδή οι κυρώσεις στην Ουκρανία επιβλήθηκαν από κοινού από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, αλλά γιατί αυτό δημιουργεί άλλους συσχετισμούς σε επίπεδο Ευρώπης, δυσκολεύοντας τη δράση των ΗΠΑ κόντρα στη Γερμανία στην Ευρώπη. Αν και εδώ που τα λέμε, ήδη η κατάσταση στην Ουκρανία, αλλά και η ανάπτυξη ΝΑΤΟικών δυνάμεων σε Πολωνία και Βαλτικά κράτη, αποτελούν παράγοντα μέγιστης δυσκολίας σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Το ότι η Ρωσία στοχεύει γενικότερα να προκαλέσει ρήγματα στις ευρωατλαντικές σχέσεις φαίνεται και από το εξής: Ο Κίζοφ αναφέρει ότι η πρότασή τους για διάλογο αντιπαρατίθεται στη δρομολογούμενη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ. Να τι λέει: «"Είναι σοφό να ξοδεύετε τόση πολιτική ενέργεια για τη δημιουργία ενός ενιαίου χώρου συναλλαγών με τις ΗΠΑ όταν έχετε πιο «φυσικούς» εταίρους πολύ πιο κοντά σας;". "Εμείς πάντως δεν χλωριώνουμε τα κοτόπουλά μας", πρόσθεσε, υπενθυμίζοντας ένα από τα πιο γνωστά σημεία τριβής μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ ως προς τις υγειονομικές προδιαγραφές που θα υπερισχύσουν σε έναν διατλαντικό χώρο ελεύθερου εμπορίου» (από ρεπορτάζ στο «Capital.gr»).
Ουσιαστικά, ο Ρώσος πρέσβης στην ΕΕ ξέροντας και τους ανταγωνισμούς ανάμεσα σε ΕΕ - ΗΠΑ ιδιαίτερα ανάμεσα σε Γερμανία - ΗΠΑ με αφορμή τη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων, πασχίζει να τους οξύνει σε όφελος της Ρωσίας.

Σύνθετο το κουβάρι των ανταγωνισμών

Βεβαίως, το ζήτημα είναι ακόμη πιο σύνθετο. Τα μονοπώλια των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών ή και των διακρατικών καπιταλιστικών ενώσεων έχουν διεθνική δράση και συγκρούονται σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Η καπιταλιστική οικονομική κρίση έχει οξύνει αυτούς τους ανταγωνισμούς. Το γεγονός δε ότι δε φαίνονται σημάδια ανάκαμψης που να δίνει ώθηση για μεγάλους ρυθμούς, ούτε στις ΗΠΑ, ούτε στη Γερμανία και την ΕΕ (στασιμότητα), ούτε στην Ιαπωνία, ενώ στην Κίνα υπάρχει επιβράδυνση, το ίδιο και στις οικονομίες των BRICS, με εξαίρεση την Ινδία, δημιουργεί συνθήκες ακόμη μεγαλύτερης όξυνσης, αλλά και αναζήτησης της αποτελεσματικότερης δράσης των ισχυρών καπιταλιστικών οικονομιών, μέσω διακρατικών ενώσεων. Αλλά και με άλλους τρόπους όπως, για παράδειγμα, μέσω της δημιουργίας ζωνών ελεύθερου εμπορίου σε μεγάλη γεωγραφική έκταση, με συμμετοχή πολλών κρατών, όπως αυτή του Ειρηνικού που επιδιώκουν οι ΗΠΑ με συμμετοχή 12 κρατών και από τις δύο όχθες του, Αμερική και Ασία, ανάμεσά τους και οι Ιαπωνία, Καναδάς, Μεξικό, Μαλαισία κ.λπ., ή η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων με την ΕΕ, η τράπεζα των BRICS κ.λπ.
Η συνθετότητα της κατάστασης είναι ακόμη μεγαλύτερη αφού εκφράζονται αντιθέσεις ανάμεσα σε διάφορα τμήματα του κεφαλαίου μέσα στα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.
Στην «Καθημερινή» 11/6/2015 αναφέρεται ότι: «Για τον Μπαράκ Ομπάμα, το ν/σ που θα ανοίξει τον δρόμο για μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον Ειρηνικό συνιστά προτεραιότητα της δεύτερης και τελευταίας προεδρικής του θητείας. Για τους εξ αριστερών αντιπάλους του, αποτελεί τρανταχτή απόδειξη των οβιδιακών μεταμορφώσεων ενός Προέδρου, ο οποίος αποξενώνει μεγάλο μέρος του κόμματός του, ενώ χειροκροτείται, για καίριες επιλογές του, από τους Ρεπουμπλικανούς». Είναι γνωστό ότι Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί εκπροσωπούν τα συμφέροντα διαφορετικών τμημάτων του κεφαλαίου. Ετσι, ένα νομοσχέδιο για δημιουργία ζώνης ελεύθερου εμπορίου έχει την εκ διαμέτρου αντίθετη στήριξη. Μάλιστα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, «οι περισσότεροι Δημοκρατικοί βουλευτές αναμένεται να καταψηφίσουν τη συμφωνία - η οποία πέρασε με ισχνή πλειοψηφία στη Γερουσία - λόγω των φόβων τους ότι η περαιτέρω απελευθέρωση του εμπορίου από προστατευτικούς δασμούς θα έχει συνέπεια την απώλεια θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ». Η προστασία τμημάτων του κεφαλαίου, λοιπόν, είναι το μείζον πρόβλημα. Για την ιστορία, το νομοσχέδιο καταψηφίστηκε.
Δείγματα τέτοιων ανταγωνισμών υπάρχουν και μέσα στη Γερμανία. Πρόσφατο παράδειγμα οι αντιθέσεις γύρω από τη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP). Για την οποία στο εσωτερικό της Γερμανίας υπάρχει μεγάλη ενδοκαπιταλιστική αντίθεση.Για παράδειγμα, σύμφωνα με euronews, ο κλάδος τροφίμων, από την παραγωγή μέχρι τη μεταποίηση και το εμπόριο, αντιδρά στη Συμφωνία. Ακόμη στην ιστοσελίδα «news247» αναφέρεται: «"Με το TTIP η πίεση του ανταγωνισμού για τους Ευρωπαίους θα ήταν ακόμη πιο έντονη και η διαφορά τιμής ανάμεσα σε ένα προϊόν δίκαιου εμπορίου και στο αντίστοιχο συμβατικό προϊόν θα γινόταν ακόμα μεγαλύτερη. Θα άλλαζε όμως και η ροή του διεθνούς εμπορίου με την ευρωατλαντική ζώνη να ενισχύεται σε βάρος των αναπτυσσόμενων χωρών" έχει τονίσει σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Deutsche Welle ο Γιούργκεν Μάγερ, εκπρόσωπος της οργάνωσης "Φόρουμ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη", μίας οργάνωσης με έδρα το Βερολίνο που εκπροσωπεί δίκτυα εμπορίας και διανομής σε όλη τη Γερμανία». Το συγκεκριμένο παράδειγμα δείχνει ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς, τουλάχιστον στον τομέα του εμπορίου και των εισαγωγών.
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο πρέπει να δει κανείς τόσο την επιδίωξη από Γερμανία - Γαλλία για θεσμική ισχυροποίηση της Ευρωζώνης ώστε να βαθύνει παραπέρα η οικονομική διακυβέρνηση με παραπέρα πολιτική ενοποίηση (το σχέδιο ετοιμάζεται και θα συζητηθεί στη Σύνοδο Κορυφής του Ιούνη), αλλά και την αντιπαράθεση ΔΝΤ - Ευρωζώνης με αφορμή την Ελλάδα, όσο και τη θεσμική ισχυροποίηση της Ευρωζώνης ώστε να βαθύνει παραπέρα η οικονομική διακυβέρνηση με παραπέρα πολιτική ενοποίηση.