Η υποχρηματοδότηση και οι περικοπές στα πανεπιστήμια είναι αναμφισβήτητα το νούμερο 1 πρόβλημα που εντοπίζουν διαχρονικά οι διοικήσεις των ιδρυμάτων και που το ιεραρχούν ψηλά και οι νέες πρυτανικές αρχές που εκλέχτηκαν σε Πανεπιστήμιο Αθήνας (ΕΚΠΑ) και Ε.Μ. Πολυτεχνείο. Πέρα όμως από τα ευχολόγια του τύπου «το κράτος πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του», οι δυο πρυτάνεις των παραπάνω ιδρυμάτων, Θ. Φορτσάκης και Γ. Γκόλιας, αντίστοιχα, συμφωνούν ότι η εξεύρεση πόρων πρέπει να προέρχεται και από την αγορά και μάλιστα λένε πως αυτό πρέπει να γίνει προσωπική υπόθεση του κάθε πανεπιστημιακού:
Χαρακτηριστικά, δηλώνουν στην «Καθημερινή» της Κυριακής:
«Είναι ψευδεπίγραφο να μας ζητούν να βρούμε λεφτά μόνοι μας χωρίς να δίνουν κίνητρα στους πανεπιστημιακούς. Από την άλλη, η περιουσία των ιδρυμάτων είναι εν υπνώσει και πρέπει να την εκμεταλλευτούμε. Πρέπει η πανεπιστημιακή κοινότητα να ξεκολλήσει από τα ιδεοληπτικά ταμπού» (Θ. Φορτσάκης).
«Απαιτείται καλύτερη διαχείριση, πιο σφιχτή. Και οι συνάδελφοι δεν πρέπει να τα περιμένουν όλα από το κράτος, είμαστε υποχρεωμένοι να βρούμε πόρους από την αγορά. Ισως για κάποιους ακούγεται αιρετικό, αλλά πρέπει να το κάνουμε» (Γ. Γκόλιας).
***
Και οι δύο, δηλαδή, μιλούν για μια αναγκαία αλλαγή νοοτροπίας ώστε οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι να γίνουν καλοί μάνατζερ, που ανάμεσα στα βασικά τους καθήκοντα θα είναι να βρίσκουν πόρους, να κλείνουν συμφωνίες με επιχειρήσεις, να επιλέγουν έρευνα και διδασκαλία σε εκείνους τους τομείς που μπορούν να αποφέρουν κέρδος για το ίδρυμα κι όχι στους επιστημονικούς τομείς που θα ανακουφίζουν το λαό και θα συμβάλλουν στην πρόοδό του. Ετσι, όμως, το περιεχόμενο της ανάπτυξης της επιστήμης θα υποτάσσεται όλο και περισσότερο στις απαιτήσεις της αγοράς.
Στο ίδιο πνεύμα ο πρύτανης του ΕΚΠΑ μιλά και για αξιοποίηση της περιουσίας των ιδρυμάτων. Για παράδειγμα, υπάρχουν κτίρια που ανήκουν στο ΕΚΠΑ, παραμένουν κλειστά και αίτημα του φοιτητικού κινήματος είναι να γίνουν δωρεάν εστίες για τους φοιτητές. Στο πνεύμα, όμως, της «αξιοποίησης» που περιγράφει ο νέος πρύτανης είναι να χρησιμοποιηθούν με τρόπο που θα αποφέρουν κέρδη στο ίδρυμα κι όχι με σκοπό την ανακούφιση των φοιτητών από άλλες πόλεις και των οικογενειών τους.
***
Βέβαια, μπορεί να επικαλεστεί κανείς ότι η σύνδεση πανεπιστημίων με επιχειρήσεις δεν είναι καινούριο φαινόμενο, αλλά υφίσταται τις τελευταίες δεκαετίες. Ηδη, πριν εφτά χρόνια, η χρηματοδότηση των ερευνητικών προγραμμάτων του ΕΜΠ βασιζόταν κατά τα 3/4 σε δημόσιους πόρους και κατά το 1/4 σε ιδιωτικά κονδύλια και μόνο το 2006, η εμπορική αξιοποίηση των ερευνητικών του προγραμμάτων απέφερε 66.000.000 ευρώ. Τι το διαφορετικό, λοιπόν, θέλουν να επιτύχουν οι δυο πρυτάνεις; Μα, όπως φαίνεται και από τις δηλώσεις τους, υπάρχουν ακόμα αντιστάσεις στα ιδρύματα.
Οταν οι πρυτάνεις λένε «...για κάποιους ακούγεται αιρετικό» ή κάνουν λόγο για «ιδεοληπτικά ταμπού» φαίνεται ότι δεν είναι όλοι οι πανεπιστημιακοί εμποτισμένοι με τη λογική της εμπορικής αξιοποίησης της δουλειάς τους, ή υπάρχουν και κάποιοι που αντιστέκονται στο νέο μοντέλο του πανεπιστημιακού - μάνατζερ. Οταν οι διοικήσεις, λοιπόν, μιλούν για ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας στα ιδρύματα στοχεύουν ακριβώς σε αυτό: Στο να κάμψουν όποιες αντιστάσεις υπάρχουν απέναντι στη μετατροπή της έρευνας και της διδασκαλίας σε εμπόρευμα, ακόμα κι αν αυτές προέρχονται από μια καθαρά αστική ακαδημαϊκή αντίληψη για το ρόλο και το χαρακτήρα των ιδρυμάτων.