Ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα πάνω από τη ΝΔ επιτεύχθηκε, έστω και αν δεν επιτεύχθηκε με βάση τους όρους που είχε θέσει στις αρχές της προεκλογικής μάχης. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να διατηρήσει το ποσοστό του παρ' όλη τη μείωση που είχε σε ψήφους σε σχέση με τον Ιούνη του 2012 ενώ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (Ελιά) είχαν μεγάλες απώλειες σε ψήφους και ποσοστά.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν αυτή η αλλαγή στο συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων θα σηματοδοτήσει την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής. Στις ευρωεκλογές καταγράφηκε εργατική - λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στην πολιτική της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, η οποία όμως δυσαρέσκεια είτε εκφράστηκε στη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, είτε σκόρπισε σε διάφορα πολιτικά σχήματα που δεν αμφισβητούν την ουσία της κυρίαρχης πολιτικής, τον ευρωμονόδρομο και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης.
***
Το εξηγούσαμε και προεκλογικά, το επαναλαμβάνουμε και τώρα - και ας παρεξηγείται η «Αυγή» - ότι η εκλογική ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές δεν σηματοδοτεί ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής. ανεξάρτητα εάν μπορεί να προκληθούν βουλευτικές εκλογές ή όχι. Η εκτίμηση αυτή προκύπτει από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τη δράση του, προκύπτει απ' το γεγονός ότι η διαχειριστική πολιτική, οι στόχοι υπεράσπισης της «υγιούς επιχειρηματικότητας», των επενδύσεων, της καπιταλιστικής ανάκαμψης, της παραμονής της χώρας στην ΕΕ και το ευρώ κ.λπ., δεν τον φέρνουν σε ουσιαστική αντίθεση με την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης.
Το ποσοστό που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2012 στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν δεν μπόρεσε καν να αξιοποιηθεί στην κατεύθυνση της μαχητικής διεκδίκησης μέτρων για την προστασία των ανέργων και των εργαζομένων από την αντιλαϊκή επίθεση. Πολύ απλά γιατί και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και η κυβέρνηση, έχει πολιτικές δεσμεύσεις απέναντι στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης και την ΕΕ, δεν μπορεί καν να παλέψει στο σήμερα στόχους που έρχονται σε σύγκρουση με το κεφάλαιο. Γι' αυτό άλλωστε αυτό που υπόσχεται στους ανέργους είναι μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας όταν και εφόσον βγει κυβέρνηση.
***
Δεν είναι ανατρεπτική η διακήρυξη ότι «η Ελλάδα είναι μια χώρα που ανήκει στο δυτικό πλαίσιο, στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, αυτό δεν αμφισβητείται», που δήλωσε ο Τσίπρας τις παραμονές της εκλογικής αναμέτρησης. Τουλάχιστον το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1970, ανεξάρτητα πού το πήγαινε, έλεγε: «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο». Πιο πίσω, λοιπόν, ακόμα και από αυτόν τον ψευδεπίγραφο ριζοσπαστισμό.
Δεν είναι ανατρεπτικός στόχος η και προεκλογικά ακόμα αναζήτηση στελεχών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που ως σύγχρονοι πρόθυμοι θα συμβάλουν σε μετεκλογικές συνεργασίες με τον ΣΥΡΙΖΑ για την υλοποίηση της στρατηγικής του κεφαλαίου με άλλο μείγμα διαχείρισης. Είναι στόχος για την αναπαλαίωση του πολιτικού συστήματος.
Ανατρεπτικός στόχος δεν ήταν και δεν είναι η αναγνώριση του χρέους που δεν προκάλεσε ο λαός, όπως δεν είναι ανατρεπτικός στόχος η σε όλους τους τόνους διαβεβαίωση ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα τηρήσει τις συμφωνίες με την ΕΕ.
Το ίδιο το δίλημμα «ανάπτυξη ή λιτότητα», που με διαφορετικό τρόπο προβάλλουν τόσο η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, δε συνιστά ανατρεπτικό στόχο, αντίθετα οδηγεί ευθέως στη συντήρηση. Είτε με τον τρόπο της ΝΔ, που μιλά για στροφή της οικονομίας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, είτε με τον τρόπο του ΣΥΡΙΖΑ, που μιλά για ανάπτυξη με άλλο δημοσιονομικό μείγμα, η ανάπτυξη που προβάλλουν παραμένει καπιταλιστική, δηλαδή αρπαγή του πλούτου που παράγουν οι εργαζόμενοι.
***
Η επόμενη μέρα, λοιπόν, όχι μόνο δεν θα σηματοδοτήσει κάποια ανατροπή υπέρ του λαού, αντίθετα για τα λαϊκά συμφέροντα οι πολιτικοί συσχετισμοί παραμένουν αρνητικοί. Το εκλογικό αποτέλεσμα δεν σηματοδοτεί χειραφέτηση από την αστική πολιτική, πόσο μάλλον ανατροπή. Το γεγονός ότι η αστική τάξη μοστράρει τις διάφορες πολιτικές εφεδρείες της σαν απόδειξη ότι κάτι κινείται δεν συνιστά ανατροπή, πόσο μάλλον «πολιτικό σεισμό», τον οποίο σε κάποια στιγμή είδαν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για να το μασήσουν στη συνέχεια.
Η πραγματική ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής σημαίνει αποδέσμευση από την ΕΕ, λαϊκή εξουσία και κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων και έχει ως προϋποθέσεις την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και την ενίσχυση της Λαϊκής Συμμαχίας σε αντικαπιταλιστική, αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Αλλιώς ανατροπή για το λαό δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στην ΕΕ και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Κυβερνήσεις θα φεύγουν και θα έρχονται, το ένα κόμμα θα περνά μπροστά από το άλλο, νέα κόμματα αστικής διαχείρισης θα διαμορφώνονται, η ουσία της αντιλαϊκής πολιτικής θα μένει ίδια. Μην περιμένεις λοιπόν ανατροπή έτσι. Εχουμε δρόμο μπροστά μας για να αλλάξουμε τους συσχετισμούς υπέρ της εργατικής τάξης, του λαού και εις βάρος του κεφαλαίου, των μονοπωλίων και των κομμάτων τους σε όλες τις εκδοχές.