Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

«Ξεφουρνίζουν» την αντιλαϊκή συμφωνία


Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται το ντόμινο των αντιλαϊκών διεργασιών, ενόψει και της θεωρούμενης «κομβικής» συνεδρίασης του Γιούρογκρουπ, την ερχόμενη Πέμπτη, 18 Ιούνη, ενώ παράλληλα, συνεχίζονται οι συζητήσεις των «εκπροσώπων του Ελληνα πρωθυπουργού» με τους «θεσμούς» της τρόικας στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με το Μέγαρο Μαξίμου η «ελληνική πλευρά είναι έτοιμη να καταθέσει αντιπροτάσεις, προκειμένου να γεφυρωθούν οι εναπομείνασες διαφορές, όπως ακριβώς συμφωνήθηκε στις συναντήσεις του πρωθυπουργού στις Βρυξέλλες, τόσο με τους ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας όσο και με τον Πρόεδρο Γιούνκερ». Την ίδια ώρα, έχει τη σημασία του το γεγονός ότι από την τελευταία κυβερνητική ανακοίνωση, προχτές Παρασκευή, απουσίαζαν οι υποτιθέμενες «κόκκινες γραμμές», γύρω από τις συντάξεις, το Ασφαλιστικό κ.ά.
Οπως επισημαίνουν, «δεν θα μπορούσε άλλωστε να φανταστεί κανείς ότι η ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία θα οδηγούσε την Ευρώπη σε διχασμό για μία τόσο μικρή διαφορά και για την επιμονή να μην εφαρμοστεί στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων που ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες». Πρόκειται, δηλαδή, για ένα αντάλλαγμα, που διεκδικεί η συγκυβέρνηση, στο πλαίσιο της επικοινωνιακής διαχείρισης στο εσωτερικό της χώρας και ενόψει της ομοβροντίας με τα αντιλαϊκά μέτρα, που πρόκειται να ακολουθήσουν.
Σήμερα, σύμφωνα με τις κυβερνητικές εκτιμήσεις, «βρισκόμαστε περισσότερο από άλλοτε κοντά σε συμφωνία, αφού η διαφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα είναι μόνο της τάξης του 0,25%». Εμμέσως πλην σαφώς, ομολογούν ότι έχουν καταθέσει ή πρόκειται να το κάνουν και συνοδευτικά αντιλαϊκά μέτρα, στο 0,25% του ΑΕΠ ή ακόμη 450 εκατ. ευρώ, σε ετήσια βάση. Ανάμεσα σε άλλα, θεωρείται βέβαιη και η παραπέρα φοροεξαχρείωση, με τη μεγαλύτερη αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ, σε σχέση με την προηγούμενη κυβερνητική πρόταση.
Σε ό,τι αφορά την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού σημειώνουν ότι οι παρεμβάσεις θα είναι δημοσιονομικού και διοικητικού χαρακτήρα. Σε αυτό το πλαίσιο, πέρα από την αύξηση των αντιλαϊκών φόρων και τη συμπίεση των κρατικών κονδυλίων που αφορούν στην κάλυψη των λαϊκών αναγκών, δρομολογούνται και παρεμβάσεις στις δομές της Δημόσιας Διοίκησης, προκειμένου να επιτευχθούν περαιτέρω «εξοικονομήσεις».

Το χρονοδιάγραμμα της «λαιμητόμου»

Την Πέμπτη, 18 Ιούνη, συνεδριάζει το Γιούρογκρουπ, όπου σύμφωνα με τις υπάρχουσες εκτιμήσεις αναμένεται να δώσει το «πράσινο φως» στην επικύρωση της αντιλαϊκής συμφωνίας. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, στο κείμενο συμφωνίας ενδέχεται να υπάρχει αναφορά ότι το θέμα του ελληνικού κρατικού χρέους θα εξεταστεί σε επόμενη φάση, αλλά εντός της 9μηνης ή άλλης διάρκειας «μεταβατικής περιόδου».
Την ίδια ημερομηνία (18/6), όπως έγινε γνωστό προχτές Παρασκευή, συνεδριάζει η διοίκηση του «Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας» (ESM) στις 18 Ιούνη. Είναι φανερό ότι η συζήτηση θα έχει αντικείμενο τα ζητήματα της αναχρηματοδότησης προς το ελληνικό κράτος. Το αίτημα χρηματοδότησης της συγκυβέρνησης προβλέπει και τη μεταφορά των δανείων από την ΕΚΤ στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), σε μια εξέλιξη που ανοίγει το δρόμο για τη συμμετοχή και των ελληνικών μονοπωλίων και επιχειρηματικών Ομίλων στα προγράμματα «νομισματικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ. Να σημειωθεί ότι για τη συμμετοχή σε αυτά, η ΕΚΤ έχει ως όρο να μη διακρατεί κρατικά χρέη πάνω από ένα ορισμένο ύψος. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι στόχος είναι «η επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας και η άρση της αβεβαιότητας».
Στις 24 Ιούνη, συνεδριάζει το Διοικητικό Συμβούλιο τηςΕυρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, με ατζέντα τα ζητήματα χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζικών Ομίλων. Και βέβαια, οι όποιες αποφάσεις θα κριθούν από την πορεία της αντιλαϊκής αξιολόγησης και της συμφωνίας.
Στις 30 Ιούνη, λήγει η παράταση που δόθηκε στη σημερινή κυβέρνηση για το υπάρχον μνημόνιο.
Επίσης, στις 30 Ιούνη η συγκυβέρνηση αποπληρώνει ποσά ύψους1,6 δισ. ευρώ για δόσεις εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους, στην πλευρά του ΔΝΤ.
Με την επιβεβαίωση της συμφωνίας, ο ESM με τα 11,4 δισ. ευρώαπό τα αδιάθετα υπόλοιπα των προηγούμενων δανείων (στήριξη τραπεζών), αναλαμβάνει να αποπληρώσει απευθείας τη δόση προς το ΔΝΤ. Επίσης, σύμφωνα με τους υπάρχοντες σχεδιασμούς, θα αναλάβει τα χρέη του ελληνικού αστικού κράτους και προς την πλευρά της ΕΚΤ, ύψους 6,7 δισ. ευρώ με λήξεις στο δίμηνο Ιούλη - Αυγούστου.
Πρόκειται για πρακτικές ανακύκλωσης και διαχείρισης του κρατικού χρέους. Να υπενθυμίσουμε ότι η συγκυβέρνηση, με τη συμφωνία - απόφαση στο Γιούρογκρουπ της 20ής Φλεβάρη, δεσμεύεται να το εξυπηρετεί «στο ακέραιο και εγκαίρως».

Οι «αγωνίες» του ΣΕΒ

«Η ελληνική οικονομία ήδη υφίσταται τις δυσμενείς επιδράσεις της ακραίας αβεβαιότητας που συνοδεύει τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις, υπό την πίεση και του χρόνου για την ολοκλήρωσή τους, καθώς οι εξωτερικές υποχρεώσεις της χώρας δεν θα είναι δυνατό να εξυπηρετηθούν από ένα χρονικό σημείο και μετά».
Το παραπάνω επισημαίνει ο ΣΕΒ, στο «εβδομαδιαίο δελτίο για την ελληνική οικονομία». Την ίδια ώρα, από τη σκοπιά του κεφαλαίου, οι βιομήχανοι προειδοποιούν για το λάθος μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής, τόσο προς την πλευρά της συγκυβέρνησης, όσο και σε αυτήν των δανειστών. «Καθώς οι διαπραγματεύσεις προσεγγίζουν σημείο καμπής, η έμφαση στην αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης αναδεικνύει το αναπτυξιακό έλλειμμα της επιδιωκόμενης συμφωνίας», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΕΒ τονίζει ότι οι προτάσεις της κυβέρνησης και των εταίρων που είδαν το φως της δημοσιότητας, «έρχονται να επισφραγίσουν την καταδίκη της όποιας αναπτυξιακής δυναμικής».
Οι βιομήχανοι αναφέρονται και σε «κίνδυνο αποψίλωσης της παραγωγικής βάσης της χώρας, μετανάστευσης του καλύτερου ανθρωπίνου δυναμικού, καθώς ειδικά αυτή η ομάδα έχει αυξημένη ικανότητα αλλαγής του τόπου δραστηριότητας και εγκατάστασης».
Είναι φανερό το γεγονός ότι προετοιμάζουν τις συνθήκες για την απόσπαση νέων προκλητικών προνομίων και στο πλαίσιο της «επόμενης μέρας», ως αντιστάθμισμα στο «αναπτυξιακό έλλειμμα» της διαφαινόμενης συμφωνίας. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ΣΕΒ «μια ανάκαμψη με αυξημένο αποτύπωμα στην απασχόληση, καλές εξαγωγικές επιδόσεις και επέκταση της παραγωγικής βάσης δεν μπορεί να υπάρξει αν δεν μειωθεί δραστικά το κόστος Ενέργειας για την οικονομία καθώς και το μη μισθολογικό κόστος παραγωγής».
Πρόκειται, δηλαδή, για τις διεκδικήσεις των βιομηχάνων και των άλλων τμημάτων του ελληνικού κεφαλαίου, που αφορούν τις φοροελαφρύνσεις, την παραπέρα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλουν οι εργοδότες, το ενεργειακό κόστος στην παραγωγή, τις νέες κρατικές ενισχύσεις μέσω διαφόρων «αναπτυξιακών πακέτων» (επενδυτικό ταμείο Γιούνκερ, ΕΣΠΑ) κ.λπ.