Το άρθρο που ακολουθεί βασίζεται σε ομιλία που πραγματοποιήθηκε σε συζήτηση στις 28/11 στη Βουλή
Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια μεγάλη και κατά τη γνώμη μας αποπροσανατολιστική συζήτηση γύρω από το ζήτημα της αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος.
Στόχος αυτής της συζήτησης, μέρος της οποίας είναι και η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, είναι να πείσει ότι για την ίδια την εκδήλωση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και για τις μεγάλες αρνητικές συνέπειες που έφερε στη λαϊκή πλειοψηφία, φταίει ο τρόπος λειτουργίας του πολιτικού συστήματος.
Στόχος, επίσης, είναι να δημιουργήσει προσδοκίες - ψεύτικες λέμε εμείς - στο λαό ότι αν αλλάξει αυτός ο τρόπος λειτουργίας, αν οι μονοκομματικές κυβερνήσεις αντικατασταθούν από κυβερνήσεις συνεργασίας, αν μειωθεί ο αριθμός των βουλευτών, αν ενισχυθούν οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, αν υπάρξουν κάποια μέτρα διαφάνειας για τον έλεγχο, για παράδειγμα, του πολιτικού χρήματος, τότε θα αντιμετωπιστεί η κρίση ή θα δημιουργηθούν μεγαλύτερες δυνατότητες για την επίλυση των λαϊκών προβλημάτων.
Αυτή η συζήτηση, που δεν είναι καινούρια, πάει χέρι χέρι μ' εκείνες τις θεωρίες που χρόνια τώρα αποδίδουν το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και τις συνέπειές της για το λαό στη διαφθορά, στην αδιαφάνεια, στο μέγεθος του κρατικού τομέα, στις μονοκομματικές κυβερνήσεις, στην έλλειψη συνεννόησης και συναίνεσης μεταξύ των κομμάτων.
Ακόμη κι αν ορισμένα φαινόμενα είναι υπαρκτά, όπως είναι η εκτεταμένη διαφθορά, δεν αποτελούν την αιτία της κρίσης και απόδειξη γι' αυτό αποτελεί το γεγονός ότι η κρίση χτύπησε όλες τις χώρες, ακόμη και εκείνες που έχουν προχωρήσει σε αλλαγές όπως αυτές που προτείνονται από την κυβέρνηση ή από άλλα κόμματα. Ούτε το βάθος της κρίσης στην Ελλάδα έχει να κάνει με τα παραπάνω φαινόμενα, αλλά με τη θέση κάθε χώρας στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, με την ανισομετρία που είναι σύμφυτη με τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης.
Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται να μείνει στην αφάνεια και τελικά στο απυρόβλητο ο πραγματικός αίτιος της κρίσης και των λαϊκών προβλημάτων, που είναι η ίδια η οικονομική και πολιτική εξουσία του κεφαλαίου, το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, η ΕΕ, δηλαδή ο δρόμος, τον οποίο φυσικά υπηρέτησαν και τα παλιά κυβερνητικά κόμματα, τον οποίο υπηρετούν και τα ανερχόμενα ή νέα κόμματα που φιλοδοξούν να πάρουν μέρος ή να αναλάβουν την κυβερνητική διαχείριση.
Θέλουν πιο αντιδραστικό αστικό κράτος
Να γιατί λέμε ότι η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος έχει στοιχεία αποπροσανατολισμού.
Φυσικά, η πρωτοβουλία της κυβέρνησης, της ΝΔ και άλλων κομμάτων, για τη συνταγματική αναθεώρηση και τα θέματα που έχει ανοίξει δεν είναι απλά μια επικοινωνιακού χαρακτήρα ενέργεια. Υπηρετεί συγκεκριμένες επιδιώξεις του συστήματος, προωθεί αντιδραστικές αλλαγές, που στοχεύουν έτσι ώστε το σημερινό Σύνταγμα και κατ' επέκταση το αστικό κράτος, από τη μία να γίνουν ακόμη πιο εχθρικά και αυταρχικά απέναντι στο λαό και από την άλλη να υπηρετούν ακόμη καλύτερα και πιο αποτελεσματικά τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Κάποιες από αυτές τις αλλαγές έχουν ήδη ξεκινήσει σε νομοθετικό επίπεδο και επιδιώκεται να αποτυπωθούν και συνταγματικά.
Αυτόν τον στόχο υπηρετούν οι προτάσεις για την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας έναντι της νομοθετικής, όπως είναι η μείωση του αριθμού των βουλευτών, το ασυμβίβαστο της ιδιότητας βουλευτή και υπουργού, η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ), που φτάνουν μέχρι και την εκλογή του ΠτΔ απευθείας από το λαό. Οσο κι αν αυτή η πρόταση, που υποστηρίζεται και από άλλα κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, διατυπώνεται στο όνομα της λαϊκής κυριαρχίας, στην ουσία κρύβει το στόχο να αποτελεί αυτός ο θεσμός, ο ΠτΔ, έναν σταθερό παράγοντα που πιο αποφασιστικά θα έχει λόγο σε μια σειρά από ζητήματα, όπως είναι πιθανόν η σύνθεση της κυβέρνησης, η θέσπιση των νόμων, η προκήρυξη εκλογών.
Γενικότερα, μέσω τέτοιων προτάσεων, επιδιώκεται η δημιουργία τέτοιων θεσμών και η στελέχωσή τους με πρόσωπα, τα οποία με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και ικανότητα θα υλοποιούν την αντιλαϊκή πολιτική. Είπε η εκπρόσωπος της ΔΗΜΑΡ ότι με το ασυμβίβαστο υπουργού - βουλευτή οι υπουργοί θα είναι αφοσιωμένοι στο κυβερνητικό έργο, φέρνοντας το παράδειγμα της Κομισιόν. Τι είναι η Κομισιόν; Κανένας φιλολαϊκός θεσμός; Είναι ο πιο αντιδραστικός θεσμός της ΕΕ. Αρα, εδώ, αυτή η «αφοσίωση στο κυβερνητικό έργο» οδηγεί στο εξής: Θεσμοί και πρόσωπα που, ανεπηρέαστα από την εκάστοτε πολιτική συγκυρία και κυρίως από την αντίσταση, τη διεκδίκηση, την παρέμβαση και τους αγώνες του λαού, θα είναι άτεγκτοι και αφοσιωμένοι στην εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής.
Ενίσχυση της δράσης του κεφαλαίου
Ενα άλλο ζήτημα αποτελούν οι προτάσεις για την αναθεώρηση διατάξεων, όπως είναι το άρθρο 16, για να υπάρχει η δυνατότητα και τυπικά πλέον να ιδρύονται ιδιωτικά πανεπιστήμια, ή το άρθρο 24 για την προστασία του περιβάλλοντος.
Με αυτές τις προτάσεις επιδιώκεται να ενισχυθούν η δράση και η κερδοφορία του κεφαλαίου στους τομείς της Παιδείας, της Υγείας και αλλού. Να αλλάξουν εκείνες οι διατάξεις που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος και βάζουν κάποιους περιορισμούς στην ανεξέλεγκτη δράση των επιχειρηματικών ομίλων.
Μια τρίτη και πολύ επικίνδυνη πλευρά στις προτάσεις και στη συζήτηση που έχει ανοίξει για τη συνταγματική αναθεώρηση είναι εκείνη που - στο όνομα της διαφάνειας - προωθεί την ανοιχτή παρέμβαση στη λειτουργία των κομμάτων, τον περιορισμό των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, την ενίσχυση της καταστολής για την αντιμετώπιση του εργατικού - λαϊκού κινήματος.
Ηδη σε νομοθετικό επίπεδο προχωρούν τέτοιες ρυθμίσεις, όπως είναι η αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου και η ουσιαστική απαγόρευση του δικαιώματος της απεργίας. Οπως είναι και ο νόμος που ψηφίστηκε πριν από λίγες μέρες για τα οικονομικά των κομμάτων και που στο όνομα δήθεν της διαφάνειας από τη μία θεσμοθετεί τη φανερή και επίσημη διαπλοκή κομμάτων και επιχειρηματιών και από την άλλη προχωρά σε ένα γενικευμένο φακέλωμα όσων χρηματοδοτούν ένα κόμμα ακόμη και με ένα ευρώ, πλήττοντας ιδιαίτερα εκείνα τα κόμματα που στηρίζονται στο λαό.
Και φυσικά δεν έχουν σκοπό να σταματήσουν εδώ. Ηδη υπάρχει ένα ολόκληρο νομοθετικό οπλοστάσιο, υπάρχουν αντιδραστικές κατευθύνσεις και της ΕΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης που δε μένουν μόνο στο ζήτημα των οικονομικών των κομμάτων, αλλά επεκτείνονται ακόμη και σε ζητήματα οργάνωσης, στο πώς πρέπει να λειτουργεί ένα κόμμα, πώς πρέπει να είναι το καταστατικό του. Αυτά προωθεί η ΕΕ και το ευρωενωσιακό πλαίσιο, που επικαλέστηκαν βουλευτές όλων των κομμάτων.
Γι' αυτό θεωρούμε ότι η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος εγκυμονεί πολύ αντιδραστικές και επικίνδυνες αλλαγές, που ανατρέπουν δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί ή παραχωρηθεί σε προηγούμενη ιστορική περίοδο και τις οποίες πρέπει ο λαός να αντιπαλέψει και να ακυρώσει. Βεβαίως, θετικές προτάσεις (αν υπάρξουν), όπως, για παράδειγμα, για την καθιέρωση της απλής αναλογικής ή για την αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών, προκειμένου να φύγουν τα σημερινά εμπόδια κ.ά., το ΚΚΕ θα τις στηρίξει, χωρίς ωστόσο να έχει και, πολύ περισσότερο, να καλλιεργεί αυταπάτες ότι με αυτόν τον τρόπο θα αλλάξει κάτι ριζικά υπέρ του λαού.
Η αντίληψη του ΚΚΕ
Το ΚΚΕ πιστεύει ότι το σημερινό Σύνταγμα δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί ούτε να βελτιωθεί υπέρ του λαού. Οπως επίσης δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτικό ή φιλολαϊκό Σύνταγμα στο πλαίσιο της σημερινής εξουσίας του κεφαλαίου. Γιατί αυτή η εξουσία και η οικονομική της βάση είναι που καθορίζουν τα στενά και ασφυκτικά - για το λαό - όρια και του πιο «προοδευτικού» Συντάγματος. Η επίκληση ή αναγνώριση δικαιωμάτων στο Σύνταγμα, όπως το δικαίωμα στην εργασία, στη μόρφωση, στην Υγεία θα μένει κενό γράμμα, θα είναι ένα ευχολόγιο όσο αναγνωρίζεται η ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, κατοχυρώνεται η ταξική εκμετάλλευση και καταπίεση.
Γι' αυτό θεωρούμε ότι πραγματικά κυρίαρχος μπορεί να γίνει ο λαός, όταν θα έχει στην ιδιοκτησία του και θα αξιοποιεί τον πλούτο που παράγει.
Γι' αυτό απαιτείται μια άλλη εξουσία, μία εργατική - λαϊκή εξουσία, που θα έχει ως βασικά της στοιχεία την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, τον εργατικό - λαϊκό έλεγχο, την αποδέσμευση της χώρας από τους διεθνείς οργανισμούς, όπως είναι η ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Σε αυτό το πλαίσιο μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης, που θα κινείται με κριτήριο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, μπορούν να υπάρχουν νέοι θεσμοί διακυβέρνησης και εξουσίας, μια ανώτερη μορφή δημοκρατίας, που θα ξεκινάει, θα εδράζεται στους τόπους δουλειάς, δηλαδή στην παραγωγική μονάδα, στην κοινωνική υπηρεσία, στον παραγωγικό συνεταιρισμό, στις εργατικές συνελεύσεις, στους κλάδους, θα οργανώνεται σε τοπικό, περιφερειακό και πανελλαδικό επίπεδο, σε μια πρωτόγνωρη μορφή άμεσης συμμετοχής, ελέγχου, αιρετότητας, λογοδοσίας και ανάκλησης των εκλεγμένων αντιπροσώπων του λαού.
Ο λαός έχει το δικαίωμα να παλεύει σε μια τέτοια κατεύθυνση και επίσης έχει τη δύναμη να την επιβάλει.
Του
Γιάννη ΓΚΙΟΚΑ
Ο Γιάννης Γκιόκας είναιμέλος της ΚΕ του ΚΚΕ