Το τελευταίο διάστημα πυκνώνουν οι αναλύσεις και οι δηλώσεις σχετικά με την ανάγκη «ανάδειξης» της Κύπρου σε παράγοντα σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή, ταυτόχρονα με τη διαρκή αύξηση του «ενδιαφέροντος» του διεθνούς παράγοντα (π.χ. ΗΠΑ, ΕΕ, αλλά και Ρωσίας) για την «επίλυση» του Κυπριακού.
Χαρακτηριστική είναι η συζήτηση που οργανώθηκε χτες στο υπουργείο Εξωτερικών, με τη συμμετοχή ακαδημαϊκών και εκπροσώπων οργανώσεων όπως το «Αμερικανοελληνικό Ινστιτούτο». Η εκδήλωση έγινε με αφορμή και την έκδοση του βιβλίου «Κίσινγκερ και Κύπρος: Μια μελέτη στην ανομία», που έγραψε ο Ευγένιος Ρωσσίδης, μεταξύ άλλων πρώην βοηθός υφυπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ επί των κυβερνήσεων Νίξον και Αϊζενχάουερ. Στη συζήτηση, ούτε λίγο - ούτε πολύ, ο πρωταγωνιστικός ρόλος των ΗΠΑ στην τουρκική εισβολή και την κατοχή που ακολούθησε στην Κύπρο το 1974 εμφανίστηκε ως θέμα προσωπικών επιλογών του τότε ΥΠΕΞ Χένρι Κίσινγκερ και σημειώθηκε μάλιστα ότι η εισβολή και κατοχή παραβίασε τους διεθνείς και αμερικανικούς κανόνες δικαίου. Μεταξύ άλλων, υπογραμμίστηκε ότι οι ΗΠΑ πρέπει να «αναθεωρήσουν» τη στάση τους στο Κυπριακό, ότι η Τουρκία αποτελεί κράτος - τυχοδιώκτη. Σε όλους τους τόνους αναδείχτηκε ότι η Κύπρος αποτελεί ένα «σταθερό αεροπλανοφόρο» για τη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ, αλλά και ένα «παράδειγμα δημοκρατίας» που μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο σε μια «ταραγμένη» περιοχή.
Στο παραπάνω βιβλίο, αναδεικνύεται ότι η «επίλυση» του Κυπριακού αποτελεί βασική προϋπόθεση για την υλοποίηση μιας σειράς επενδύσεων. Χαρακτηριστικά αναφέρει στο πρώτο κεφάλαιο: «Η ανακάλυψη αποθεμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο μέσα στα θαλάσσια ύδατα της Κύπρου - την υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη νότια της Κύπρου - έχει κάνει επίσης την Κύπρο ένα σημαντικό οικονομικό πλεονέκτημα για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Η Κύπρος, μαζί με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και το Λίβανο μπορούν να συμβάλλουν στην εξασφάλιση ενεργειακής ασφάλειας για την Ευρώπη, ένα θέμα ζωτικής στρατηγικής σημασίας όχι μόνο για την Ευρωπαϊκή Ενωση αλλά επίσης για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ».
Είναι ολοφάνερο ότι εντείνονται οι διεργασίες για το πώς θα «λυθεί» το Κυπριακό, για το ποια πλευρά (δηλαδή ποια μονοπωλιακά και γεωπολιτικά συμφέροντα θα βγουν περισσότερα ή λιγότερο κερδισμένα από τις νέες «ισορροπίες») θα ωφεληθεί από την ολοκλήρωση των συνομιλιών. Η στήριξη προς την Κύπρο, που πολλοί έσπευσαν να εκφράσουν με αφορμή τις νέες προκλήσεις Τουρκίας και Κατεχομένων δεν είναι ούτε «αθώα» ούτε και άσχετη από τους σχεδιασμούς που επεξεργάζονται πυρετωδώς (όπως φαίνεται) τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Καθόλου τυχαία δεν προβάλλεται ιδιαίτερα η πρωτόγνωρα «εποικοδομητική» (όπως αναφέρθηκε και στη χτεσινή εκδήλωση) στάση των ΗΠΑ όπως και καθόλου τυχαία δεν είναι η έντονη κριτική που φέρεται να δέχεται η Τουρκία.
Είναι καθαρό ότι, ειδικά μέσα σε συνθήκες βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, θα υπάρξουν αλλαγές και σε μια σειρά ενδοϊμπεριαλιστικές κολεγιές - ισορροπίες. Για παράδειγμα, το τελευταίο διάστημα υπάρχουν μια σειρά ενδείξεις ότι οι σχέσεις Ουάσιγκτον - Αγκυρας δεν αποκλείεται να περάσουν σε «νέα φάση». Για τους εργαζόμενους, όμως, δεν πρέπει να υπάρχει καμιά απολύτως αυταπάτη για το ποιον εξυπηρετούν τα «παζάρια» αυτά. Με λίγα λόγια, για τον κυπριακό λαό δε θα έχει ουσιαστική σημασία αν τα μονοπώλια που θα εκμεταλλευτούν τον πλούτο του και θα φορτωθούν στο σβέρκο του θα έχουν αμερικανική, αραβική, κινεζική ή ρωσική επωνυμία. Οι συμμαχίες που η αστική τάξη ιεραρχεί σε κάθε ιστορική περίοδο δεν είχαν και δε θα έχουν ποτέ καμία σχέση με τα λαϊκά συμφέροντα. Αυτό έχει δείξει η ίδια η Ιστορία και σε περιόδους πολέμων και σε περιόδους ιμπεριαλιστικής «ειρήνης».