Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

… Όντως, με το ΠΑΜΕ εσύ δεν έχεις καμιά δουλειά. Τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου όμως , έχουν !!! **

 

** Αναδημοσίευση από “Revolt”

Θυμάσαι; Όταν πηγαίναμε μαζί στο λύκειο, εσύ φόραγες μάλλινο παλτό τούς χειμώνες πάνω απ’ την μπλε ποδιά και ζεστές δερμάτινες μπότες στα ποδάρια.

Οι γονείς σου τότε, απόκτησαν ξαφνικά καλή οικονομική επιφάνεια και δε σου έλειπε τίποτα. Στα δεκάξι σου, σου είχαν κιόλας έτοιμη την προίκα σου. Ένα διώροφο με τέσσερα διαμερίσματα!

Αντίθετα, εγώ έβαζα μόνο ένα μπλουζάκι μέσα απ’ την ποδιά και στα ποδάρια πάνινα φτηνά παπούτσια. Κι από προίκα; Ούτε σεντόνι!

Η αλήθεια είναι όμως, πως κι εγώ μπόραγα τότε νά ’χω στο κορμί παλτό και στα πόδια δερμάτινα παπούτσια. Η μάνα μου δούλευε παραδουλεύτρα σε πλουσιόσπιτα, κι όλο και κάποια αποφόρια δικά τους και των παιδιών τους, της χάριζαν οι μεγαλοκυρίες. Κι εκείνη τά ’παιρνε, γιατ’ ήξερε πως κι αυτά, δουλεμένα τά ’χε. Έτσι μού ’λεγε, μα εγώ είχα τις ενστάσεις μου. Διότι αφού τά ’χε δουλεμένα και συνεπώς τής ανήκαν, γιατί να τά ’χουν φορέσει πρώτα εκείνοι και νά ’ρθουν αποφόρια στην κατοχή της; Όχι! Δεν τά ’βαζα πάνω μου, ο κόσμος να χάλαγε!

-Τη δυνατή παριστάνεις κι έρχεσαι μες στο καταχείμωνο ντυμένη σα νά ’ναι άνοιξη; με ρώτησες μια χιονισμένη μέρα, καταμεσής τής φασιστικής δικτατορίας. Το 1970 ήταν και θυμάμαι πηγαίναμε στη δευτέρα λυκείου. (Πέμπτη εξατάξιου γυμνασίου τότε).

-Απλά, δεν κρυώνω, σ’ απάντησα λακωνικά. Τι να σου εξηγούσα; Και πώς να στο εξηγούσα; Σάμπως τό ’χα κι εγώ ξεκαθαρισμένο μες στο κεφάλι μου; Άσε που ντρεπόμουν να σου πω την αλήθεια. Φοβόμουν μη μ’ αποπάρεις κι εσύ, όπως στη γειτονιά μου. Ψωροπερήφανη κι εγωίστρια, μ’ έλεγαν καμπόσοι, επειδή δεν καταδεχόμουν να βάλω τα πλούσια αποφόρια. Τότε οι γειτονιές ήταν μια φαμίλια, κι ό,τι γινόταν σε κάθε σπίτι, το γνώριζαν κι όλα τ’ άλλα.

Τελειώσαμε το λύκειο, κι εσύ, με τις υψηλές γνωριμίες τού μπαμπά σου επί χούντας, διορίστηκες αμέσως σ’ ένα υπουργείο. Εκεί γνώρισες και τον σύζυγό σου. Θιασώτης τής χούντας κι αυτός, αφού ο ίδιος και οι γονείς του, τότε …βολεύτηκαν.

Εγώ, κορνιζάρισα το απολυτήριο τού λυκείου και κάθε πρωί το ρώταγα «και τώρα, τι;»…

Πήρα σβάρνα τις φάμπρικες. Πότε σε υποδήματα, πότε σε ρούχα, πότε… Κατέληξα πολυτεχνίτης... Κι ερημοσπίτης, λέει η παροιμία. Μια ζωή εργάτρια ανειδίκευτη και μια ζωή με μη μόνιμη και σταθερή δουλειά. Τώρα, σάμπως είχες εσύ ειδίκευση; Όχι. Είχες όμως τις …υψηλές γνωριμίες τού μπαμπά σου, που και μετά τη χούντα, στη λεγόμενη μεταπολίτευση, τις ανανέωνε κατά το δοκούν…

Στα χνάρια του πάντα εσύ, με κάθε αλλαγή κυβέρνησης, άλλαζες και πολιτικό στρατόπεδο κι έκανες τα κονέ σου… Πότε χωνόσουνα στη Νέα Δημοκρατία και πότε στο ΠΑΣΟΚ. Έψαχνες …χώρο να διορίσεις τους δυο γιους σου στο δημόσιο τομέα, που παρότι πλήρωσες ολόκληρη περιουσία στα ιδιαίτερα φροντιστηριακά μαθήματα, δεν κατάφεραν να τελειώσουν ούτε το γυμνάσιο. Μασάνε όμως από εμπόδια αυτοί που είναι μυημένοι στα ρουσφέτια; Τον έναν τον διόρισες στο δημόσιο τομέα επί ΝΔ και τον άλλο επί ΠΑΣΟΚ. Τέλος πάντων, οικογενειακώς γαντζωθήκατε απ’ τα φράγκα. Τα λατρέψατε και πιστέψατε πως την ίδια λατρεία σάς έχουν κι αυτά, κι ουδέποτε θα σας απαρνηθούν. Όντως, μέχρι τα τώρα ζωή χαρισάμενη…

Όμοια με σένα, παντρεύτηκα κι εγώ έναν συνάδελφό μου. Έναν ανειδίκευτο εργάτη, φτωχό σαν κι εμένα. Αποκτήσαμε δυο γιους κι εμείς. Πήγαν νυχτερινό λύκειο, γιατί το πρωί δούλευαν. Ο ένας στις οικοδομές, ο άλλος πωλητής σε κατάστημα. Κι εμείς και τα παιδιά μας, παραπάνω απ’ τη μισή εργασιακή ζωή μας, στην ουρά τής ανεργίας…

Λίγο που δεν σκύβαμε το κεφάλι και δε λυγίζαμε τη μέση στην εργοδοσία, αποκαλύπτοντας και τους ρουφιάνους της συνάμα, λίγο που χωρίς ανεργία στον ιδιωτικό τομέα ο καπιταλισμός δεν πορεύεται, λίγο που εμείς πορευόμαστε ταγμένοι ενάντια στην κοινωνική αδικία, τη βολέψαμε αξιοπρεπώς σε αξιοπρέπεια. Τη λατρέψαμε την αξιοπρέπεια, σίγουροι πως την ίδια λατρεία μάς έχει κι αυτή. Κι όσο εμείς δεν την εγκαταλείπουμε, τόσο αυτή δε μας απαρνιέται. Ζωή χαρισάμενη…

Κι ήρθε που λες η πορεία τής ζωής, να δικαιώσει τη μια απ’ τις δυο μας. Γιατί και τις δυο, δε γίνεται να μας δικαιώσει. Πώς να στο πω; Ή οι δικές σου επιλογές θα στεφανωθούν το δίκιο, ή οι δικές μου.

Σ’ είδα στη λαϊκή αγορά μετά από πάρα πολλά χρόνια. Πώς γέρασες έτσι καημένη; Κι αυτό το μυξόκλαμά σου…

«...Δέκα διαμερίσματα! Πώς να πληρώσω τόσα χαράτσια; Κι έχω και τρία ξενοίκιαστα. Εμένα έπρεπε να μ’ εξαιρέσουν απ’ αυτό το μέτρο. Βεβαίως! Τόσα χρόνια μέχρι δεκάρας πλήρωνα τους φόρους μου. Βρε, αν η μεσαία τάξη βουλιάξει, ποιος θα κινεί μετά το χρήμα; Αμ οι γιοι μου! Κινδυνεύουν να μείνουν άνεργοι. Απ’ τους πρώτους που θ’ απολυθούν απ’ το δημόσιο. Τουλάχιστον, να καθυστερήσουν οι απολύσεις λίγα χρόνια ακόμη, να προλάβουν να βγουν στη σύνταξη. Αμ κι η σύνταξή μου, πετσοκόφτηκε κι αυτή. Μέγα λάθος! Οι συντάξεις απ’ το υπουργείο που δούλευα εγώ, δεν έπρεπε ν’ αγγιχτούν. Φτάναν και περισσεύαν οι περικοπές των άλλων συντάξεων. Αχ… Ένας Παπαδόπουλος μας σώνει! Έφαγε ψωμάκι ο κοσμάκης τότε! Ε, εσύ που ήσουνα χαζή, δεν έφαγες. Τι να σου κάνω; Φταις! Από μικρή ψωροπερήφανη κι εγωίστρια ήσουνα. Γι’ αυτό προτίμαγες να ψοφάς στο κρύο, παρά να φοράς τ’ αποφόρια μου. Ε, ναι. Μάθε το πια. Στο σπίτι μας δούλευε παραδουλεύτρα η μάνα σου τότε, και δικά μου ήταν τα ρούχα και τα παπούτσια που δεν καταδεχόσουν να φορέσεις. Ψώνιο! Μωρέ εγώ φταίω, που δεν το είπα τότε στον πατέρα μου, να σε μπουζουριάσει η χωροφυλακή, να σου δείξω εγώ! Τέλος πάντων, δε μου λες, παραμένεις φτωχιά ακόμη; Εμ, βέβαια... Χορταίνεις αξιοπρέπεια εσύ. Χαζή! Καταλαβαίνεις τι σου λέω; Όπως πάει η κατάσταση, θα μου κατάσχουν το ένα διαμέρισμα μετά το άλλο. Δεν βγαίνω να πληρώνω τόσα χαράτσια. Κι η σύνταξη, φιλοδώρημα την κατάντησαν. Κι οι γιοι μου, άνεργοι σε λίγο. Θα πεινάσουμε. Το βλέπω… Μα εσύ, τι κάνεις; Πάλι άνεργη είσαι; Ε, φταις κυρά μου! Κακομοίρα… Ούτε ένσημα για σύνταξη δεν κατάφερες να μαζέψεις. Φάε αξιοπρέπεια! Κι ο άντρας σου τα ίδια; Τι, και τα παιδιά σου άνεργα είναι; Α, μα, εσείς είσαστε οικογενειακώς βλαμμένοι! Τεμπέληδες είσαστε! Άκου άνεργοι οικογενειακώς… Ακαμάτηδες! Ναι βρε! Να πάτε να δουλέψετε χωρίς μεροκάματο. Μ’ ένα πιάτο φαγητό και πολύ σάς πάει. Αχαϊρευτοι! Μα βεβαίως και ήρθα τώρα που κλείνει η λαϊκή, για να μαζέψω τα υπόλοιπα. Σιγά μην πληρώνω και τα ζαρζαβατικά με τέτοια ακρίβεια. Ε, στο σπίτι θα ξεχωρίσω τα μισοσάπια, να τα μαγειρέψω σήμερα γιατί δεν αντέχουν. Ναι, ο άντρας μου και οι γιοι μου είναι. Υπολείμματα μαζεύουν κι αυτοί. Αμ τι νόμιζες κυρά μου. Πρέπει να σέβεσαι το χρήμα, αλλιώς πεθαίνεις στην ψάθα. Τι διάολο κρατάς στα χέρια σου; Ανακοινώσεις τού ΠΑΜΕ; Αμ αυτά σε φάγανε… Οι απεργίες και τα συλλαλητήρια. Τι να κάνω;! Να έρθω στο συλλαλητήριο να διαμαρτυρηθώ για την φτωχοποίησή μου;! Φτωχιά είσαι και φαίνεσαι! Ψώνιο… Βρε, πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι τα λεφτά εδώ θα ’ρθούν! Θα βγει ο Τσίπρας τώρα και θα ξαναβάλει τα πράματα στη θέση τους! Εμείς κυρά μου, είμαστε απλοί άνθρωποι. Βολευόμαστε μ’ όλες τις κυβερνήσεις. Όχι σαν κι εσένα… Άκου να καταντήσεις κομμουνίστρια! Σα δεν ντρέπεσαι… Μωρέ από μικρή φαινόσουνα πως θα γίνεις του σκοινιού και του παλουκιού… Όχι σου είπα! Δεν θέλω να ξέρω τι λέει το ΠΑΜΕ! Δε μ’ ενδιαφέρει! Πού ’σαι βρε Παπαδόπουλε να ξεβρομίσεις τον κόσμο απ’ τους κομμουνιστές! Έι, εσύ, κύριος. Άστα κάτω αυτά. Ναι, τα έχω δει πριν από σένα. Ούστ! Πλακώσανε κι οι άστεγοι να μας φάνε τη μπουκιά απ’ το στόμα»…

Άντεξα και σ’ άκουγα παλιά μου συμμαθήτρια, γιατ’ ήσουν υπέροχη! Χρειαζόμουν μια αυθεντική μικροαστή για το καινούριο μυθιστόρημά μου και τη βρήκα στο γερασμένο πρόσωπό σου. Χρειαζόμουν μια σιχαμερή ατομίστρια και τη βρήκα στη γερασμένη ψυχή σου…

Κι είναι το δίκιο σου βουνό, όταν λες πως δεν έχεις καμιά δουλειά με το ΠΑΜΕ.

Όχι, δεν έχεις καμιά δουλειά με το ΠΑΜΕ. Κάτι τέτοιες και τέτοιοι σαν κι εσένα, έχουν δουλειά μόνο με το …φάμε. Μόνο που τα τυράκια τελειώσανε… Τώρα, με τούτην την καπιταλιστική κρίση, εσάς τα καλοταϊσμένα ποντίκια, θα σας καταβροχθίσει το μεγάλο κεφάλαιο μαζί με τα τυράκια που σας τάιζε όλα τα προηγούμενα χρόνια…

Δε χαίρομαι γι’ αυτό. Μόνο γελάω. Γελάω γιατί από μένα οι κεφαλαιοκράτες δεν μπορούν να φάνε τίποτα. Δεν έχω τίποτα άλλο, εκτός απ’ τις αλυσίδες μου. Ε, αυτές με μεγάλη ευχαρίστηση θα τις χάσω…

Ένα εύχομαι μοναχά. Να μην έχουν καταντήσει τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου σαν τα μούτρα σου. Αυτό όμως θα το διαπιστώσω μόνη μου και χωρίς να το πάρεις χαμπάρι.

…Δυο μέρες μόνο πέρασαν, κι η διαπίστωσή μου έγινε ευχάριστη(!) πραγματικότητα.

Τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου δεν είναι σάπια σαν κι εσένα! Τούτο σού υπόσχομαι λοιπόν:

Θα τους βοηθήσω να γίνουν ζάμπλουτοι! Σε αξιοπρέπεια. Και το πρώτο βήμα τους στη ζωή που τους αρμόζει, θα το κάνουν μεθαύριο, 11 Ιούλη, στο συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ!

 

…ΚΙ ΗΡΘΑΝ ΠΟΥ ΛΕΣ ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ, ΣΤΟ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΠΑΜΕ !!!

Το ραντεβού μας ήταν στην πάνω μεριά τής πλατείας Συντάγματος. Εκείνοι μού ζήτησαν να βρεθούμε σ’ αυτό το σημείο. Το ένοιωθαν, είπαν, πιο οικείο. Εκεί σύχναζαν και σαν …αγανακτισμένοι πολίτες, βαστώντας ελληνικές σημαίες, αντάμα με τους φασιστοναζίδες.

Εσένα παλιά μου συμμαθήτρια και σάπια μέχρι το μεδούλι, ακολούθησαν τότε και βρέθηκαν εκεί.

Απ’ την πρώτη μέρα όμως, κατάλαβαν πως κάτι «βρώμαγε». Αρνήθηκαν να σε ξανακολουθήσουν… Δεν τόλμησαν όμως να το εκφράσουν δεύτερη φορά. Εσύ, παλιά μου συμμαθήτρια, ήσουν η εξουσία τής οικογένειας… Όλη η περιουσία στο όνομά σου. Κι η πρόσληψη των γιων σου στο δημόσιο, απ’ το δικό σου σκύψε και γλείψε προέκυψε. Κι οι ίδιοι; Ανίκανοι, φοβισμένοι, άχρηστοι στην ίδια τη συνείδησή τους. Ντροπιασμένοι στην ίδια τη ζωή τους. Για ό,τι εξευτελιστικό τούς διέταζες να πράξουν προκειμένου ν’ αυγατίσουν τα οικονομικά σας, ή να μη μειωθούν, πειθαρχούσαν χωρίς σκέψη και άποψη.

Και στις εκλογές; Πάντα ψήφιζαν ό,τι τους διέτασσες. Τόσο πολύ τρέμαν την οργή σου, μα και τόσο πολύ εξαρτημένοι ήταν απ’ την εξουσία σου επάνω τους.

Τούτην την εξάρτηση όφειλα να σπάσω.

…Η Εργατική-Λαϊκή Εξουσία, ο Σοσιαλισμός-Κομμουνισμός, με την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, με την αξιοποίηση όλου τού πλούτου τής χώρας, με την ανάπτυξη της βιομηχανίας, της αγροτικής παραγωγής, των υπηρεσιών κλπ., με κεντρικό σχεδιασμό οικονομίας και με διαρκή-αυστηρό έλεγχο απ’ τα κάτω,

εξασφαλίζει μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλο το λαό, ευημερία για όλο το λαό, αξιοπρέπεια για όλο το λαό, με σύνθημα ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΓΙΑ ΕΝΑΝ.

Αμέσως απενεχοποιήθηκαν! Κατάλαβαν πως μπορούσαν να είναι οι ίδιοι εξουσία τής ζωής τους. Αφέντες στον τόπο τους! Γιατί όμως αυτό δεν το είχαν καταλάβει πριν;

… Διότι και το σχολειό, ο στρατός, η τηλεόραση, οι αστικοφυλλάδες, όλα εντέλει όσα χρησιμοποιούνται απ’ την άρχουσα τάξη για τη διαιώνιση της ηγεμονίας της, σας ωθούσαν να γονατίζετε μπρος στους ισχυρούς. Στην προκείμενη περίπτωση, μπρος στης μάνας σας την ισχύ. Τα δέκα διαμερίσματα και τα πολιτικά κονέ της… Κι έτσι, μέσα απ’ αυτήν, γονατίζατε μπρος στους κεφαλαιοκράτες και την πολιτικοσυνδικαλιστική αυλή τους. Παράλληλα, δεν φανήκατε τυχεροί να μπλέξετε και μ’ ανθρώπους τού ταξικού λαϊκού κινήματος, να μάθετε όλα όσα σάς έκρυβαν οι άλλοι.

 

Προεπισκόπηση

Αθήνα: Δυναμικό συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ ενάντια στο πολυνομοσχέδιο (ΦΩΤΟ-VIDEO)

…Νά ’βλεπες παλιά μου σαπισμένη συμμαθήτρια ’κείνην την στιγμή, πώς ορθώθηκε η ψυχή τους!

Έπαψαν μεμιάς να νοιώθουν ανίκανοι, φοβισμένοι, άχρηστοι, ντροπιασμένοι στην ίδια τη ζωή τους!

Είδαν μπροστά τους όλον εκείνον το μηχανισμό που απ’ την κούνια τους ακόμη, δούλευε για να τους καταντήσει σαν τα μούτρα σου.

Ε, ρε και να μπόραγαν να τον γκρεμίσουν εκείνην την ίδια στιγμή! Όλη η αηδία τους για σένα βγήκε στην επιφάνεια. Κι όχι μόνο απ’ τους γιους σου, μα κι απ’ τις νύφες σου κι απ’ τα εγγόνια σου.

Όλο το μίσος τους γι’ αυτό που τους εξήγησα πως είναι ο καπιταλισμός και για τους μηχανισμούς του, γεννήθηκε και θέριεψε ταυτόχρονα! Στο διάολο και τα διαμερίσματά σου, στο διάολο και τα πολιτικά κονέ σου! Αυτοί δεν ξανασέρνονται στα γραφεία των πολιτικάντηδων, για να διοριστούν και τα εγγόνια σου στο δημόσιο! Τελεία και παύλα!

…Η μόνιμη και σταθερή δουλειά είναι δικαίωμα! Η στέγη είναι δικαίωμα! Η μόρφωση είναι δικαίωμα! Η υγεία είναι δικαίωμα! Η αναψυχή είναι δικαίωμα! Η καλή διατροφή είναι δικαίωμα! Ο αθλητισμός είναι δικαίωμα! Οι σύγχρονες γενικά ανάγκες και όλο διευρυνόμενες, είναι δικαιώματα! Και τα διακαιώματά μας τα κατακτούμε και δεν τα ζητιανεύουμε!

…Και τώρα παλιά μου συμμαθήτρια, ετοιμάσου για το πρώτο εγκεφαλικό…

«Μωρέ δεν πα να χτυπιέται σαν χταπόδι και να μας εκβιάζει όσο θέλει! Εμείς όχι μόνο θα έρθουμε οικογενειακώς στο συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ, μα θα συμπορευτούμε και με τους κομμουνιστές!», ξέσκισαν χασέ το ραγιαδισμό που τους προίκισες και ντύθηκαν της αξιοπρέπειας το λάβαρο.

…Εντάξει; Τό ’νοιωσες καλά; Πάρε τώρα και το δεύτερο εγκεφαλικό…

«Βρε δεν πα να πάρει στον τάφο της και τα δέκα διαμερίσματά της! Βρε δεν πα να πάρει στον τάφο της και τον μπεζαχτά της! Εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί! Από ’δώ και πέρα, εμείς θ’ αποφασίσουμε πώς θα ζούμε, τι θα τρώμε, τι θα ψηφίζουμε, με ποιους θα κάνουμε παρέα, με ποιους θα ενώσουμε τη γροθιά μας! Κι ας μας κάνει κι έξωση απ’ τα δυο διαμερίσματα που μας έχει παραχωρήσει να μένουμε!»

…Δε θα τολμήσει να σας κάνει έξωση. Μα κι αν το τολμήσει, την ίδια τύχη με την εφορία και τις τράπεζες θα έχει, που βάζουν μπροστά τη μηχανή των κατασχέσεων, ν’ αφήσουν άστεγες εκατοντάδες χιλιάδες φτωχές οικογένειες που δεν μπορούν ν’ ανταποκριθούν σε χρέη και χαράτσια.

…Και για κατακλείδα παλιά μου, ηλίθια μέχρι αηδίας, συμμαθήτρια, ετοιμάσου για το τρίτο εγκεφαλικό. Για τη χαριστική βολή…

Τα δυο εγγόνια σου αναθάρρεψαν, κι αποκάλυψαν ότι ήδη τα είχαν προσεγγίσει κνίτες. Ε, μετά κι απ’ αυτήν την κουβέντα, μετά κι απ’ το συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ στο οποίο παρευρέθηκαν με τους γονείς τους, αποφάσισαν να οργανωθούν στην ΚΝΕ!

…Περαστικά σου.

(Πρόκειται για τη συνέχεια και το τέλος τού προηγούμενου …χρονογραφήματος, προσφορά τής συγγραφέως Καλής Γκέλμπεση στους Ανεργοάφραγκους που έχουν αμύθητο πλούτο στην ψυχή. Δικό σας)