Εργαζόμενοι σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στην πετρελαιοφόρα περιοχή Ρουμάιλα, την οποία εκμεταλλεύεται από το 2009 κονσόρτσιουμ μεταξύ της βρετανικής BP και της κινεζικής CNPC
Οι συγκρούσεις στο Ιράκ λειτουργούν, για μια ακόμη φορά, και ως αφορμή για ενδοϊμπεριαλιστικό «απολογισμό» κερδών και των απωλειών περίπου μία δεκαετία από την επέμβαση των ΗΠΑ, της Βρετανίας και των «πρόθυμων» συμμάχων τους.
Οι ΗΠΑ, που πρωτοστάτησαν το 2003 στην ανατροπή της κυβέρνησης του Σαντάμ Χουσεΐν με ιμπεριαλιστική επέμβαση και την ολέθρια κατοχή του Ιράκ, δεν λογαριάζονται σήμερα στους άμεσα κερδισμένους από την «πίτα» των άφθονων ιρακινών πετρελαίων.
Ο Αμερικανός γνωστός καπιταλιστής Ντόναλντ Τραμπ το είχε, άλλωστε, πει καλύτερα από τον καθένα, όταν δήλωνε το Μάρτη του 2013 στο FOX News: «Ξοδέψαμε 1,5 τρισ. δολάρια, χάσαμε 4.500 στρατιώτες και καταστρέψαμε μια χώρα ...αλλά η Κίνα βρίσκεται εκεί παίρνοντας όλο το πετρέλαιο, και εμείς τίποτα!»
Εν μέρει είναι αλήθεια. Παρά τον πακτωλό τρισεκατομμυρίων δολαρίων από τον ιδρώτα του αμερικανικού λαού που έσπρωξαν οι ΗΠΑ στο Ιράκ, προκειμένου να ταΐσουν τα αμερικανικά μονοπώλια στο χώρο των πετρελαϊκών και κατασκευαστικών εταιρειών (γνωστή και τρανταχτή η περίπτωση της κατασκευαστικής «Halliburton» του τότε Αμερικανού αντιπροέδρου Ντικ Τσένεϊ), σήμερα οι μόνες πετρελαϊκές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο Ιράκ είναι μόλις δύο: Η πανίσχυρη «ExxonMobil» που ανέλαβε μόλις το 2010 την εκμετάλλευση των τεράστιων πετρελαιοπηγών στην περιοχή West Qurna 1 του νοτίου Ιράκ και η σαφώς μικρότερη «Νorthen Oil» που δραστηριοποιείται κυρίως στο Κιρκούκ του βορείου Ιράκ, βγάζοντας με τη βία τη μέρα περίπου 300.000 βαρέλια.
Κινεζική επικράτηση
Αντίθετα, οι Κινέζοι, μέσω των κρατικών πετρελαϊκώνεταιρειών, «PetroChina», «Sinopec Group» και CNOOC, CNCP, κατάφεραν να είναι πανταχού παρόντες, σπρώχνοντας, μέσα στην τελευταία δεκαετία, ετησίως πάνω από 2 δισ. δολάρια σε επενδύσεις που αφορούν στον τομέα παραγωγής, μεταφοράς και διύλισης πετρελαίου. Οι κινεζικές εταιρείες επιδίωξαν με τους Ιρακινούς συνεργασία από τα πρώτα χρόνια της μετά Σαντάμ Χουσεΐν εποχής.
Ηταν πρόθυμες να ρισκάρουν κεφάλαια, τεχνογνωσία, εργατικό δυναμικό και επενδύσεις σε δύσκολες περιοχές υπό επισφαλείς συνθήκες, θέτοντας χαμηλότερα τον πήχη των απαιτήσεών τους για κέρδη, σε σύγκριση με τα δυτικά μονοπώλια.
Ετσι, η Κίνα και όχι οι ΗΠΑ κατάφερε σήμερα να γίνει η πρώτη χώρα εισαγωγής ιρακινού πετρελαίου, να αγοράζει ημερησίως πάνω από 1.500.000 βαρέλια και να προσβλέπει σε ακόμη περισσότερα στο άμεσο μέλλον, προωθώντας επενδυτικά σχέδια για ακόμη μεγαλύτερη συμμετοχή στην παραγωγή ιρακινού πετρελαίου.
Οι «Τάιμς της Ν. Υόρκης» ήδη από πέρσι (σε άρθρο στις 2/6/13) με τίτλο «China Is Reaping Biggest Benefits of Iraq Oil Boom» («Η Κίνα αποκομίζει μεγαλύτερα κέρδη από την έκρηξη του ιρακινού πετρελαίου») σημείωναν, επικαλούμενοι δηλώσεις του Μάικλ Μακόφσκι, πρώην στελέχους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ επί κυβέρνησης Τζ. Ου. Μπους: «Χάσαμε. Οι Κινέζοι δεν είχαν καμία σχέση με τον πόλεμο, αλλά από οικονομική πλευρά, επωφελήθηκαν από αυτόν, με αποτέλεσμα ο πέμπτος στόλος μας και η πολεμική μας αεροπορία να βοηθούν ουσιαστικά την εξασφάλιση του ανεφοδιασμού τους σε Ενέργεια». Οι «Τάιμς της Ν. Υόρκης» επανήλθαν στο θέμα στις 17/6/14, με άρθρο «Η Κίνα παρακολουθεί στενά τα πετρελαϊκά συμφέροντά της στο Ιράκ», σημειώνοντας πως τελικά «η Κίνα είναι ο μεγάλος νικητής από την επέμβαση στο Ιράκ όσον αφορά στα πετρελαϊκά συμφέροντα».
Αυτή η εξέλιξη μπορεί να δώσει μια εξήγηση για τις δήθεν «ευαισθησίες» της κυβέρνησης Ομπάμα για τους «τρομοκράτες της ΙΚΙΛ».
Γαλλική «υποχώρηση»
Βέβαια, δεν είναι μόνον οι Αμερικανοί «χαμένοι» από τους μεγαλεπήβολους στόχους που είχαν θέσει για το Ιράκ, αλλά και οι Γάλλοι, που επίσης ήταν από τους δραστήριους στην ιμπεριαλιστική επέμβαση του 2003. Ενδεικτική εδώ είναι η περίπτωση της γαλλικής TOTAL που είχε υπογράψει επί προεδρίας Σαντάμ Χουσεΐν το Δεκέμβρη του '90 μεγάλα συμβόλαια με στόχο την παραγωγή και εκμετάλλευση ιρακινού πετρελαίου που ακυρώθηκαν, αργότερα, από το διεθνές πετρελαϊκό εμπάργκο και τις πρώτες εισβολές των Αμερικανών στις αρχές της δεκαετίας του '90. Η τότε χρυσή συμφωνία της TOTAL ακυρώθηκε και επίσημα το 2002, λίγο πριν από την ιμπεριαλιστική επέμβαση του 2003, για να επανέλθει στο ιρακινό προσκήνιο το γαλλικό ενεργειακό μονοπώλιο το 2007, διεκδικώντας σε συνεργασία με την αμερικανική «Chevron» άδεια έναρξης γεωτρήσεων και εκμετάλλευσης στην περιοχή Majnoon. Τελικά και αυτή η συμφωνία ακυρώθηκε το Δεκέμβρη του 2009, όταν η ιρακινή κυβέρνηση αποφάσισε να αναθέσει το έργο στη βρετανο-ολλανδική «Royal Dutch Shell» και στη μαλαισιανή «Petronas».
Το ρωσικό κεφάλαιο
Ενα από τα μεγαλύτερα «χρυσά» συμβόλαια που εξασφάλισε το ρωσικό ενεργειακό κεφάλαιο από τα ιρακινά πετρέλαια υπεγράφη στις 12/12/09 οπότε τα μεγαλοστελέχη της «Lukοil», αρχικά σε συνεργασία με τη νορβηγική «Statoil» (που αργότερα αποχώρησε), ανέλαβαν την ανάπτυξη και εκμετάλλευση πετρελαϊκών κοιτασμάτων δισεκατομμυρίων βαρελιών «μαύρου χρυσού» στην περιοχή West Qurna 2 του νοτιοανατολικού Ιράκ (σε απόσταση 65 χλμ. βορειοδυτικά της Βασόρα). Ακολούθησε μεταγενέστερη σύμβαση το Γενάρη του 2013, με στόχο την ημερήσια παραγωγή 1.200.000 βαρελιών πετρελαίου για 19,5 χρόνια με περιθώριο παράτασης ισχύος του συμβολαίου για μία 25ετία.
Σύμφωνα με την ηλεκτρονική επιχειρηματική επιθεώρηση «iraq-businessnews.com», στις 26/4/14 η «Lukoil» προχώρησε σε συνεργασία με τη ρωσική εταιρεία πετρελαϊκών ερευνών «Zarubezhneft» για την ανάπτυξη και παραγωγή πετρελαίου σε κοιτάσματα της περιοχής Νασιρίγια. Παράλληλα, από το Σεπτέμβρη του 2013, η «Lukoil» (σύμφωνα με τη «Γουόλ Στριτ Τζόρναλ») φαινόταν να έχει την πρωτοκαθεδρία σε διεθνές κονσόρτσιουμ για την κατασκευή νέου πετρελαιαγωγού, κόστους 18 δισ. δολαρίων και μήκους 1680 χλμ., που θα ξεκινά από τη Βασόρα και θα καταλήγει στην Ακαμπα της Ιορδανίας στην Ερυθρά Θάλασσα. (Στο ίδιο κονσόρτσιουμ φαινόταν να συμμετέχει, όπως θα δούμε παρακάτω, και η ελληνική κατασκευαστική εταιρεία «Consolidated Contractors Group», CCG).
Πέρα από τη «Lukoil», δυναμικό «παρών» στον τομέα παραγωγής και εκμετάλλευσης των ιρακινών πετρελαίων δίνει και η «Gazprom Νeft» που πριν ένα μήνα (31/5/14) ξεκίνησε την πετρελαϊκή παραγωγή στην περιοχή Μπάντρα (ιρακινή επαρχία Ουαζίτ) βγάζοντας από την πρώτη μέρα 15.000 βαρέλια.
Αυτά, ασφαλώς, πέρα από τη ρωσο-ιρακινή συνεργασία και στον αμυντικό τομέα με χαρακτηριστική τη συμφωνία του 2012, μεταξύ Βαγδάτης - Μόσχας για την πώληση μερικών δεκάδων ρωσικών ελικοπτέρων και αεροπλάνων τύπων Mi-35, Mi-38NE «Night Hunter», ύψους τουλάχιστον 4,2 δισ. δολαρίων...
Αυτά εξηγούν, άλλωστε, και την προχτεσινή τηλεφωνική επικοινωνία ανάμεσα στον Ρώσο Πρόεδρο Βλ. Πούτιν και τον Ιρακινό πρωθυπουργό Ν. Μαλίκι περί της «πλήρους υποστήριξης της Ρωσίας στη μάχη του εναντίον της προέλασης των ισλαμιστών στο Ιράκ» και της «άμεσης απελευθέρωσης του ιρακινού εδάφους από τους τρομοκράτες».
Οι κουρδικές προτιμήσεις τουρκικού και ελληνικού κεφαλαίου
Το ξένο κεφάλαιο δραστηριοποιείται έντονα και στο βόρειο αυτόνομο ιρακινό Κουρδιστάν με πιο χαρακτηριστική την παρουσία τουρκικών και ελληνικών κατασκευαστικών, πετρελαϊκών και ενεργειακών εταιρειών.
Στις 21/5/14, η ηλεκτρονική επιθεώρηση «Iraq-Business» σημείωνε πως τουρκική εταιρεία ERGIL που ειδικεύεται στην παροχή υπηρεσιών μηχανικών, κατασκευαστικών έργων και δημιουργίας πετροχημικών και βιομηχανικών μονάδων, επιλέγει από την αυτόνομη κυβέρνηση στο ιρακινό Κουρδιστάν ως εγκεκριμένος εργολάβος και πάροχος κατασκευαστικών υπηρεσιών από το εκεί υπουργείο Φυσικών Πόρων στην Ερμπίλ...
Πιο πριν, το Δεκέμβρη του 2013, μία άλλη τουρκική κατασκευαστική εταιρεία, η EID INSAAT ανέλαβε την κατασκευή πετρελαιαγωγού μήκους 120 χλμ. στο Βόρειο Ιράκ (έργο ύψους 90.000.00 δολαρίων) ως το τέλος τρέχοντος έτους - αρχές του επόμενου.
Πέρα από αυτές τις δύο μεγάλες τουρκικές εταιρείες υπάρχουν δεκάδες άλλες μικρότερες κατασκευαστικές, πετρελαϊκές έχοντας αποδειχθεί, τα τελευταία χρόνια, ως ορισμένες από τους καλύτερους και στενότερους συνεργάτες των Κούρδων του βορείου Ιράκ, δεδομένων και των γεωπολιτικών σχεδιασμών της Αγκυρας στην τουρκο-ιρακινή μεθόριο και στην ευρύτερη περιοχή και την κάλυψη μέρους των σημαντικών ενεργειακών αναγκών της, μεταξύ άλλων, και με την εξασφάλιση πετρελαίου από τις πηγές του αυτόνομου ιρακινού Κουρδιστάν...
Σε αυτό το περιβάλλον, δεν είναι διόλου αμελητέα και η δραστηριοποίηση ελληνικών επιχειρήσεων όχι μόνον στους τομείς των κατασκευών και της Ενέργειας, αλλά και στο χώρο εξαγωγής γεωργικών προϊόντων, τροφίμων (π.χ. γαλακτοβιομηχανία ΚΡΙ-ΚΡΙ), φαρμάκων, παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Πέρα από την περίπτωση της ελληνικής κατασκευαστικής «Consolidated Contracting Group» που συμμετέχει σε κονσόρτσιουμ για τον αγωγό Ιράκ - Ιορδανίας (όπως καταγράφηκε στις 4/9/13 σε ρεπορτάζ της «Γουόλ Στριτ Τζόρναλ.), έχουμε την ελληνική εταιρεία TERNA που στις 24/7/13 αναφέρθηκε πως ανέλαβε συμβόλαιο ύψους 26,8 εκατομμυρίων δολαρίων για την πλήρη κατασκευή και εξοπλισμό σύγχρονου νοσοκομείου 100 κλινών στη Βασόρα.
Επίσης, η ελληνική κατασκευαστική εταιρεία METKA ανακοίνωσε στις 3/7/13 την υπογραφή συμβολαίου ύψους 1,05 δισ. δολαρίων με το ιρακινό υπουργείο Ηλεκτρισμού για τη δημιουργία σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής Ενέργειας, που θα λειτουργεί με φυσικό αέριο στο Ανμπαρ του δυτικού Ιράκ, ισχύος 1642 MW σε 32 μήνες.
Επίσης, η ηγεσία του «αυτόνομου» Ιρακινού Κουρδιστάν χαρακτηρίζει τη Σαουδική Αραβία βασικό «παίχτη» της περιοχής, που είναι στα μαχαίρια με το Ιράν, ως «αδελφή και φίλη χώρα». Είναι, επομένως, ξεκάθαρο ότι το «κουβάρι» συμφερόντων και ανταγωνισμών είναι τόσο μπλεγμένο που δεν μπορεί να αποκλειστεί μια γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή.
Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ