Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Με ποια γραμμή πάλης;

 

Η διεκδίκηση της άμεσης αποκατάστασης των απωλειών των εργατικών - λαϊκών εισοδημάτων που υπέστησαν σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, της ουσιαστικής ανακούφισης των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων περνάει μέσα από τη συνολική πάλη με κριτήριο τις σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες σε γραμμή σύγκρουσης με τη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ.

Στη σημερινή φάση της καπιταλιστικής οικονομίας, χρειάζεται κατεύθυνση συνολικής σύγκρουσης με το πλαίσιο και τους κανόνες λειτουργίας του καπιταλισμού, των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που βεβαίως αποτυπώνονται και σε συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί εδώ και πολλά χρόνια.

Οπως φαίνεται από τα στοιχεία που παρατίθενται στο διπλανό ρεπορτάζ, όταν μισό περίπου εκατομμύριο μισθωτοί δουλεύουν με μεικτά κάτω από 600 ευρώ, όταν «θεριεύουν» οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τότε η πίεση για κατέβασμα των μισθών, για διατήρησή τους σε πολύ χαμηλά επίπεδα είναι πολύ μεγάλη. Εξηγείται επίσης και το γιατί το ζήτημα της επαναφοράς του κατώτατου μισθού αγγίζει χιλιάδες εργαζόμενους.

Οποιαδήποτε, όμως, πρόταση για τον κατώτερο μισθό, είτε μιλάει για «επαναφορά στα 751», είτε αφορά τους κλαδικούς μισθούς, όταν αφήνει στην «άκρη» το καθεστώς της ευελιξίας, του δικαιώματος δηλαδή που έχουν οι εργοδότες μονομερώς να επιβάλλουν μερική απασχόληση ορισμένων ωρών, «εκ περιτροπής» εργασία μέχρι και μία μέρα τη βδομάδα, επί της ουσίας σημαίνει αποδοχή της «ζούγκλας» που αυξάνει τα περιθώρια κέρδους για την εργοδοσία και εγκατάλειψη του πιο ευάλωτου και φθηνού εργατικού δυναμικού στην τύχη του.

Τέτοια είναι η πρόταση νόμου, που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ για τους μισθούς και τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Οχι μόνο δεν ορίζει ρητά την επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ, αλλά ταυτόχρονα αφήνει στο απυρόβλητο όλο το καθεστώς της ευελιξίας, το οποίο εξωθεί στη φτώχεια σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης. Αφήνει, δηλαδή, απ' έξω τις ομάδες των εργαζομένων που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη για ανακούφιση και οι οποίες σήμερα, εξαιτίας της ευελιξίας, δεν παίρνουν ούτε τα ψίχουλα του κατώτερου μισθού.

Κατά τον ίδιο τρόπο, οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την ανεργία αφήνουν χωρίς την παραμικρή προστασία τη συντριπτική πλειοψηφία των ανέργων. Επιπλέον, η πολιτική αυτή γραμμή αφήνει ανέγγιχτους τους νόμους για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας που οδηγεί σε απλήρωτες υπερωρίες και διαμορφώνουν τον ημερήσιο χρόνο εργασίας ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων, με ανυπολόγιστες ζημιές ακόμα και στην υγεία των εργαζομένων, στον οικογενειακό προγραμματισμό κ.λπ.

Το ίδιο ανέγγιχτο αφήνει η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και το αίσχος της «ενοικίασης εργαζομένων», με συνέπειες δραματικές ακόμα και για τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα, στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα.

Ομως, χωρίς την κατάργηση όλου αυτού του επαχθούς πλαισίου, καμία «ανακούφιση» δεν μπορεί να προκύψει. Ακόμα και τυχόν επαναφορά του κατώτερου μισθού, θα εξανεμισθεί μέσα σε αυτό το δυσμενές εργασιακό περιβάλλον, θα συντριβεί στις συμπληγάδες της «απασχολησιμότητας» και του δικαιώματος που κατοχυρώνει στο κεφάλαιο να επιβάλλει τους κάθε λογής σφετερισμούς του σε βάρος των εργαζομένων.

Οι νόμοι για τους μισθούς και την ευελιξία στην αγορά εργασίας υπηρετούν τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων. Είναι εργαλείο για τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, την κατάργηση βασικών εργατικών, λαϊκών δικαιωμάτων και έχουν οδηγήσει στην πτώχευση του λαού. Τα μέτρα αυτά δεν είναι προσωρινά. Ειδικά αυτά που αφορούν μισθούς κι εργασιακές σχέσεις, θα αναπροσαρμόζονται διαρκώς, για να επιτυγχάνεται η βαθύτερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης.

Από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, η λύση δεν είναι ο συμβιβασμός με τη φτώχεια που μεγαλώνει, η υιοθέτηση αιτημάτων στα όρια των «αντοχών της οικονομίας». Χρειάζονται επιθετικοί ταξικοί αγώνες, με πλαίσιο που να ικανοποιεί τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες. Χρειάζεται σύγκρουση με τη στρατηγική της πλουτοκρατίας, ξεμπέρδεμα με τη λογική του «μικρότερου κακού», της ανάθεσης, της προσμονής ότι η λύση θα προκύψει από άλλη κυβέρνηση, με άλλη διαχείριση.

Σ' αυτήν την προοπτική, το ταξικό κίνημα παλεύει για μέτρα ουσιαστικής ανακούφισης εργαζομένων και ανέργων, όπως είναι η επαναφορά της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας στα 751 ευρώ για όλους και των κλαδικών συμβάσεων στα όρια του 2009, ως βάση για νέες διαπραγματεύσεις και νέες αυξήσεις, παράλληλα με την κατάργηση όλων των νόμων της ευελιξίας στην εργασία.

“Ριζοσπάστης”  Κυριακή 12 Οχτώβρη 2014