Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Πλημμύρα από ταινίες...

 

 

Κατακλυσμός ταινιών αυτήν τη βδομάδα. Πρεμιέρες, επαναλήψεις, αφιερώματα. Ενδιαφέρουσα η αμερικανική «Νυχτερινός ανταποκριτής» (Nightcrawler - 2014), του Νταν Γκίλροϊ, με θέμα τη βία ως εμπόρευμα στην αγορά των ΜΜΕ. Εντονο θρίλερ, ελλειπτική ιδεολογική κριτική, με τον μοναχικό Λου, με μέντορά του το ιντερνέτ, να ψάχνει για δουλειά. Ανακαλύπτει τυχαία ότι μπορεί να βγάλει λεφτά ως φριλάνς κυνηγός καυτών ειδήσεων. Με μια παλιά κάμερα συλλέγει υλικό που παζαρεύει με τα βραδινά τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων. Οσο πιο αιματηρό το υλικό τόσο καλύτερα πουλιέται. Ο Λου ξεφεύγει από το όριο. Δεν καταγράφει απλά τα γεγονότα αλλά και τα προκαλεί, μπαίνοντας στη λογική των στημένων ειδήσεων. Αμερικανικό θρίλερ και η 3η ταινία του Τζ. Σ. Τσάντορ με τίτλο «Στα Χρόνια της Βίας» («A most violent year», 2014). Ο Τσάντορ επιμένει στο νουάρ αυτό «γουέστερν» του άστεως, στο θέμα της ακεραιότητας σ' ένα διεφθαρμένο περιβάλλον, το χειμώνα του 1981 στη Νέα Υόρκη, με πολιτικούς κι επιχειρηματίες που εμπλέκονται και διαπλέκονται, αναδεικνύοντας τους άρρηκτους δεσμούς καπιταλισμού και εγκληματικότητας.

Η συμπαραγωγή Μαυριτανίας / Γαλλίας, «Τιμπουκτού» (2014), του Αμπντεραχμάν Σισακό, μοιάζει παραμύθι με μεγάλη ελευθερία στη χρήση ποιητικής γλώσσας και μεταφορών. Η άρτια, σε αισθητικό επίπεδο, μυθοπλασία καταγγέλλει τους τζιχαντιστές που ερχόμενοι έξωθεν - εν προκειμένω από τη Λιβύη - προσπαθούν να καθυποτάξουν, με πρόσχημα τη θρησκεία, ολόκληρους λαούς. Οι Τουαρέγκ παρουσιάζονται ιδανικοποιημένοι, χρωματίζονται με ποίηση και πινελιές ειρωνείας. Στην ταινία κυριαρχούν τρεις μύθοι: Ο της ερήμου, ο των νομάδων ταυτισμένος με την ελευθερία και ο μύθος των Τουαρέγκ. Τα παραπάνω συνιστούν ενσωματωμένα κλισέ στην εικόνα των δυτικών και αγγίζουν την ευαισθησία τους, ενώ η ταινία επιβεβαιώνει την ισχύ τους.

Πρεμιέρα και για το δράμα «Οχθες» («Riverbanks» - 2015) του Πάνου Καρκανεβάτου, παραγωγή Ελλάδας, Τουρκίας και Γερμανίας, αλλά και για την αισθηματική αμερικανική κομεντί «Focus» (2014) των Γκλεν Φικάρα και Τζον Ρέκουα. Αδιάφορη η γαλλική κωμωδία της Ζαν Αρί «Εγκλημα ψάχνει άλλοθι» («Elle l' adore» - 2014)... Οσο για τις υπόλοιπες πρεμιέρες, ανήκουν στο ντοκιμαντέρ: «Στο Δρόμο για το Σχολείο» («Sur le chemin de l' ecole» - 2013) του Πασκάλ Πλισόν, συμπαραγωγή Γαλλίας, Κίνας, Ν. Αφρικής, Βραζιλίας και Κολομβίας και «Μητριαρχία» («Matriarchy» - 2014) του Νίκου Κορνήλιου, διάρκειας 160 ολόκληρων λεπτών.

Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας, 8 Μάρτη

Η «New Star», τιμώντας τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες των γυναικών προβάλλει στους κινηματογράφους «Αλκυονίς» και «Στούντιο», 15 σπουδαίες ταινίες, σπουδαίων δημιουργών.

Μια η ταινία από την Ιρλανδία: «Το κορίτσι ταξιδιώτης» - «Pavee Lackeen» - (2005) σε σκηνοθεσία Πέρι Ογκντεν, παρουσιάζει ένα τολμηρό πορτρέτο μιας περιθωριοποιημένης κοινωνίας, που ζει τριτοκοσμικά σε μια σύγχρονη και «ευημερούσα» ευρωενωσιακή χώρα.

Τρεις οι ταινίες από την Ιαπωνία: «Η γυναίκα στους αμμόλοφους» (1964) του Χιρόσι Τεσιγκαχάρα με θέμα ένα αρχέτυπο ανδρόγυνο που σκάβει τους αμμόλοφους, καθώς υποτίθεται ότι έτσι προστατεύουν το αόρατο γειτονικό χωριό. Για ποια κοινωνία θυσιάζονται, γιατί υπακούουν στις επιταγές της; Οταν αποφασίζουν να αντισταθούν, αντιλαμβάνονται ότι είναι αδύνατον να διαφύγουν...

Επεται το αριστούργημα του δάσκαλου Κέντζι Μιζογκούτσι «Σταυρωμένοι Εραστές» (1954), βασισμένο σε θεατρικό του Μονζεαμόν Τσικαμάτσου και το «Μια γυναίκα ανεβαίνει τη σκάλα» (1960) του Μίκιο Ναρούσε. Τρυφερό γυναικείο πορτρέτο, διακριτική, μελαγχολική ματιά στη σύγχρονη Ιαπωνία.

Τρεις οι σοβιετικές ταινίες: Το κλασικό βωβό αριστούργημα «Η μάνα» (1926) σε σκηνοθεσία Βσέβολοντ Πουντόβκιν, μεταφορά στο σινεμά του πασίγνωστου λογοτεχνικού έργου του Μαξίμ Γκόρκι, «Ζόγια» - «Zoya» (1944) σε σκηνοθεσία Λεβ Αρνσταμ, η κινηματογραφική μεταφορά αληθινής ιστορίας για μια από τις πιο αγαπημένες εθνικές ηρωίδες της Σοβιετικής Ενωσης κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Τέλος, μια ακόμα αντιφασιστική ταινία γυρισμένη προτού λήξει ο Πόλεμος. Προπαγάνδα με τραχύ λυρισμό «Το Ουράνιο τόξο» (1944) σε σκηνοθεσία του Μαρκ Ντονσκόι. Από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες διεθνώς στην ιστορία του σοβιετικού σινεμά.

Μια η ταινία από τη Ρωσία σε σκηνοθεσία Αλεξάντερ Σοκούροφ. «Αλεξάνδρα» (2007) ο τίτλος της και θέμα της η γιαγιά Αλεξάνδρα Νικολάεβνα που έφθασε στα ρώσικα στρατόπεδα της Τσετσενίας να δει τον εγγονό της...

Ακολουθεί μια ιταλική παραγωγή «Η Αντουα και οι Φίλες της» (1960) σε σκηνοθεσία Αντόνιο Πιετράντζελι, με τους Σιμόν Σινιορέ, Εμανουέλ Ριβά και Μαρτσέλο Μαστρογιάνι.

Σπάνια η δανέζικη «Μέρες Οργής» (1943) του Καρλ Ντράγιερ για τη γυναίκα ενός πάστορα στις αρχές του 17ου αιώνα που κατηγορείται από την πεθερά της σαν μάγισσα. Καταγγελία της μισαλλοδοξίας και του σκοταδισμού, απαγορευμένη από τους ναζί.

Σπάνιο και το αριστούργημα του Χέρμπερτ Μπίμπερμαν «Το αλάτι της γης» (1953). Από τις τολμηρότερες πολιτικές ταινίες του αμερικανικού σινεμά, βασισμένη σε πραγματική απεργία. Αποκαλύπτει τις άθλιες συνθήκες εργασίας και ζωής της μεξικανοαμερικανικής κοινότητας και τη σκληρή εκμετάλλευσή της από τους βιομηχάνους.

«Λουτσία» (1968) τιτλοφορείται το σπονδυλωτό αριστούργημα του κουβανέζικου κινηματογράφου σε σκηνοθεσία Ουμπέρτο Σόλας. Ηρωίδες, γυναίκες με τ' όνομα Λουτσία σε χαρακτηριστικές περιόδους του αγώνα για την απελευθέρωση της Κούβας.

Δύο οι ταινίες από τη Μέση Ανατολή: Η μυθοπλασία συναντά το ντοκιμαντέρ στο μινιμαλιστικό, αυτοσχεδιαστικό οδοιπορικό του Λιβανέζου Φιλίπ Αρακτίνγκι «Κάτω από τις βόμβες» (2007), ενώ

«Το αλάτι αυτής της θάλασσας» (2008) της Ανμαρί Τζασίρ δείχνει την καθημερινότητα των υπό ισραηλινή κατοχή παλαιστινιακών εδαφών.

Τέλος, προσωπικός ο αγώνας που δίνει και καταγράφει η Γαλλίδα ηθοποιός Σαντρίν Μπονέρ για την αυτιστική αδελφή της Σαμπίν «Το όνομά της είναι Σαμπίν» (2007) ο τίτλος της ταινίας.

***

Για τα 82 χρόνια από τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ η «New Star» προβάλλει στο «Στούντιο» αυτή τη βδομάδα 3 αντιφασιστικές ταινίες με ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία και ιστορική τεκμηρίωση: «Ερνστ Τέλμαν, ο γιος της τάξης του» (1954) και «Ερνστ Τέλμαν, ο ηγέτης της τάξης του» (1955) του δάσκαλου Κουρτ Μέτσιγκ και το αριστούργημα του Μιχαήλ Ρομ «Ο Αληθινός Φασισμός» (1965).

 

ΦΑΤΙΧ ΑΚΙΝ

Η Μαχαιριά

Την τελευταία δεκαετία, ο Γερμανός, τουρκικής καταγωγής, Φατίχ Ακίν («Μαζί ποτέ» - 2004), συγκαταλέγεται μεταξύ των αξιόλογων σκηνοθετών, με τα διεθνή φεστιβάλ να τον καλοδέχονται. Η αναμονή για τη «Μαχαιριά» σιγόβραζε σε περιέργεια ευθέως ανάλογη της φήμης του. Η ταινία προβλήθηκε πέρσι, στο διαγωνιστικό της Βενετίας - παρακάμπτοντας τις Κάννες όπου θα κονταροχτυπιόταν με τη «Χειμερία νάρκη» του άλλου Τούρκου, Μπιλγκέ Τσεϊλάν - και άγγιξε κυριολεκτικά πάτο. Ακούστηκε κάτι για «οικτρή» απογοήτευση και «βαρύ» φιάσκο για την ταινία, που έγινε με προδιαγραφές μεγαλεπήβολης διεθνούς υπερπαραγωγής, αγγλόφωνου πολεμικού περιπετειώδους κολοσσού προς εξαγωγή, που εκμεταλλεύεται την τραγωδία της σφαγής των Αρμενίων, για να επικεντρωθεί στην εποποιία ενός μουγκού πατέρα που αναζητά σε γη και ουρανό τις κόρες του. Το φιλμ συγχέει την Ιστορία με τις επιφυλλίδες, δεν έχει τίποτα το επικό ή πραγματικά δραματικό, ενώ στην επίπεδη και «δηκτική» ροή του εναλλάσσει περιπέτεια με «γουέστερν», χωρίς όμως ρυθμό ικανό να στηρίξει τα 138 λεπτά που διαρκεί.

Η νωπογραφία ανάμεσα σε δύο ηπείρους αρχίζει το 1915 στο Μαρντίν. Οι Αρμένιοι καταδιώκονται από τους Οθωμανούς. Ανάμεσά τους, ο χριστιανός Ναζαρέτ - με το σταυρό χαραγμένο στο πετσί του. Οι Τούρκοι τον χώρισαν από σύζυγο και κόρες, τον έριξαν στα καταναγκαστικά έργα να σπάει πέτρα μέχρι που ο θάνατος έπεσε πάνω του με αδέξιο μαχαίρι, αστόχησε να του κόψει το λαρύγγι, μα κατέστρεψε τις φωνητικές του χορδές. Μουγκός, πεινασμένος και φυγάς μαθαίνει ότι οι δίδυμές του κόρες μάλλον ζουν. Κι αρχίζει μια «οδύσσεια», ένα οδοιπορικό με αυτόματο πιλότο από τη Μεσοποταμία στην Αβάνα κι από κει στη Βόρεια Ντακότα, μέσα από ένα υπερ-εμπορικό δράμα με τη «σιωπή» στη βάση του...

Ο μαινόμενος Ακίν - με τομές σε μικρές μποέμικες ιστορίες στο ενεργητικό του, ραψωδός της ζωής όπως έρχεται και των αισθηματικών απογοητεύσεων αυτών που δεν προγραμματίζουν, αλλά ζουν τη ζωή στα άκρα - εδώ, κάνει άλλες επιλογές, αλλάζει στιλ.

Η φιλόδοξη στα χαρτιά ταινία αυτοαποκαλύπτεται ως προϊόν που εναλλάσσει τηλεοπτική φιξιόν μέσου επιπέδου με ενοχλητική «θεαματοποίηση του πόνου». Η ταινία του Ακίν είναι σινεμά πεπερασμένο, μπαγιάτικο και αναχρονιστικό και παντελώς ανίκανο να μιλήσει για το σήμερα. Η επιλογή του Ακίν να φθάσει στο πλατύ κοινό μέσω κουτσής αγγλικής, δηλοί προοδευτικό γλίστρημα στη χορεία του στιλιζαρισμένου μελό και συνιστά αυτογκόλ ηθικής και αισθητικής τάξης. «Η Μαχαιριά» δεν παρασύρει ούτε χαράσσεται στη μνήμη. Αυτό που θα έπρεπε να είναι ένα ταξίδι στη φρίκη του πολέμου εξανεμίζεται, αφήνοντας το πόστο του σε μια απλοϊκή ιστορία απώλειας και συμφιλίωσης. Ο Ακίν έχασε κάπου το παιχνίδι. Ισως στον μουγκό πρωταγωνιστή, τον πολύ νέο για το ρόλο Ταχάρ Ραχίμ από την Αλγερία, με ωραία φατσούλα αλλά ερμηνεία χωρίς ένταση. Από αφηγηματική οπτική ένας μουγκός πρωταγωνιστής λειτουργεί λειψά και η «μεταφορά» του ά-φωνου Ναζαρέτ με τον βωβό Τσάπλιν πέφτει στο κενό. Από την άλλη, μια εικόνα αξίζει χίλιες λέξεις και ο Ακίν μεταδίδει την αρμένικη τραγωδία μέσα από εικόνες.

Ερμαφρόδιτο συνονθύλευμα, ξεκινά από την Τουρκία (εκεί βρίσκονται οι ρίζες του Ακίν) και καταλήγει στην Αμερική (εκεί βρίσκονται οι ρίζες της βιομηχανικής παραγωγής του σινεμά προς εξαγωγή). Η σφαγή των Αρμενίων ήταν το πρόσχημα... Ωστόσο, εδώ που τα λέμε, ο Ακίν ουδέποτε υπήρξε μη συνήθης σκηνοθέτης...

Με τους: Ταχάρ Ραχίμ, Σιμόν Αμπκαριάν, κ.ά.

Παραγωγή: «The Cut», Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Τουρκία, Καναδάς, Ρωσία, Ιταλία (2014)

“Ριζοσπάστης” Πέμπτη 05 Μάρτη 2015