Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ Ανάπτυξη προς όφελος του λαού μόνο με αλλαγή σε επίπεδο εξουσίας

 

Τοποθέτηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΚΚΕ κατά τη συζήτηση Επερώτησης της ΔΗΜΑΡ για την «επανεκκίνηση της ανάπτυξης και την παραγωγική ανασυγκρότηση»

 

Σειρά ζητημάτων που δεν αμφισβητεί κανένα κόμμα της αστικής διαχείρισης ακριβώς γιατί είναι άρρηκτα δεμένα με τα συμφέροντα των μονοπωλίων ανέδειξε ο Ν. Καραθανασόπουλος

Η στρατηγική σύμπλευση των κομμάτων της αστικής διαχείρισης και του «ευρωμονόδρομου», η υποταγή τους στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου ήταν αυτά που αναδείχτηκαν, χτες, κατά τη συζήτηση στη Βουλή της Επίκαιρης Επερώτησης της ΔΗΜΑΡ για την «επανεκκίνηση της ανάπτυξης και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας». Τα διαφορετικά μείγματα της διαχείρισης και τα «μοντέλα ανάπτυξης» που πρότειναν ήταν στο πλαίσιο του διαγκωνισμού τους για το ποιος μπορεί καλύτερα να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και να θωρακίσει την εξουσία του, κόντρα και ενάντια στην ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.

Οι ενδοαστικοί προβληματισμοί δεν αφορούν τις λαϊκές ανάγκες

Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος, δίνοντας το στίγμα της συζήτησης, χαρακτήρισε αποπροσανατολιστικά τα ζητήματα που κυριάρχησαν, όπως το «αν θα πρέπει να ακολουθήσουμε τις συμβουλές του ΔΝΤ ή της ΕΕ (...) αν το μνημόνιο ήταν λάθος συνταγή ή σωστή συνταγή, αν μπορεί να υπάρξει μνημόνιο και ανάπτυξη ταυτόχρονα, ή τι απάντησε ο Ολι Ρεν, ή κάποιοι άλλοι παράγοντες διεθνώς, ή αν θα πρέπει να επιλέξουμε το ευρώ ή τη δραχμή». Σημείωσε ότι έχουν κάποια αξία γιατί εντάσσονται στο πλαίσιο «διαπάλης που γίνεται μέσα στους κόλπους του κεφαλαίου, της αστικής τάξης. Είναι προβληματισμοί δηλαδή που αφορούν τμήματα, συμφέροντα συγκεκριμένα οικονομικά και πώς θα εξυπηρετηθούν. Και από αυτή την άποψη έχει ενδιαφέρον να τους παρακολουθείς για να δεις και τις αλλαγές των συσχετισμών μέσα στους κόλπους της αστικής τάξης». Ομως, όπως ξεκαθάρισε, «αυτοί οι προβληματισμοί δεν αφορούν καθόλου τις ανάγκες της εργατικής τάξης, δεν αφορούν καθόλου την υπόθεση ικανοποίησης αναγκών των λαϊκών στρωμάτων. Γιατί όποια απάντηση και αν δοθεί σε αυτά τα ψευτοδιλήμματα είναι εχθρική για τους εργαζόμενους, για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού».

Η ουσία του ζητήματος, ανέφερε, βρίσκεται σε εκείνα τα ζητήματα που δεν αμφισβητήθηκαν από κανέναν από τους ομιλητές των άλλων κομμάτων: «Πρώτον, ο ρόλος καπιταλιστικών επιχειρηματικών ομίλων. Δεν είναι κοινωφελείς επιχειρήσεις, είναι κερδοσκοπικές, το καπιταλιστικό κέρδος τους ενδιαφέρει. Δεύτερον, δεν αμφισβητήθηκε ο "ευρωμονόδρομος", στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου, των επιχειρηματικών ομίλων και στη χώρα μας. Ο "ευρωμονόδρομος" με τις πολιτικές και στρατηγικές του επιλογές διασφαλίζει για το σύνολο της ΕΕ πολύ φθηνή εργατική δύναμη, χωρίς εργασιακά δικαιώματα, καθώς και νέους τομείς για τη δράση του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου μέσα από την απελευθέρωση των αγορών και τις ιδιωτικοποιήσεις. Αυτές είναι πολιτικές στρατηγικές της ΕΕ που οδηγούν στην καταστροφή των επαγγελματιών, των αυτοαπασχολούμενων και των οικογενειακών επιχειρήσεων. Και με την ΚΑΠ έχουμε το ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς για να συγκεντρωθεί η αγροτική γη σε λίγα χέρια, να αλλάξει χρήση και να αναπτυχθούν καπιταλιστικού χαρακτήρα επιχειρήσεις στην ύπαιθρο». Σε σχέση με τους κοινοτικούς πόρους σημείωσε ότι «είναι όπως ο κρατικός προϋπολογισμός. Χρηματοδοτούν τις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου όπως καθορίζεται σε επίπεδο ΕΕ, άρα τις προτεραιότητες και ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων».

«Δεν αμφισβητήθηκε ο ρόλος του αστικού κράτους», πρόσθεσε, «ως συλλογικού καπιταλιστή, ο οποίος παρεμβαίνει και στηρίζει τους επιχειρηματικούς ομίλους, διαμορφώνει ένα νομικό πλαίσιο που θωρακίζει τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων και με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς διατηρεί και θωρακίζει την εξουσία των αστών».

Δεν αμφισβητήθηκε η ανταγωνιστικότητα, υπογράμμισε ο Ν. Καραθανασόπουλος, και συμπλήρωσε: «Ο καπιταλισμός, η ανταγωνιστικότητα και ο ανταγωνισμός είναι συνδεδεμένα (...) Δεν μπορεί να υπάρξει καπιταλισμός χωρίς ανταγωνισμό. Ο ανταγωνισμός επί της ουσίας είναι αυτός που συμβάλλει στο πιο γρήγορο ξεκλήρισμα και την καταστροφή των μικρότερων επιχειρήσεων για να συγκεντρωθούν τα μέσα παραγωγής σε όλο και λιγότερα χέρια και να έχουμε την εμφάνιση των μονοπωλιακών ομίλων».

Ανάπτυξη για ποιον

Τόνισε ότι όλοι συμπίπτουν στο «αναπτυξιακό μοντέλο», σημειώνοντας: «Βεβαίως μπορεί να υπάρξει κάποια στιγμή ανάπτυξη. Θα υπάρξει αναγκαστικά. Αλλωστε, αυτός είναι ο οικονομικός κύκλος του καπιταλιστικού συστήματος. Από αυτήν όμως την ανάπτυξη ποιος θα ωφεληθεί; Το παράδειγμα των ΗΠΑ και του Ομπάμα, το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ λατρεύει ως μοντέλο ανάπτυξης, είναι αποκαλυπτικό. Το 95% της ανάπτυξης που έγινε από το 2009 και μετά, συγκεντρώθηκε στο 2% του πληθυσμού. Το υπόλοιπο 98% του πληθυσμού ζούσε και ζει όπως στις συνθήκες κρίσης της οικονομίας των ΗΠΑ. Δεν άλλαξε τίποτα γι' αυτούς. Αρα, λοιπόν, η οποιαδήποτε ανάπτυξη θα βασίζεται στην εξαθλίωση των εργαζομένων, στην εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων, για να διασφαλιστεί η κερδοφορία των ομίλων». Θα είναι μια ανάπτυξη που «θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για νέα κρίση, γιατί βασίζεται στην αναρχία της παραγωγής (...) και έτσι ακριβώς θα οξύνει την κοινωνική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας και την ατομική ιδιοποίηση του παραγόμενου πλούτου, άρα θα οδηγεί και στην όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, στην καταστροφή των παραγωγικών δυνατοτήτων και δυνάμεων».

Επισήμανε ότι η κυβέρνηση και τα κόμματα της αστικής διαχείρισης δεν μπορούν να απαντήσουν «στη βασική, στη στρατηγικού χαρακτήρα αντίφαση. Ενώ όλοι παραδέχεστε ότι υπάρχουν παραγωγικές δυνατότητες, γιατί αυτές δεν αξιοποιούνται;». Και τόνισε ότι «οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις φταίνε που δεν αξιοποιούνται οι παραγωγικές δυνατότητες που αντικειμενικά υπάρχουν».

Η δεύτερη αντίφαση, σημείωσε, είναι ότι ενώ «υπάρχει αντικειμενικά αυτή η τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, λόγω της επιστήμης, της τεχνολογίας, της προόδου, γιατί δεν βελτιώνεται η θέση των εργαζομένων», αλλά «χειροτερεύει με την ανεργία, την υποαπασχόληση, τη μερική απασχόληση; Γιατί δεν συμβάλλει στο να βελτιωθεί το επίπεδο διαβίωσης της λαϊκής οικογένειας και των λαϊκών στρωμάτων, αλλά αντίθετα το χειροτερεύει;».

«Εμείς λοιπόν λέμε», κατέληξε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, «ότι όλα αυτά τα ζητήματα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν, ακριβώς γιατί δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στον καπιταλισμό ανάπτυξη προς όφελος του λαού. Πώς μπορεί να υπάρξει; (...) Με κοινωνικοποίηση των μονοπωλιακών ομίλων, των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, για να αξιοποιηθούν όλες οι παραγωγικές δυνατότητες. Με κεντρικό σχεδιασμό για να ξεπεραστούν οι ανισότητες σε κλάδους και περιφέρειες. Με εργατικό έλεγχο. Αυτό όμως σημαίνει αλλαγή σε επίπεδο εξουσίας, όχι διακυβέρνησης. Οι κυβερνήσεις αλλάζουν, αλλά τα προβλήματα για το λαό βαθαίνουν. Και δεν έχει σημασία αν βαδίζουμε στην αριστερή ή στη δεξιά λωρίδα. Οταν μας οδηγεί αυτός ο δρόμος στην καταστροφή, πρέπει να αλλάξουμε δρόμο. Αρα σημαίνει αλλαγή σε επίπεδο εξουσίας, αλλαγή του αστικού κράτους από νέους θεσμούς που θα κατοχυρώνουν την εργατική, λαϊκή εξουσία, αποδέσμευση από την ΕΕ και τους λοιπούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, με μονομερή διαγραφή του χρέους (...) Καλούμε το λαό να αντισταθεί σήμερα στα βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα και με την πάλη του να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για γενικότερη ρήξη και ανατροπές».