Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

ΕΥΡΩΖΩΝΗ - ΕΛΛΑΔΑ «Τρεχαντήρι» η συζήτηση για το κρατικό χρέος

 

Νέες δηλώσεις και παρεμβάσεις, στο φόντο της διαμάχης για τη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης

Η συζήτηση για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους κρύβει από πίσω της την ανησυχία των αστών για την εξέλιξη της κρίσης συνολικά στην Ευρωζώνη

Συνεχίζεται και εντείνεται η συζήτηση στα επιτελεία της Ευρωζώνης για τη διαχείριση του ελληνικού κρατικού χρέους και κατ' επέκταση της κρίσης σε Ελλάδα και ΕΕ. Σύμφωνα με ανάλυση του πρακτορείου «Ρόιτερς», η 50ετής επιμήκυνση των διακρατικών δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα και η μείωση των επιτοκίων στο «ελάχιστο» είναι μία από τις επιλογές που εξετάζουν η Γερμανία και άλλες χώρες προκειμένου να αποφύγουν ένα νέο «κούρεμα» του χρέους.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που αναζητείται είναι ένας νέος συμβιβασμός για την ελεγχόμενη καταστροφή κεφαλαίου και πάνω εκεί εκφράζονται οι κόντρες για την κατανομή της ζημιάς, δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους βρίσκεται πλέον στα χέρια του επίσημου τομέα της Ευρωζώνης. Το «Ρόιτερς» εκτιμά, επίσης, ότι η διαμάχη για το νέο δανειακό πρόγραμμα προς την Ελλάδα και η συνολική διαχείριση του χρέους «είναι απίθανο να προκαλέσουν το είδος της κρίσης που έχει εγείρει το ενδεχόμενο διάλυσης του ευρώ στο πρόσφατο παρελθόν».

Ομολογεί, ωστόσο, πως μολονότι το έδαφος φαντάζει πλέον σταθερότερο, «το γεγονός ότι το πρόγραμμα της Ελλάδας έχει ξεφύγει εκτός δρόμου τόσο σύντομα καταδεικνύει πως η Ευρώπη ακόμη παλεύει με την κρίση», και απέχει από το να «αφοπλίσει την απειλή» για το ευρώ. Ιδια πάνω - κάτω είναι η εκτίμηση και του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, ο οποίος επανήλθε σε συνεντεύξεις του στο ενδεχόμενο να υπάρξει και τρίτο δάνειο προς την Ελλάδα.

Σύμφωνα με τον Β. Σόιμπλε, αν η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να συγκεντρώσει τα κεφάλαια που της χρειάζονται από τις αγορές, αφού εκπνεύσει το τρέχον πρόγραμμα βοήθειας, στα τέλη του 2014, «πιθανότατα θα υπάρξει η ανάγκη να δράσουμε». Σε ό,τι αφορά στο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, είπε πως «αυτό είναι επικίνδυνο όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και την Ευρώπη. Εάν οι χρηματαγορές πιστεύουν ότι έρχεται άλλο ένα "κούρεμα", τότε πολύ γρήγορα θα δούμε να γενικεύεται η ανησυχία για τα χρέη της Ευρωζώνης».

Από την πλευρά του, ο επικεφαλής του κέντρου προγνώσεων του Ινστιτούτου για την Παγκόσμια Οικονομία του Κίελου, Χοακίμ Σέιντε, είπε σε συνέντευξή του ότι «η πολιτική αποκλείει ένα "κούρεμα" - τουλάχιστον πριν τις γερμανικές εκλογές. Ωστόσο ένα πακέτο βοήθειας είναι αναπόφευκτο. Οπως φαίνεται αυτή τη στιγμή κάτι τέτοιο θα αποφασισθεί μάλλον πριν το 2014». Για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει τελικά η νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, προέβλεψε «περισσότερα βραχυπρόθεσμα δάνεια, επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού».

Ο ίδιος εκτιμά ότι «αυτό δεν θα είναι το τελευταίο πακέτο βοήθειας» επειδή «το "κούρεμα" του χρέους γίνεται ολοένα και λιγότερο ελκυστικό για τις κυβερνήσεις, γιατί οι ζημιές για τους φορολογούμενους εκτιμάται ότι θα είναι τεράστιες». Από την άλλη, όμως, η συνεχής αποφυγή του «κουρέματος» του ελληνικού χρέους «θα κάνει την κρίση ακόμα χειρότερη». Γι' αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, «είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να υπάρξει ένα αποφασιστικό "κούρεμα" του χρέους της», επειδή «όλα τ' άλλα θα επιμηκύνουν την κρίση της χώρας και απομακρύνουν χρονικά την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων».

Πέραν όλων των άλλων, απόψεις όπως αυτή του Γερμανού οικονομολόγου, που έρχονται σε αντίθεση με την επίσημη θέση της γερμανικής κυβέρνησης, δείχνουν τις αντιθέσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό της αστικής τάξης της Γερμανίας και τις διαφορετικές αντιλήψεις για τη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης.

Κόντρα και για τα επιτόκια της ΕΚΤ

Σε άλλες παρεμβάσεις του, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών είπε ότι «είναι πολύ νωρίς για να πει κανείς οτιδήποτε» σχετικά με το περιεχόμενο μιας νέας «βοήθειας» προς την Ελλάδα (όπως, π.χ., για το ποσοστό της χρηματοδότησης από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ). Δήλωσε ακόμα ότι το τρίτο πακέτο προς την Ελλάδα θα είναι «πολύ πιο περιορισμένο» από τα δύο προηγούμενα και ξεκαθάρισε ότι η όποια σχετική συζήτηση προϋποθέτει τη συνέχιση και κλιμάκωση των αντιλαϊκών μέτρων στην Ελλάδα.

Είπε συγκεκριμένα: «Δώσαμε την προοπτική για περαιτέρω οικονομική βοήθεια υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υλοποιήσει τις δεσμεύσεις και με την προσδοκία ότι θα έχουμε να κάνουμε με πολύ μικρότερα ποσά από ό,τι μέχρι τώρα, μιας και στην Ελλάδα θα έχει επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα». Σε άλλο σημείο πρόσθεσε ότι «η Γερμανία έχει αναλάβει ρίσκα, όμως δεν θα υπάρξει στάση πληρωμών από ελληνικής πλευράς» και ότι γι' αυτό εγγυάται ο ίδιος.

Σε μια παράλληλη εξέλιξη, που ανοίγει νέα μέτωπα στην Ευρωζώνη, ο Β. Σόιμπλε υπενθύμισε σε συνέντευξή του ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεσμεύτηκε να αυξήσει ξανά τα επιτόκια αμέσως μόλις η οικονομική κατάσταση στην Ευρωζώνη βελτιωθεί, προσθέτοντας με νόημα ότι καλωσορίζει την προοπτική αυτή. «Τα χαμηλά επιτόκια αποτελούν πάνω απ' όλα μια έκφραση ανασφάλειας στις αγορές χρέους. Αυτό δεν μπορεί να διαρκεί για πάντα - έστω κι αν είναι μια ανακούφιση για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό», είπε ο Σόιμπλε.

«Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ανακοινώσει ότι θα αυξήσει τα επιτόκια ξανά όταν η κατάσταση της οικονομίας βελτιωθεί. Αυτό είναι καλό», πρόσθεσε ο Β. Σόιμπλε, βάζοντας απέναντι τις χώρες - μέλη της Ευρωζώνης που έχουν ζόρια να δανειστούν από τις καπιταλιστικές αγορές και αντλούν φτηνό χρήμα για το τραπεζικό τους σύστημα από την ΕΚΤ. Υπενθυμίζεται ότι ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, είχε επιμείνει μετά την τελευταία σύνοδο του ΔΣ της τράπεζας, την 1η Αυγούστου, ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν στο ίδιο ή και σε ακόμη χαμηλότερο επίπεδο για καιρό.

Η όλη συζήτηση γίνεται και υπό το φως των στοιχείων για την εξέλιξη της γερμανικής οικονομίας, η οποία εμφανίζεται να ανακάμπτει το δεύτερο τρίμηνο του 2013 από την αδύναμη έναρξη στο έτος. Το γερμανικό ΑΕΠ ενισχύθηκε κατά 0,7%, ενώ σε ετησιοποιημένη βάση αυξήθηκε κατά 2,9%, όπως ανακοίνωσε η στατιστική υπηρεσία της χώρας. Τα ίδια στοιχεία έδειξαν ότι οι κατασκευαστικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 2,6% από το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ οι επενδύσεις σε εξοπλισμό και μηχανήματα ενισχύθηκαν κατά 0,9% έπειτα από έξι διαδοχικά τρίμηνα υποχώρησης. Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 0,5% από το προηγούμενο τρίμηνο, οι εξαγωγές κατά 2,2% και οι εισαγωγές κατά 2,0%.

Νέα μελέτη του ΔΝΤ

Στο μεταξύ, με νέα έκθεσή του, το ΔΝΤ εκτιμά τώρα ότι δεν φταίει ο λανθασμένος πολλαπλασιαστής για τις λάθος προβλέψεις αναφορικά με την ανάπτυξη στην Ελλάδα, αλλά το γεγονός ότι το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων δεν εφαρμόστηκε επαρκώς. Η τεχνοκρατική μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, με τίτλο «Αξιολογώντας την επίδραση και την κλιμάκωση πολυετών προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής: Ενα γενικό πλαίσιο», ασχολείται με τις επιπτώσεις των προγραμμάτων σταθεροποίησης σε υπερχρεωμένες χώρες.

Μεγάλη ανάλυση γίνεται στην έκθεση για τον περιβόητο «πολλαπλασιαστή» (δηλαδή, η επίπτωση των μέτρων περικοπής δαπανών και αύξησης φόρων στην οικονομική δραστηριότητα) καθώς είχε προηγηθεί εκτίμηση του Ταμείου ότι ο πολλαπλασιαστής των μέτρων λιτότητας στην Ελλάδα ήταν τελικά πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που προϋπολογίστηκε.

Τώρα, οι συντάκτες της μελέτης καταλήγουν στο συμπέρασμα, όσον αφορά στην Ελλάδα, ότι «το να είχαμε εφαρμόσει έναν υψηλότερο πολλαπλασιαστή δεν θα οδηγούσε σε βελτίωση της πρόβλεψης για το ΑΕΠ». Αντίθετα, ο παράγοντας που «έριξε έξω» τις εκτιμήσεις τους για την Ελλάδα ήταν «τα χαμηλότερα των προσδοκιών αποτελέσματα από τις μεταρρυθμίσεις, οι πολιτικές και κοινωνικές αντιστάσεις, που συνέβαλαν σε χαμηλότερη σε σχέση με την προσδοκώμενη - στο αρχικό πρόγραμμα - ανάπτυξη».

Υπενθυμίζεται ότι στις αρχές Ιούνη, σε έγγραφο που κυκλοφόρησε εσωτερικά με ένδειξη «άκρως εμπιστευτικό», το ΔΝΤ εκτιμούσε πως είχε υποτιμήσει τη ζημιά που προκάλεσαν τα περιοριστικά μέτρα στην ελληνική οικονομία. Με τη νέα τους έκθεση, οι τεχνοκράτες του Ταμείου αφενός επιβεβαιώνουν ότι ο κουρνιαχτός που σηκώθηκε τότε ήταν αποπροσανατολιστικός για το λαό και αφετέρου ότι η εφαρμογή και επιτάχυνση των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων είναι το ζητούμενο κάθε προγράμματος και όχι αυτή καθαυτή η δημοσιονομική προσαρμογή.

Γι' αυτό το Ταμείο έρχεται τώρα να αναδείξει το ρόλο που έπαιξαν οι λαϊκές αντιδράσεις στην καθυστέρηση των μέτρων, ακόμα κι αν αντικειμενικά ήταν πίσω από τις ανάγκες και το μέγεθος της επίθεσης. Από αυτή τη σκοπιά, η έκθεση του ΔΝΤ ισοδυναμεί με «ενθάρρυνση» προς την κυβέρνηση να συνεχίσει και να κλιμακώσει την επίθεση στους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα.

 

“Ριζοσπάστης”