Την «αναβάθμιση της παραμέτρου του φύλου» ζητά η Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων (ΓΓΙΦ) από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσα από το κείμενο της συμμετοχής της στη δημόσια διαβούλευση σχετικά με την αναθεώρηση της δομής του στρατηγικού πλαισίου «Ευρώπη 2020». Το ενδιαφέρον που δείχνουν ΕΕ και κυβερνήσεις δεν αφορά σε καμία περίπτωση την «ισότητα», ούτε τα δικαιώματα των εργαζόμενων και άνεργων γυναικών. Αφετηρία του είναι η προσπάθεια για αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην παραγωγή αλλά και στην κατανάλωση, με τέτοιους όρους που να φαίνεται και να προπαγανδίζεται ότι λαμβάνεται υπόψη η «διάσταση του φύλου», όπως λένε, αλλά ουσιαστικά ο στόχος αφορά την κερδοφορία και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Ετσι, η Γενική Γραμματεία ξεκαθαρίζει πως «η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο των γυναικών πρέπει να θεωρείται παράγοντας μεγιστοποίησης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης».
Οι εξηγήσεις που δίνει είναι αρκετά διαφωτιστικές: «Στο βαθμό που η Ευρώπη είναι μια κοινωνία που αξιοποιεί το σύνολο του ανθρώπινου κεφαλαίου της, θα είναι σε θέση να παράγει ένα ευρύτερο και καλύτερης ποιότητας φάσμα προϊόντων και υπηρεσιών για την παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα για τις αναδυόμενες οικονομίες. Εάν θέλουμε να παραμείνουμε διεθνώς ανταγωνιστικοί, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τις γυναίκες ως "ειδική πληθυσμιακή ομάδα" ή ως "ειδικευμένο καταναλωτικό κοινό" αλλά να αναγνωρίσουμε ότι, όπως εκτιμάται, είναι σε θέση να επηρεάσουν το 80% των καταναλωτικών αποφάσεων, οι οποίες αντιστοιχούν παγκοσμίως σε 15 τρισεκατομμύρια ευρώ».
Κυβερνητικά και ευρωενωσιακά επιτελεία αξιοποιούν στην προπαγάνδα τους, για να προωθήσουν την «επένδυση στο γυναικείο δυναμικό», το παράδειγμα των επιχειρήσεων που μέσα από την ισορροπημένη, από την άποψη του φύλου, σύνθεση των διοικητικών τους συμβουλίων επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά την κερδοφορία τους. Τα καλύτερα αυτά αποτελέσματα προκύπτουν και από τη δυνατότητα που δίνει στους επιχειρηματικούς ομίλους η γυναικεία συμμετοχή στα ανώτερα κλιμάκιά τους να απευθύνονται πιο αποτελεσματικά στη «γυναικεία αγορά» και το «γυναικείο καταναλωτικό κοινό». Πράγμα που, όπως φαίνεται και από τις παραπάνω επισημάνσεις της ΓΓΙΦ, είναι κρίσιμης σημασίας.
«Επιδιόρθωση» του καπιταλισμού
«Μπορούν οι γυναίκες να επιδιορθώσουν τον καπιταλισμό;», αναρωτιέται με τον τίτλο του άρθρο στην ιστοσελίδα της εταιρείας «McKinsey» (www.mckinsey.com). Η συγγραφέας του, Joanna Barsh, υπήρξε στέλεχος της επιχείρησης για αρκετά χρόνια και έχει ασχοληθεί με τα «πλεονεκτήματα» των γυναικών σε θέματα «ηγεσίας» και διοίκησης επιχειρήσεων. Με αφετηρία τη διαπίστωση πως οι γυναίκες επικεφαλής επιχειρήσεων είναι ελάχιστες, η ίδια περιγράφει πώς οδηγήθηκε σε ευρύτερα «κοινωνικο-οικονομικά θέματα»: «Καθώς η εμπιστοσύνη της Αμερικής στις επιχειρήσεις και την κυβέρνηση έχει κλονιστεί, ο οραματισμός μου πήρε νέα κατεύθυνση», αναφέρει. Η κατεύθυνση αυτή την οδήγησε στο «όραμα» ενός κόσμου που, με τη συμβολή των γυναικών στην ηγεσία του, η «αμείλικτη πίεση του καπιταλισμού για συνεχώς αυξανόμενα βραχυπρόθεσμα κέρδη» θα αντικατασταθεί από την επιδίωξη «μακροπρόθεσμου οφέλους για όλους».
Ξεκινώντας από το στόχο, δηλαδή της θωράκισης της ανταγωνιστικότητας, παίρνουν φόρα και προχωρούν παραπέρα. Φτάνουν μέχρι το σημείο να ισχυρίζονται απέναντι στις εργαζόμενες και τους εργαζόμενους, τις άνεργες και τους άνεργους, πως αιτία για τα προβλήματά τους δεν είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα αλλά το φύλο αυτών που στελεχώνουν τις κυβερνήσεις και διοικούν τις επιχειρήσεις. Πως μπορούν να ζήσουν καλύτερα αν πολλαπλασιαστούν οι γυναίκες μεγαλοστελέχη και διευθυντικά στελέχη στους μονοπωλιακούς ομίλους.
Γιατί, όμως, χρειάζεται ο καπιταλισμός «επισκευή»; Μα για «να βγούμε από τη δυσμενή θέση που βρισκόμαστε σήμερα», εξηγεί το ίδιο άρθρο, «με τα ανησυχητικά υψηλά επίπεδα ανισότητας ως προς το εισόδημα σε πολλές χώρες και την ανησυχητικά χαμηλή εμπιστοσύνη σε επιχειρήσεις και κυβερνήσεις».Ανάλογο είναι το ενδιαφέρον που υποδηλώνει ο στόχος ΕΕ και κυβερνήσεων για τη διατήρηση και την ενίσχυση της «κοινωνικής συνοχής». Με άλλα λόγια, στο επίκεντρο της προσοχής βρίσκεται η διάδοση της λογικής της ταξικής συνεργασίας, η χειραγώγηση των εργαζόμενων γυναικών και αντρών πως από την καπιταλιστική ανάπτυξη μπορούν να βγαίνουν κερδισμένοι «όλοι»: Οι επιχειρηματικοί όμιλοι αυξάνοντας τα κέρδη τους, οι εργαζόμενοι περιμένοντας τα ψίχουλα που θα πέσουν από το τραπέζι τους, οι άνεργοι ελπίζοντας σε μεγαλύτερη πιθανότητα να βρουν μια δουλειά.
«Θα μπορούσε η ύπαρξη περισσότερων γυναικών στα ανώτερα κλιμάκια της διοίκησης των επιχειρήσεων να δώσει ώθηση σε μια μακροπρόθεσμα βιώσιμη κατανομή κεφαλαίου και πόρων;», είναι η επόμενη ερώτηση που τίθεται. Η απάντηση που δίνεται είναι το «μοντέλο» ενός «ευσυνείδητου» καπιταλισμού, το οποίο παρουσιάζεται περίπου ως λαϊκή απαίτηση. Η συγγραφέας του άρθρου επικαλείται παγκόσμια έρευνα, στην οποία περισσότεροι από τους 64.000 συμμετέχοντες απάντησαν πως θα ήθελαν οι «ηγέτες» τους, σε κυβερνήσεις και επιχειρήσεις, να έχουν περισσότερα «θηλυκά» χαρακτηριστικά. Τα 2/3 αυτών συμφώνησαν πως «ο κόσμος θα ήταν ένα καλύτερο μέρος αν οι άντρες σκέφτονταν περισσότερο με τον τρόπο που σκέφτονται οι γυναίκες». Μέσα από την ηθικολογία αυτή, επιδιώκουν να «ψαρέψουν» συνειδήσεις στα νερά που έχουν φροντίσει προηγουμένως να θολώσουν. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν είναι πως ο καπιταλισμός είναι αιώνιος. Ακόμα κι αν δεν είναι τέλειος, παίρνει από διορθώσεις. Και είναι οι ίδιοι, τα μονοπώλια και οι πολιτικοί τους εκφραστές, που έχουν και τη «συνταγή» για την «επισκευή» του. Ομως, το καπιταλιστικό σύστημα έχει τους νόμους του και αυτοί δεν αλλάζουν όσο και αν οι μονοπωλιακοί όμιλοι αποκτούν πιο «γυναικείο» πρόσωπο.
Ευτυχία ΧΑΪΝΤΟΥΤΗ
Η «δέσμευση» της ΕΕ στην «ισότητα»
«Η Στρατηγική για την Ισότητα των Φύλων 2010-2015 έδειξε τη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο στόχο της ισότητας των φύλων». Αυτό επισημαίνει η υποψήφια να καταλάβει τη θέση της Επιτρόπου Δικαιοσύνης, Προστασίας των Καταναλωτών και Ισότητας των Φύλων, Επίτροπος της Τσεχίας, Βέρα Γιούροβα, απαντώντας στις ερωτήσεις που έθεσε η Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου για τα Δικαιώματα των Γυναικών και την Ισότητα των Φύλων, στα πλαίσια της διαδικασίας των ακροάσεων για τους νέους Επιτρόπους.
Η ίδια η σύνθεση της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσον αφορά τον αριθμό των γυναικών που θα συμπεριληφθούν σε αυτήν, έγινε αφορμή για να αναζωπυρωθεί η γνωστή συζήτηση για την ανάγκη συμμετοχής των γυναικών στα «κέντρα λήψης των αποφάσεων». Προβλήθηκε, για παράδειγμα, η «προσπάθεια» του προέδρου της, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, για περισσότερες γυναίκες Επιτρόπους. Οι σοσιαλιστές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τη σειρά τους, έθεσαν τη συμμετοχή 9 γυναικών ως προϋπόθεση προκειμένου να υπερψηφίσουν τη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τελικά, στη νέα Κομισιόν συμμετέχουν 9 γυναίκες, σε σύνολο 28 Επιτρόπων, όσες δηλαδή υπήρχαν στην προηγούμενη.
Στην πρώτη εκδήλωση που οργάνωσε η νέα Επιτροπή για τα Δικαιώματα των Γυναικών και την Ισότητα των Φύλων του Ευρωκοινοβουλίου στις αρχές του Σεπτέμβρη, με αντικείμενο τη στρατηγική για την Ισότητα των Φύλων μετά το 2015, το ζήτημα τέθηκε με αρκετά κατανοητό τρόπο: Η «αυξανόμενη δυσαρέσκεια για την ΕΕ» υπογραμμίζει με έμφαση την ανάγκη η ΕΕ να «επιδεικνύει τη συνεισφορά της» στη βελτίωση της ζωής των πολιτών της, συμπεριλαμβανομένης και της «ισότητας των φύλων». Στα πλαίσια αυτά, η προσπάθεια να καλλιεργούνται αυταπάτες πως η ανάδειξη περισσότερων γυναικών στα όργανα και τους θεσμούς της αστικής εξουσίας μπορεί να επιφέρει αλλαγές στην πολιτική που αυτά ασκούν και να τη βελτιώσει σε όφελος των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, είναι κάτι παραπάνω από χρήσιμη. Με αντίστοιχο τρόπο, η ανάδειξη γυναικών στο «τιμόνι» των επιχειρηματικών ομίλων «υπόσχεται» ένα πιο «φιλικό» και «ανθρώπινο» προσωπείο για τα μονοπώλια.
Αν και τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι καινούργιο, η συζήτηση επανέρχεται στο προσκήνιο με στόχο να συμβάλει στον εγκλωβισμό της δυσαρέσκειας, που στις σημερινές συνθήκες είναι αυξημένη, προκειμένου να μη μετατραπεί σε καταδίκη της ΕΕ και της στρατηγικής της. «Ισες ευκαιρίες», «ίση μεταχείριση», «ισόρροπη εκπροσώπηση» και άλλα παρόμοια, προωθούν τη στρατηγική των μονοπωλίων και παράλληλα της εξασφαλίζουν ένα περιτύλιγμα που κρύβει το περιεχόμενό της.