Για «εμπλοκή» και «πενθήμερο φωτιά» κάνουν λόγο τα αστικά μέσα ενημέρωσης, αναφερόμενα στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με την τρόικα, με τη σχετική αρθρογραφία μάλιστα να σημειώνει ότι αυτές λαμβάνουν χώρα σε μια στιγμή «κρίσιμη για την ανάπτυξη της οικονομίας».
Πέρα από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι το σίριαλ «διαπραγματεύσεις - εμπλοκή - πιέσεις - επόμενη δόση», όπως γνωρίζουν... εκ πείρας οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, αξιοποιείται όλα αυτά τα χρόνια για να στρώνεται το έδαφος για το επόμενο κύμα αντιλαϊκών μέτρων, η υπόθεση των διαπραγματεύσεων κυβέρνησης - τρόικας έχει μεγαλύτερο βάθος. Ο «καβγάς» βέβαια δεν αφορά το πώς θα διασφαλιστούν τα λαϊκά συμφέροντα: Η κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής είναι δεδομένη γιατί αυτό επιβάλλει η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Αντιθέτως, αντανακλά τις οξυμένες αντιθέσεις που εκφράζονται μεταξύ των διάφορων τμημάτων της αστικής τάξης, εντός και κυρίως εκτός Ελλάδας.
***
Η συζήτηση στα αστικά μέσα ενημέρωσης, αλλά και η αντιπαράθεση ανάμεσα στα κόμματα της αστικής διαχείρισης εστιάζει σε μία πλευρά, στο λεγόμενο πρωτογενές πλεόνασμα, στο ύψος του και στο πώς θα διανεμηθεί. Αποκρύπτουν το γεγονός ότι το ίδιο το πρωτογενές πλεόνασμα είναι «ματωμένο», προέρχεται - και δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά - από το ξεζούμισμα του λαού. «Προσπερνούν» ότι αυτό το ξεζούμισμα θα πρέπει να είναι διαρκές, ακριβώς για να εξασφαλίζεται η «βιωσιμότητα» των πλεονασμάτων, διακηρυγμένος στόχος τόσο της ΝΔ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ.
Εμφανίζεται έτσι η κυβέρνηση «ανυποχώρητη» για τη διανομή του 70% του πλεονάσματος σε ένστολους και «ασθενέστερα στρώματα» (το περιβόητο «κοινωνικό μέρισμα») και από την άλλη η τρόικα να πιέζει για αξιοποίηση του πλεονάσματος για τη στήριξη της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Στην πραγματικότητα, βέβαια, αυτή ακριβώς είναι η αποστολή των πλεονασμάτων: Η ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρηματικών ομίλων, η προσπάθεια στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Τα όποια ψίχουλα κατευθυνθούν στα πιο εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα δε θα αποτελέσουν ανακούφιση, ούτε θα ανακόψουν την πορεία επιδείνωσης συνολικά του λαού. Σκοπός τους θα είναι αποκλειστικά η διαχείριση της ακραίας φτώχειας, με τρόπο που να διασφαλίζεται και η σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος.
***
Ακριβώς γι' αυτόν το λόγο, την ίδια «πίεση» για τον τρόπο αξιοποίησης των πλεονασμάτων, που τώρα τα αστικά ΜΜΕ αποδίδουν στην τρόικα, την είχαν ασκήσει τα ίδια, αρκετά πιο πριν, για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης: «Το πλεόνασμα, που κερδίσαμε (...) πρέπει να κατευθυνθεί στο Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων (...) Ετσι το επισφαλές αυτό κέρδος θα μεταμορφωθεί σε δουλειές, ανάπτυξη και ελπίδα για το αύριο», σημείωνε η «Καθημερινή» στις 16/1/2014. «Η κυβέρνηση θα πρέπει να χρησιμοποιήσει με σύνεση τα διαθέσιμα κεφάλαια από το πρωτογενές πλεόνασμα, ώστε να μην αναγκαστεί να λάβει επιπλέον φορολογικά μέτρα κατά τη διάρκεια του 2014, που με τη σειρά τους θα ασκήσουν πίεση στο διαθέσιμο εισόδημα και στην κατανάλωση και συνεπώς και στις αναπτυξιακές προοπτικές» έγραφε η «Ημερησία» στις 23/1/2014.
Οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις κυβέρνησης - τρόικας και τα εμφανιζόμενα «αγκάθια» αντανακλούν ακριβώς τέτοιες αντιθέσεις: Ποιο τμήμα των πλεονασμάτων θα διατεθεί για τις ανάγκες της ντόπιας αστικής τάξης, για τη ρευστότητά της, για τη σύναψη νέων συμμαχιών με μεσαία στρώματα, για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας και ποιο τμήμα για την εξυπηρέτηση του χρέους. Τι θα γίνει με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, άρα και σε ποια χέρια θα περάσουν οι εγχώριοι τραπεζικοί όμιλοι. Ποιος θα έχει τον πρώτο λόγο στα νέα πεδία κερδοφορίας που διανοίγονται για το κεφάλαιο με τις ιδιωτικοποιήσεις, π.χ. στην ηλεκτρική ενέργεια, τα λιμάνια κτλ.
***
Οι αντιπαραθέσεις αυτές, όπως ομολογείται όλο και πιο ανοιχτά τελευταία, στην πραγματικότητα αποτελούν μέρος της συνολικότερης διαμάχης, στο εσωτερικό της ΕΕ, αλλά και μεταξύ ΕΕ - ΔΝΤ, Γερμανίας - ΗΠΑ, με τις τελευταίες μάλιστα να επιχειρούν όλο και πιο έντονα να ενισχύσουν την παρέμβασή τους στο εσωτερικό της Ευρωζώνης (όπως επιβεβαιώθηκε και στην περίπτωση των διαρροών του ΔΝΤ για το ύψος των «κεφαλαιακών αναγκών» των ελληνικών τραπεζών, αλλά και με τις προσπάθειες του ΔΝΤ να αποκτήσει ρόλο ακόμη και στο Μηχανισμό Εποπτείας της ΕΕ για τράπεζες). Τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης «ακουμπάνε» στη μια ή στην άλλη πλευρά και το ίδιο κάνουν - στον έναν ή στον άλλο βαθμό - και τα κόμματα της αστικής διαχείρισης, ειδικά αυτά που βρίσκονται σε πρώτο πλάνο στη διεκδίκηση της αστικής διακυβέρνησης. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, το γεγονός ότι στις σχετικές παρεμβάσεις του ΣΥΡΙΖΑ απουσιάζει και η παραμικρή αναφορά στις - ελάχιστα συγκαλυμμένες - παρεμβάσεις του ΔΝΤ σε αυτήν την αντιπαράθεση...
***
Ο «καβγάς» είναι υπαρκτός για τα συμφέροντα του κεφαλαίου, αλλά πέρα για πέρα ξένος σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα του λαού. «Φρένο» στην αντιλαϊκή επίθεση δε θα βάλει η μια ή η άλλη έκβαση της διαπραγμάτευσης, ο ένας ή ο άλλος διαχειριστής. Χρειάζεται μαχητικό εργατικό κίνημα, ισχυρή Λαϊκή Συμμαχία μισθωτών, φτωχών αυτοαπασχολούμενων, νεολαίας, γυναικών σε αντιπαράθεση με την ΕΕ, τη στρατηγική του κεφαλαίου, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις τους. Ετσι μπορούμε να βάλουμε εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική, να συγκεντρώσουμε δυνάμεις για τη ριζική αλλαγή προς όφελος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, με ανατροπή των μονοπωλίων και της εξουσίας τους. Προϋπόθεση η ενίσχυση και συστράτευση με το ΚΚΕ.