Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ο «ρεαλισμός» και το «μικρότερο κακό»

 

Με σειρά πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει το τελευταίο διάστημα, ο ΣΥΡΙΖΑ εντείνει την προσπάθειά του να σχηματίσει συμμαχίες με άλλες δυνάμεις του αστικού πολιτικού σκηνικού, τέτοιες που να του επιτρέψουν να είναι αυτός που θα αναλάβει μετά τις επόμενες εκλογές τη διαχείριση του συστήματος από το πόστο της αστικής διακυβέρνησης. Ακριβώς για τον ίδιο λόγο, επιχειρεί να «ντύσει» αυτές τις πρωτοβουλίες με το απαραίτητο «φιλολαϊκό» προφίλ, το οποίο θα δώσει λαϊκό έρεισμα σε αυτήν την προσπάθεια, θα στρατεύσει εργατικές - λαϊκές δυνάμεις πίσω από αυτόν το στόχο.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΥΡΙΖΑ «σηκώνει» πρωτοβουλίες γύρω από οξυμένα προβλήματα, ξεχωρίζει ως «κρίκο» την αντίθεση σε συγκεκριμένα νομοσχέδια που προωθεί η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, με τα οποία εφαρμόζεται η στρατηγική υπέρ των μονοπωλίων που έχει συμφωνηθεί σε επίπεδο ΕΕ, χωρίς ωστόσο να αμφισβητεί ούτε στο ελάχιστο τον πυρήνα της στρατηγικής αυτής.

Οι πρωτοβουλίες που παίρνει ή εξαγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ για τη ΔΕΗ, τους αιγιαλούς, το Ασφαλιστικό κ.ά. αποπροσανατολίζουν σταθερά τις εργατικές - λαϊκές συνειδήσεις από την πραγματική ρίζα και ουσία των αντιλαϊκών μέτρων, επιμένουν να δείχνουν στο λαό το δέντρο και όχι το δάσος.

Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ σήκωσε το ζήτημα της «μικρής ΔΕΗ», αλλά όχι το ζήτημα της απελευθέρωσης της Ενέργειας, της μέχρι τώρα πορείας ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ και των συνεπειών της σε αυτό το πλαίσιο. Αναδεικνύει το ζήτημα του αιγιαλού, αλλά δε λέει κουβέντα για το βασικό θέμα που βρίσκεται πίσω από όλους τους χωροταξικούς σχεδιασμούς που «τρέχει» το κεφάλαιο, το γεγονός δηλαδή ότι η γη και ο φυσικός πλούτος είναι εμπορεύματα. Καταγγέλλει τα νέα αντιασφαλιστικά μέτρα, αλλά υπερασπίζεται την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου που δεν μπορεί χωρίς αυτά, ενώ παράλληλα ηγετικά στελέχη του όπως ο Γ. Σταθάκης δηλώνουν χαρακτηριστικά ότι δίπλα στη δημόσια Ασφάλιση «η ιδιωτική ασφάλιση έχει τεράστια περιθώρια ωρίμανσης, ανάπτυξης, και εμείς θα είμαστε παρόντες σε αυτήν την προσπάθεια ανάπτυξης αυτού του τομέα»...

Στρατηγική η συμφωνία τους με το αντιλαϊκό πλαίσιο

Είναι άραγε θέμα «τακτικής» -όπως θέλει να το παρουσιάζει ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ- το γεγονός ότι από όλες τις πρωτοβουλίες που παίρνει απουσιάζει πλήρως το θέμα της στρατηγικής που υπαγορεύει αυτά τα αντιλαϊκά νομοσχέδια και μέτρα; Είναι «τακτική» το γεγονός ότι δε λέει κουβέντα για το τι έχει συντελεστεί ήδη στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής σε όλους τους «κρίκους» που ιεραρχεί, καλώντας μάλιστα το λαό να δεχτεί τη βολική για το σύστημα προσέγγιση του «ό,τι έγινε, έγινε»; Είναι, μήπως, θέμα πολιτικών αδυναμιών και ελλείψεων του ΣΥΡΙΖΑ στην ανάλυση που κάνει;

Η απάντηση είναι καθαρή: Είναι θέμα στρατηγικής! Ο ΣΥΡΙΖΑ με τη στρατηγική του υπέρ της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, υπέρ της συμμετοχής στον ευρωατλαντικό άξονα ΕΕ - ΝΑΤΟ και της ενεργού εμπλοκής της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και σχεδιασμούς, δεν μπορεί - ούτε και θέλει - να δώσει ουσιαστική απάντηση στα οξυμένα προβλήματα από τη σκοπιά των εργατικών - λαϊκών αναγκών. Μια τέτοια απάντηση θα ισοδυναμούσε αντικειμενικά με σύγκρουση με το κεφάλαιο και την ΕΕ, ακριβώς δηλαδή με αυτούς στους οποίους δίνει καθημερινά όλο και περισσότερες εξετάσεις ότι μπορεί να αναλάβει την αστική διακυβέρνηση.

Επιδιώκοντας να αναδειχθεί σε κυβέρνηση διαχείρισης της σημερινής κατάστασης, ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει με κάθε τρόπο τη χρησιμότητά του ως δύναμη κυβερνητικής εναλλαγής, ως εναλλακτική δύναμη για τη θωράκιση του αστικού πολιτικού συστήματος. Προσπαθεί να πάρει το χρίσμα από το κεφάλαιο, ως ο ικανότερος διαχειριστής και διαπραγματευτής των συμφερόντων του σε αυτήν τη φάση.

Γι' αυτόν ακριβώς το σκοπό, επιχειρεί να διαμορφώσει «εναλλακτικές» προτάσεις διαχείρισης ζητημάτων κομβικών για το κεφάλαιο (όπως είναι η απελευθέρωση της Ενέργειας και ο ενεργειακός εφοδιασμός των μονοπωλίων, οι χρυσοφόρες «μπίζνες» πάνω στη γη και το φυσικό πλούτο, το Ασφαλιστικό και άλλα θέματα στο πλαίσιο του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους» των επιχειρηματικών ομίλων), χωρίς φυσικά να αμφισβητεί ούτε στο ελάχιστο το ίδιο το αντιλαϊκό πλαίσιο που υπηρετεί τους στόχους των μονοπωλίων.

Αντιθέτως, μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι δεν υλοποιεί σωστά αυτό το πλαίσιο, π.χ. στην περίπτωση της «μικρής ΔΕΗ» έλεγε ότι το κυβερνητικό νομοσχέδιο δεν αποτελεί σωστή εφαρμογή της (από χέρι αντιλαϊκής!) απελευθέρωσης. Αντίστοιχα, για την πώληση μιας σειράς «φιλέτων», η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ εστιάζει στο αντίτιμο της πώλησης, στη συγκεκριμένη μορφή που θα γίνει η επιχειρηματική «αξιοποίηση», στο αν ακολουθούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες (προφανώς για να μη μένει κανένα τμήμα του κεφαλαίου παραπονούμενο)...

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να εκφράσει σε τέτοια ζητήματα αντιθέσεις που υπάρχουν μέσα στους κόλπους της αστικής τάξης, με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντα επιμέρους τμημάτων της. Στην υπόθεση της «μικρής ΔΕΗ», ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να εκφράσει σε πολιτικό επίπεδο τα συμφέροντα των καπιταλιστών των λεγόμενων «ενεργοβόρων» βιομηχανιών, των μελών της λεγόμενης Ενωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, οι οποίοι πιέζουν για εξασφάλιση ακόμα πιο φθηνής Ενέργειας και θεωρούν ότι πλήττονται από την είσοδο άλλων καπιταλιστών στον κλάδο. Οπως έχουμε ξανασημειώσει, δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι μέχρι και το «Βήμα», στο κύριο άρθρο του στις 6/7/2014, καλούσε «κυβέρνηση και αντιπολίτευση να προστατέψουν τη δημόσια περιουσία από τους ξένους πειρατές, αλλά και από τις ντόπιες αρκούδες».

Στο ίδιο μήκος κύματος, πριν από λίγους μήνες, το Φλεβάρη του 2014, ήταν ο Αλ. Τσίπρας που από το βήμα της Βουλής διατράνωνε ότι στον ΣΥΡΙΖΑ «θέλουμε επενδυτές, θέλουμε ξένους επενδυτές, όχι πειρατές», ενώ την περασμένη βδομάδα στην εκδήλωση για τους αιγιαλούς, κάλεσε τους εργαζόμενους να συμπαραταχθούν με «τους επιχειρηματίες του τουρισμού και όχι μόνο», για να στραφούν εναντίον της «πολιτικής του πλιάτσικου, της πειρατείας σε βάρος της χώρας μας» από τους «πιο αρπακτικούς κύκλους του διεθνούς κεφαλαίου»...

«Φιλολαϊκός» μανδύας σε αστική στρατηγική

Σε αυτήν τη βάση ο ΣΥΡΙΖΑ «χτίζει» τις «συμμαχίες» του με στόχο την ανάληψη της αστικής διαχείρισης, επιδιώκοντας παράλληλα να παρουσιαστεί ως «φιλολαϊκή» εναλλακτική κυβερνητική λύση, ενάντια στην «παράλογη», «εκτός ευρωπαϊκού κεκτημένου» και «ενδοτική» πολιτική της τρέχουσας κυβέρνησης. Για το σκοπό αυτό αξιοποιεί την αποπροσανατολιστική δράση συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών, την επιρροή φορέων και πολιτικών παραγόντων που προέρχονται από τα σπλάχνα του δικομματισμού και έχουν σοβαρές ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η πρόβα τζενεράλε αυτής της προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ, η εκδήλωση για τη «μικρή ΔΕΗ» ανέδειξε χαρακτηριστικά τους υποψήφιους συνοδοιπόρους του: από ξεπεσμένους ΠΑΣΟΚους, πρώην υπουργούς και βουλευτές, «μνημονιακούς» και μη, μέχρι γνωστούς εργατοπατέρες, εκπροσώπους από τη «λαϊκή Δεξιά» των ΑΝΕΛ και την πάντα «πρόθυμη» ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Με τη βοήθεια αυτών των «συμμάχων», ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει το λαό να στρατευτεί πίσω από τη λογική του περιβόητου «μικρότερου κακού» που πάντα ήταν σκαλοπάτι για τα ακόμα χειρότερα. Παρουσιάζει ως δήθεν «ρεαλισμό» το γεγονός ότι αποδέχεται πλήρως το σημερινό πλαίσιο, όταν στην πραγματικότητα είναι στρατηγική η συμφωνία του με αυτό. Ως διέξοδο για τους εργαζόμενους προβάλλει όχι την αμφισβήτηση και την ανατροπή της ίδιας της αντιλαϊκής πολιτικής και της ρίζας που τη γεννάει, αλλά τον εγκλωβισμό τους στα ενδοαστικά παζάρια για τον τρόπο εφαρμογής της.

Αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει ως τάχα «μικρότερο κακό» είναι η πολιτική συμμαχιών του για την αστική διακυβέρνηση, με παράλληλη εξασφάλιση «ταξικής ειρήνης» μέσα από τη χειραγώγηση των εργαζομένων στη στρατηγική του κεφαλαίου και τη μετατροπή του λαϊκού κινήματος σε υπηρέτη της κυβερνητικής εναλλαγής. Είναι φανερό ότι μια τέτοια γραμμή δεν μπορεί να ωφελήσει το λαό ούτε άμεσα, με τη μορφή έστω μιας ανακούφισης, ούτε βεβαίως προοπτικά.

Η λογική του «μικρότερου κακού» δεν έβγαλε ποτέ πουθενά και αυτό αποδείχτηκε περίτρανα και διαχρονικά και στην υπόθεση της ΔΕΗ. Με τη λογική του «μικρότερου κακού», με μπροστάρηδες του σημερινούς συμμάχους του ΣΥΡΙΖΑ, άνοιξε στο παρελθόν ο δρόμος για τη μετοχοποίηση και την ιδιωτικοποίησή της, με το «ούτε μία μετοχή στους ιδιώτες» που στην πορεία έγινε «το 51% να μείνει στο κράτος», με την ίδια λογική και σήμερα - με μπροστάρηδες και πάλι τους ίδιους - δεν μπήκε στο στόχαστρο η ίδια η στρατηγική της απελευθέρωσης της Ενέργειας, καλλιεργήθηκε στάση αναμονής, αφοπλίστηκαν οι εργαζόμενοι μπροστά στην ένταση της καταστολής από τη μεριά της κυβέρνησης.

Στην αντίπερα όχθη από όλες τις εκδοχές της αστικής πολιτικής, το ΚΚΕ παλεύει για όλα τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, δίνει όλες του τις δυνάμεις, ώστε οι αγώνες του λαού να μη μένουν άσφαιροι, να σημαδεύουν τον πραγματικό αντίπαλο: Το κεφάλαιο και την πολιτική που υπηρετεί τα συμφέροντά του. Μόνο έτσι οι αγώνες του λαού μπορούν να έχουν διάρκεια, αντοχή απέναντι στην ένταση της καταστολής, αλλά και απέναντι στους ελιγμούς δυνάμεων που ντύνουν την αντεργατική πολιτική με «φιλολαϊκό» μανδύα. Μόνο οι αγώνες με ένα τέτοιο περιεχόμενο μπορούν να απαντήσουν τόσο στο σήμερα, αναγκάζοντας τον αντίπαλο να κάνει παραχωρήσεις που μπορεί να ανακουφίσουν προσωρινά εργατικά - λαϊκά στρώματα, όσο κυρίως και στο αύριο, ανοίγοντας το δρόμο για την οικοδόμηση της Λαϊκής Συμμαχίας που θα ανατρέψει την ίδια τη ρίζα της αντιλαϊκής πολιτικής, τα μονοπώλια και την εξουσία τους.