Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

ΣΥΓΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΕΥΡΩΖΩΝΗ - ΔΝΤ Συνεχίζονται τα παζάρια με φόντο τους ανταγωνισμούς των μονοπωλίων



Το εύρος των αντιλαϊκών μέτρων της «επόμενης μέρας», σε συνδυασμό με την επιλογή της χρονικής συγκυρίας που αυτά θα εφαρμοστούν και θα αναπτυχθούν, βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της διαβούλευσης ανάμεσα στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με τους «θεσμούς» της τρόικας.
Το κουβάρι των αντιθέσεων και των γενικότερων ανταγωνισμών του κεφαλαίου ξετυλίγεται και στη Σύνοδο Κορυφής του G7, που συνεδριάζει στη Δρέσδη της Γερμανίας. Μάλιστα, το ελληνικό ζήτημα αναμένεται να συζητηθεί, σήμερα Παρασκευή, στο πλαίσιο ειδικής ομάδας εργασίας των κρατών της «Ομάδας των Επτά» (Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ιταλία, Καναδάς).
«Βρισκόμαστε όλοι στη διαδικασία της επεξεργασίας μίας λύσης για την Ελλάδα και δεν θα έλεγα ότι έχουμε επιτύχει ουσιαστικά αποτελέσματα», δήλωσε από τη Δρέσδη η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κ. Λαγκάρντ.
Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Β. Ντομπρόβσκις, επανέλαβε χτες ότι απαιτείται ακόμη πολλή δουλειά να γίνει σε ό,τι αφορά το ελληνικό ζήτημα. Στο ίδιο μήκος, κινήθηκαν οι χτεσινές δηλώσεις εκπροσώπου της Κομισιόν, η οποία διευκρινίζει πως οι διαπραγματεύσεις σε επίπεδο «Brussels Group» θα συνεχιστούν τις επόμενες μέρες και ακόμη ότι χρειάζεται «περαιτέρω πρόοδος» στις τεχνικές διαβουλεύσεις.
Από την πλευρά του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γ. Σακελλαρίδης, σημείωσε πως η συγκυβέρνηση προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις «με σκοπό, μέχρι την Κυριακή, να υπάρξει συμφωνία με τους εταίρους». Παράλληλα, επισήμανε ότι «δεν υπάρχει παραμικρός λόγος ανησυχίας σε σχέση με τις τράπεζες», και πως «το κείμενο της συμφωνίας είναι κοινό μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών».

«Κινδύνους» βλέπει η ΕΚΤ

«Η απουσία μιας συμφωνίας για τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές (στην Ελλάδα), αυξάνει τον κίνδυνο μιας ανοδικής προσαρμογής των ασφαλίστρων κινδύνου που ζητούνται για τα πιο ευάλωτα κρατικά ομόλογα της περιφέρειας». Αυτό επισημαίνει, ανάμεσα σε άλλα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα που δημοσιοποίησε χτες.
Η ΕΚΤ προειδοποιεί, επίσης, ότι οι διεθνείς επενδυτές θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μια «απότομη αντιστροφή» των ήδη χαμηλών αποδόσεων, εξέλιξη που, όπως επισημαίνει, ενδέχεται να επιδεινωθεί από τη χαμηλή ρευστότητα στη δευτερογενή αγορά με κινδύνους σε ό,τι αφορά την επιτυχή έκβαση του προγράμματος «νομισματικής χαλάρωσης», που εφαρμόζεται, σε αυτήν τη φάση, προκειμένου να ανακάμψουν οι επενδύσεις των μονοπωλίων.
Η ΕΚΤ επισημαίνει και τα παρακάτω:
-- Οτι ο κίνδυνος χρεοκοπίας για την Ελλάδα έχει αυξηθεί σημαντικά, και ακόμη ότι ο ελληνικός τραπεζικός τομέας παρουσιάζει σημαντικές εκροές καταθέσεων.
-- «Η χρονοβόρα και αβέβαιη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, μεταξύ της νεοσύστατης ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτών της, συνέβαλε σε περιόδους έντονης αστάθειας στις ελληνικές αγορές».
-- Γίνεται, επίσης, λόγος για κίνδυνο που οφείλεται στην πολιτική αβεβαιότητα τους τελευταίους έξι μήνες, την ώρα που ο τραπεζικός τομέας έχει υποστεί σημαντικές εκροές καταθέσεων και την απώλεια πρόσβασης στις αγορές.

Συνεχίζεται η αντιλαϊκή κοπτοραπτική

Η απογείωση της φοροαφαίμαξης των λαϊκών στρωμάτων μέσω των αυξημένων συντελεστών ΦΠΑ, η κατάργηση των λεγόμενων πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, σε συνδυασμό και με τις γενικότερες περικοπές στο συνταξιοδοτικό σύστημα, οι αντιλαϊκές παρεμβάσεις στα Εργασιακά, η κλιμάκωση του προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων κ.ά., αποτελούν τους κεντρικούς άξονες της διαβούλευσης ανάμεσα στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και τους «θεσμούς» της τρόικας.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιούνκερ, προσδιόρισε τα επιπλέον έσοδα, της φοροληστείας του λαού μέσω ΦΠΑ, στο 1% του ΑΕΠ ή σε 1,8 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Παράλληλα, ξέκοψε κάθε συζήτηση για μειωμένους συντελεστές στις συναλλαγές μέσω τραπεζικών καρτών, λέγοντας ότι αυτό προσκρούει στην 6η κοινοτική Οδηγία.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Σταθάκης, υποστήριξε ότι τα επιπλέον έσοδα από την αύξηση του ΦΠΑ θα φτάσουν σε 1 δισ. ευρώ. Να σημειωθεί ότι η συζήτηση για την «επίλυση» της συγκεκριμένης «εκκρεμότητας» συνεχίζεται στο πλαίσιο του «Brussels Group», με τους «θεσμούς» της τρόικας.