Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

ΚΟΙΝΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 2014 - 2020 Προωθεί τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις σε γεωργία - κτηνοτροφία

 

Ακόμη μεγαλύτερα δεινά έρχονται για μικρούς αγρότες και κτηνοτρόφους

Με τη νέα ΚΑΠ είναι σίγουρο ότι θα ενταθεί η συγκεντροποίηση γης και παραγωγής σε ακόμα λιγότερα χέρια

 

Η πιο «δίκαιη» και πιο «πράσινη» Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ για την περίοδο 2014 - 2020, που υπόσχονται κυβέρνηση και ΕΕ, είναι στην πράξη η καλύτερα έως τώρα προσαρμοσμένη ΚΑΠ στις ανάγκες των μονοπωλίων του αγροτοδιατροφικού τομέα.

Για τους μικρομεσαίους αγρότες και κτηνοτρόφους της χώρας μας, η πλήρης εφαρμογή της από το 2015 - το 2014 έχει ορισθεί ως έτος μετάβασης - θα σημάνει τεράστια μείωση εισοδήματος, ασφυκτική σε σημείο «πνιγμού» πρόσδεση από τα μονοπώλια που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό τομέα (προμηθευτές, μεγαλεμπόρους, αγροτοβιομήχανους και τραπεζικό κεφάλαιο) και εν τέλει ένταση των ρυθμών ξεκληρίσματος, προς όφελος των «μεγάλων», που συγκεντρώνουν στα χέρια τους ολοένα και περισσότερη γη και παραγωγή.

Η νέα ΚΑΠ θα εξειδικευθεί ανά τομέα με την ψήφιση των ειδικών κανονισμών και καθεστώτων που διέπουν το κάθε προϊόν. Ομως, είναι βέβαιο ότι, πρώτον, η κατάργηση των «ιστορικών δικαιωμάτων» και, δεύτερον, η απόδοση του 30% των συνολικών κονδυλίων σε «περιβαλλοντικές» δράσεις θα επιφέρουν νέο πλήγμα στο ήδη κατακρημνισμένο εισόδημα του φτωχού αγρότη.

Με τον όρο «ιστορικό δικαίωμα» εννοούμε τις στρεμματικές επιδοτήσεις που καθιερώθηκαν από το 2006 και ισχύουν ως δικαιώματα ανά εκτάριο, ανάλογα με το τι καλλιεργούσε και τι επιδοτήσεις έπαιρνε το διάστημα 2000 - 2002 ο κάθε παραγωγός. Το «μοντέλο» αυτό πλέον καταργείται, με την εφαρμογή της «περιφερειοποίησης» των επιδοτήσεων, με σκοπό - όπως λένε - την επίτευξη «εσωτερικής σύγκλισης», την άρση δηλαδή μεγάλων διαφορών στις επιδοτήσεις από περιοχή σε περιοχή της χώρας και από προϊόν σε προϊόν, στο όνομα τάχα της «δικαιοσύνης».

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι αν ολόκληρη η Επικράτεια θεωρηθεί μία περιφέρεια, η επιδότηση για τους γεωργούς, ανεξαρτήτως καλλιέργειας, υπολογίζεται ότι θα αντιστοιχεί περί τα 40 ευρώ/στρέμμα και στους κτηνοτρόφους 25 ευρώ/στρέμμα, από 52 ευρώ/στρέμμα που ισχύει κατά μέσον όρο σήμερα.

Η νέα ΚΑΠ προβλέπει ότι για την επίτευξη της «εσωτερικής» σύγκλισης, η μείωση για τον κάθε παραγωγό δεν μπορεί να ξεπερνά το 30% όσων χρημάτων λαμβάνει μέχρι τώρα. Ωστόσο, για ορισμένες καλλιέργειες, όπου η επιδότηση σήμερα είναι πολύ «υψηλή» σε σχέση με το προτεινόμενο μοντέλο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η μείωση αυτή θα φτάσει στο μέγιστο προβλεπόμενο ποσοστό. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σήμερα η επιδότηση στα αμπέλια είναι 300-350 ευρώ/στρέμμα, στις ελιές 150 ευρώ/στρέμμα και στο βαμβάκι 90-100 ευρώ/στρέμμα.

Επιδοτείται η καπιταλιστικοποίηση της παραγωγής

Τα συνολικά κονδύλια της νέας ΚΑΠ, που προορίζονται για τη χώρα μας, είναι περίπου 19,7 δισ. ευρώ για την επταετία, μειωμένα κατά 300 εκατ. ευρώ περίπου σε σχέση με τα κονδύλια της τρέχουσας περιόδου. Σε πραγματικές τιμές, ωστόσο, η μείωση είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν συνυπολογιστούν η βύθιση των τιμών παραγωγού την τελευταία πενταετία, η αύξηση του κόστους παραγωγής, εξαιρώντας άλλους παράγοντες που διαμορφώνουν το εισόδημα, όπως το κόστος χρήματος, το γενικό κόστος διαβίωσης κ.τ.λ.

Ακόμη και με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής που δημοσιοποιήθηκαν στις 11 Οκτώβρη, μόνο την τελευταία διετία ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών (κόστος παραγωγής) στη γεωργία - κτηνοτροφία παρουσιάζει συνολική αύξηση 6%.

Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του αναπληρωτή υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, Μ. Χαρακόπουλου, κατά την επίσημη παρουσίαση της νέας ΚΑΠ την περασμένη βδομάδα. Είπε ότι ενώ στο σύνολο της ΕΕ οι άμεσες πληρωμές αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 30% του γεωργικού εισοδήματος, τα τελευταία χρόνια, λόγω της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, οι άμεσες ενισχύσεις, που τα ποσά τους παρέμειναν σταθερά, αποτελούν σχεδόν το 60% του γεωργικού εισοδήματος. Με απλά λόγια, το γενικό γεωργικό εισόδημα, εξαιρουμένων των επιδοτήσεων, έχει υποστεί μείωση που ξεπερνά το 40% την τελευταία πενταετία, όπως ομολογείται πλέον από επίσημα κυβερνητικά χείλη.

Και ενώ οι αγρότες και κτηνοτρόφοι της χώρας - στη συντριπτική τους πλειοψηφία κάτοχοι μικρών εκμεταλλεύσεων - βιώνουν συνθήκες συντριβής, που για να αντεπεξέλθουν θα χρειάζονταν ακόμη μεγαλύτερες ενισχύσεις από πριν, η ΚΑΠ ρίχνει νέο «πέλεκυ» και μέσω της λεγόμενης «πράσινης ενίσχυσης». Στην πράξη, αυτό θα σημάνει την αποκοπή του 30% των 15 περίπου δισ. που προορίζονται για άμεσες αγροτικές επιδοτήσεις («1ος Πυλώνας»), το οποίο θα κατευθύνεται σε δράσεις που υποστηρίζουν τη λεγόμενη «πράσινη γεωργία».

Πρόκειται για «προκαθορισμένες πρακτικές επωφελείς για το κλίμα και το περιβάλλον», δράσεις που θα έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα. Οπως είναι η εναλλαγή καλλιεργειών, η διατήρηση των μόνιμων βοσκοτόπων και η διατήρηση εκτάσεων «οικολογικής εστίασης» (αναβαθμίδες, ακαλλιέργητες εκτάσεις, δάσωση κ.λπ.) και οι βιολογικές καλλιέργειες. Ακόμη και αν ισχύσουν ορισμένες εξαιρέσεις στην εφαρμογή της υποχρεωτικότητας των μέτρων, δεν αλλάζει η πολιτική ουσία του ζητήματος, που θέλει την άμεση μεταφορά κονδυλίων από την πραγματική παραγωγή, σε δήθεν «φιλοπεριβαλλοντικές» δράσεις.

Παράλληλα, παρέχεται η δυνατότητα στα κράτη - μέλη να μεταφέρουν μέχρι και το 15% των συνολικών πόρων που τους αναλογούν από τον 1ο στο 2ο πυλώνα, δηλαδή από τις άμεσες ενισχύσεις στα προγράμματα «ανάπτυξης της υπαίθρου». Η μέχρι σήμερα πείρα έχει αποδείξει ότι ειδικά ο «2ος πυλώνας», σε καμία περίπτωση δεν ενίσχυσε τους μικρούς παραγωγούς - ελάχιστες εξαιρέσεις αν υπάρχουν επιβεβαιώνουν τον κανόνα - παρά μόνο τις καθαρά καπιταλιστικές αγροτικές επιχειρήσεις, που ενισχύονταν με ρευστό για να επενδύουν στη γεωργία. Τώρα, τα διατιθέμενα κονδύλια για τους καπιταλιστές αγρότες πολλαπλασιάζονται.

Οι τράπεζες κάνουν «παιχνίδι»

Ολο το προηγούμενο διάστημα, αλλά και κατά την επίσημη παρουσίαση της ΚΑΠ την περασμένη βδομάδα, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης στο «διαρθρωτικό πρόβλημα» της ελληνικής γεωργίας, το οποίο εντοπίζεται στο μικρό και διάσπαρτο κλήρο. Η νέα ΚΑΠ παρέχει τα εργαλεία που απαιτούνται για την αντιμετώπιση του αντικειμενικού αυτού προβλήματος, όχι όμως από τη σκοπιά των συμφερόντων των φτωχών αγροτών και ευρύτερα των λαϊκών αναγκών για φτηνά και ποιοτικά αγροτοδιατροφικά προϊόντα, αλλά από τη σκοπιά ενίσχυσης των καπιταλιστών αγροτών και των μονοπωλίων του αγροτικού τομέα.

Οπως έχει τονίσει ο υπουργός Αθ. Τσαυτάρης, το «διαρθρωτικό πρόβλημα» με τη νέα ΚΑΠ αντιμετωπίζεται με δύο τρόπους: Μέσω των νέου τύπου συνεταιρισμών - στην πραγματικότητα, συνενώσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων - που στήνονται με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, και της «συμβολαιακής γεωργίας».

Ηδη, με τη λειτουργία του «Συνεταιριστικού Μητρώου», αποκρυσταλλώθηκε μία πολυετής διαδικασία απαξίωσης και διάλυσης των αγροτικών συνεταιρισμών, οι οποίοι πλέον από τον αριθμό των 6.500 σήμερα φτάνουν περίπου τους 1.000. Η δραστηριότητά τους θα υπακούει στα κελεύσματα της καπιταλιστικής γεωργίας και θα επεκτείνεται σε διαφόρων ειδών επιχειρηματικές δράσεις - τυποποίηση, διακίνηση προϊόντων, σύνδεση με «αγροτουριστικά» προγράμματα και όχι μόνο - που θα ξεφεύγουν από τα «στενά» όρια των παλιών αγροτικών συνεταιρισμών.

Σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση συμβολαιοποίησης της παραγωγής έχουν ήδη γίνει από την Τράπεζα Πειραιώς, τον «διάδοχο» της παλιάς κρατικής Αγροτικής Τράπεζας, η οποία δραστηριοποιείται με εντατικούς ρυθμούς, κλείνοντας λεόντειες συμφωνίες με μια σειρά ενώσεων παραγωγών σε μία μεγάλη γκάμα προϊόντων.

Η Τράπεζα Πειραιώς, εκμεταλλευόμενη και τις οξυμένες ανάγκες για ρευστότητα των παραγωγών, έχει ήδη συνάψει συμφωνίες σε βιομηχανικό ροδάκινο, βαμβάκι, καπνά, βρώσιμη ελιά, γάλα και οπωροκηπευτικά με παραγωγούς σε Θεσσαλία, Κρήτη, Πέλλα, Ημαθία, Σέρρες, Καβάλα, Δράμα, Πιερία, Αιτωλοακαρνανία, Ροδόπη. Με την υπογραφή του συμβολαίου, ο παραγωγός παραδίδει υποχρεωτικά το προϊόν του στον αντίστοιχο έμπορο ή μεταποιητή, που επίσης συμμετέχει στο πρόγραμμα της Τράπεζας Πειραιώς, σε προσυμφωνημένη τιμή.

Με τον τρόπο αυτό, το τι και σε ποια ποσότητα θα καλλιεργηθεί, καθορίζεται από τους μεγαλεμπόρους και την τράπεζα, η οποία επιπλέον παίζει το ρόλο του μεσάζοντα με τον παραγωγό. Στελέχη της Τράπεζας Πειραιώς έλεγαν χαρακτηριστικά ότι κεντρικό στόχο του προγράμματος αποτελεί η στήριξη των εξαγωγών, προσθέτοντας ότι στα πρώτα στάδια του προγράμματος επιλέγονται προϊόντα για τα οποία η ζήτηση από τις διεθνείς αγορές είναι ισχυρή, την ώρα που η χώρα εισάγει γεωργικά προϊόντα που μπορεί να παράξει σε αφθονία.

Η τράπεζα παρεμβαίνει στην αλυσίδα της παραγωγής χρηματοδοτώντας τους παραγωγούς, αλλά και τους μεταποιητές που θα αγοράσουν τα προϊόντα για να τα διοχετεύσουν στην αγορά, ενθαρρύνοντας μ' αυτόν τον τρόπο και τη δημιουργία καθετοποιημένων μονάδων παραγωγής, τυποποίησης και εμπορίας γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, με εξαγωγικό μάλιστα προσανατολισμό. Δημιουργείται δηλαδή ένα ακόμα κανάλι που οδηγεί στην παραπέρα καπιταλιστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής.

Οπως όλα δείχνουν, οι ρυθμοί συγκεντροποίησης της γης και της παραγωγής από μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους και επενδυτικά κεφάλαια θα επιταχυνθούν το επόμενο διάστημα, πετώντας εκτός παραγωγής μικρομεσαίους αγρότες και κτηνοτρόφους, αλλά και επαγγελματίες και επιστημονικό δυναμικό που εμπλέκεται στην αγροτική παραγωγή. Ολες αυτές οι δυνάμεις έχουν αντικειμενικό συμφέρον να συμπορευθούν με το συνεπές αγροτικό κίνημα, και σε συμμαχία με την εργατική τάξη να ορθώσουν αντιστάσεις στην εφαρμογή της νέας ΚΑΠ, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για μία άλλου τύπου αγροτική παραγωγή κεντρικά σχεδιασμένη βάσει των εδαφοκλιματικών δυνατοτήτων της χώρας και των λαϊκών αναγκών.

Φώτης ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ