Κυκλοφορεί το 3ο τεύχος (Μάη - Ιούνη) του 2014
Η ρευστότητα στο αστικό πολιτικό σκηνικό που αναδείχθηκε και στην πρόσφατη προεκλογική περίοδο προκαλεί κινδύνους εγκλωβισμού της λαϊκής συνείδησης. Η αστική πολιτική αντιπαράθεση, με τις «κορόνες» της, με τα συνθήματά της, με τα ψευτοδιλήμματά της, προκαλεί επιφάσεις, ψεύτικες διαχωριστικές γραμμές και συναισθηματισμούς, που αξιοποιούνται για την απόσπαση της λαϊκής συναίνεσης στην αντιλαϊκή πολιτική, για την απόκρυψη από τους εργαζομένους του πραγματικού αντιπάλου τους, της αστικής τάξης, του κράτους της, των διεθνών συμμαχιών της.
Αυτός ο αντίπαλος δεν εμφανίζεται με ένα «πρόσωπο», αλλά με πολλά, τα οποία μάλιστα αντιπαλεύουν το ένα το άλλο: Πότε με το φασιστικό, πότε με το δημοκρατικό, πότε με το κοσμοπολίτικο, πότε με το εθνικιστικό, πότε με το «εκθειαστικό» της ΕΕ, πότε με το «ευρωσκεπτικιστικό», πότε με το «δεξιό», πότε με το «αριστερό».
Πρόκειται για μια πραγματική σύγχρονη Λερναία Υδρα. Και όπως ακριβώς συμβαίνει στο μύθο, σύμφωνα με τον οποίο όταν κόβεται ένα κεφάλι φυτρώνουν άλλα δύο στη θέση του, έτσι και στο αστικό πολιτικό σκηνικό η φθορά κάποιου μεγάλου αστικού κόμματος δίνει τη θέση του σε άλλα δύο, τρία, τέσσερα νέα αστικά κόμματα και κινήσεις. Αυτή η διαδικασία δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την αποκάλυψη στα μάτια των εργαζομένων του γεγονότος ότι αυτός ο «πολυκέφαλος» αντίπαλος έχει ενιαία πολεμική ιαχή απέναντι στην εργατική τάξη: «Κέρδη, ανταγωνιστικότητα, παραγωγικότητα, ανάπτυξη».
Η πραγματική διαχωριστική γραμμή που διαπερνά τη σημερινή κοινωνία μπορεί να αναδειχτεί μόνο αν αφήσουμε για λίγο τη θορυβώδη σφαίρα της πολιτικής κι εστιάσουμε στη λιγότερο φλύαρη - αλλά πολύ πιο διαυγή - σφαίρα της οικονομίας.
Πόσο «ίσοι» είναι αλήθεια οι μεγαλομέτοχοι της πολυεθνικής «Lafarge» (οι οποίοι στο πλαίσιο αναδιαρθρώσεων για αύξηση της κερδοφορίας έκλεισαν την «ΑΓΕΤ Ηρακλής» στη Χαλκίδα) με τους απολυμένους εργαζομένους της; Πόσο «ελεύθερος» είναι ο εργαζόμενος της αλυσίδας καταστημάτων καφεστίασης «Mikel» ν' αρνηθεί την απαίτηση του εργοδότη να υπογράψει ιδιωτικό συμφωνητικό με το οποίο δηλώνει ότι αρνείται ν' αναζητήσει συμπληρωματική εργασία; Ποια είναι η ελευθερία επιλογής του εργαζομένου της «Ηλεκτρονικής Αθηνών», από τον οποίο η εργοδοσία ζητάει να της χαρίσει «οικειοθελώς» ένα μισθό για τη «στήριξη της οικονομικής της ανάκαμψης»; Πόσο ουσιαστικά είναι στην πράξη τα «συνταγματικά κατοχυρωμένα» δικαιώματα του εκλέγεσθαι και της απεργίας, όταν ο εσωτερικός κανονισμός της «Coca-Cola» απαιτεί από τους εργαζομένους να πάρουν την έγκριση της εταιρείας αν θέλουν να είναι υποψήφιοι στις εκλογές ή όταν σε πολλές περιπτώσεις η συμμετοχή σε απεργία συνεπάγεται την απόλυση;
Η πολιτική ρευστότητα που εμφανίζεται στην αστική πολιτική σκηνή δεν πρέπει λοιπόν να κρύψει το γεγονός ότι όλα τα κόμματα της αστικής διαχείρισης υπόσχονται τη δημιουργία των γενικών συνθηκών κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητας των καπιταλιστών στη σφαίρα της οικονομίας με όσα αυτό συνεπάγεται για τους εργαζομένους. Αυτή η σύμπλευση βρίσκεται άλλωστε πίσω από τη μετατροπή των κομμάτων αυτών και των αντίστοιχων σχηματισμών τους στην Τοπική Διοίκηση σε συγκοινωνούντα δοχεία και πίσω από τις μεταξύ τους συμμαχίες σε όλα τα επίπεδα.
Στο βαθμό άλλωστε που αυτά τα κόμματα διεκδικούν να διαχειριστούν από κυβερνητικές θέσεις την καπιταλιστική οικονομία και κοινωνία, οφείλουν να κρατούν διαρκείς «ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας» μεταξύ τους. Χαρακτηριστικές είναι οι ανοιχτές πόρτες συνεργασίας οι οποίες διατηρούνται χωρίς προσχήματα μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ και η πρόσφατη δήλωση Τσίπρα, σύμφωνα με την οποία «η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μία κυβέρνηση που θα εκπλήξει ...με το πολιτικό της εύρος».
Η «ανοχή» του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι σε «εθνικίζουσες» απόψεις δεν εξαντλείται στους διαύλους επικοινωνίας με τους ΑΝΕΛ. Θυμίζουμε τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην υπόθεση Μπαλτάκου, με τον βουλευτή του Στάθη Παναγούλη να δηλώνει διατεθειμένος ακόμα και να υπερασπιστεί τον Κασιδιάρη στο δικαστήριο αν του ζητηθεί κάτι τέτοιο, την αρχική επιλογή της υποψηφιότητας του γνωστού για τις «φιλοχρυσαυγίτικες» απόψεις του Καρυπίδη στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, την αντίστοιχη επιλογή ως υποψήφιου περιφερειακού σύμβουλου του - γνωστού για τις επαφές του ακόμα και με τους περιβόητους «Γκρίζους Λύκους» της Τουρκίας - Α. Κουρτ κ.ά.
Την ίδια στιγμή βέβαια προέκυψε και η φαινομενικά αντιφατική αρχική επιλογή της υποψηφιότητας της βραβευμένης απ' το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ Σ. Σουλεϊμάν στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ. Η συνύπαρξη κοσμοπολίτικων κι εθνικιστικών επιλογών στο συγκεκριμένο κόμμα δε γίνεται άλλωστε για πρώτη φορά. Ενδεικτικός ήταν ο τρόπος που κινήθηκε ο Συνασπισμός το 1992, όταν από τη μία ψήφιζε την κοσμοπολίτικη Συνθήκη του Μάαστριχτ, τη μήτρα των μνημονίων διαρκείας σε όλη την ΕΕ, ενώ από την άλλη συμμετείχε ανοιχτά στα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το Μακεδονικό.
Η συνύπαρξη κοσμοπολίτικων κι εθνικιστικών απόψεων αποτελεί συστατικό στοιχείο όλων των κομμάτων αστικής διαχείρισης, αν και σε διαφορετικές αναλογίες, σύμφωνα με τις ιδεολογικές αναφορές του καθενός και τη συγκυρία. Αυτή η συνύπαρξη κοσμοπολίτικων και εθνικιστικών επιλογών υπαγορεύεται από την επιδίωξή τους να διαχειριστούν τα γενικά συμφέροντα των καπιταλιστών στις ιδιαίτερες κάθε φορά συνθήκες.
Αυτή η επιδίωξη άλλωστε είναι που «τραβά το χαλί» κάτω από τη δημιουργία ψεύτικων ελπίδων που εντέχνως προσπαθούν να δημιουργήσουν ενόψει των εκλογών και οι δύο βασικοί πυλώνες του αστικού πολιτικού συστήματος. Και οι δύο ταυτίζουν την καπιταλιστική ανάπτυξη με τη λαϊκή ευημερία, με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ να θεωρούν ως προϋπόθεση αυτής της ανάπτυξης την «κυβερνητική σταθερότητα» και τον ΣΥΡΙΖΑ τη «δημοκρατική ανατροπή». Και οι δύο αποκρύπτουν ότι στις 26 Μάη, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, θα παραμένουν αμετάβλητοι όλοι εκείνοι οι παράγοντες που καθορίζουν τη ζωή του λαού: Η καπιταλιστική ιδιοκτησία, οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, οι Συνθήκες και οι μηχανισμοί που διασφαλίζουν την πολιτική επιδίωξης της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου (Μάαστριχτ, «Ευρώπη 2020», διαρκής εποπτεία της ΕΕ κ.ά.).
Η ενίσχυση του ΚΚΕ και στις εκλογές θα συμβάλει στη δημιουργία μιας ισχυρής λαϊκής αντιπολίτευσης, που θα είναι ετοιμοπόλεμη την επόμενη μέρα να δώσει τη μάχη της ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων από την αντιλαϊκή λαίλαπα, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για τη ριζική ανατροπή του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης που τσακίζει τη ζωή τους.
Το παρόν τεύχος της ΚΟΜΕΠ εστιάζει στις οικονομικές εξελίξεις που, όπως τονίσαμε, αποτελούν τη βάση της πορείας αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Καταρχάς, στο τεύχος αυτό περιλαμβάνεται άρθρο του Τμήματος Οικονομίας για τις τελευταίες εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, μέσα από το οποίο αναδεικνύεται ότι καμία ελπίδα δεν πρέπει να εναποθέσουν οι εργαζόμενοι στη διαφαινόμενη προοπτική μετάβασης στη φάση της περιορισμένης αναζωογόνησης της ελληνικής οικονομίας.
Το παραπάνω συμπέρασμα για τους εργαζομένους επιβεβαιώνεται και από το άρθρο που αναφέρεται στις εξελίξεις στον κλάδο του Τουρισμού, που ανήκει στους κλάδους στους οποίους τα αστικά επιτελεία στηρίζουν τις προσδοκίες τους για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Το άρθρο «Για το ρόλο της κοινοτικής χρηματοδότησης στην ελληνική οικονομία» εξετάζει το ΕΣΠΑ 2007 - 2013, καθώς και τις κατευθύνσεις του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (ΠΔΠ) 2014 - 2020 της ΕΕ, αναδεικνύοντας τις αντιθέσεις των κρατών - μελών της ΕΕ καθώς και τις προτεραιότητες και διεκδικήσεις της ελληνικής αστικής τάξης.
Το άρθρο «Για τις διεργασίες στο εθνικιστικό ρεύμα» σκιαγραφεί την έντονη κινητικότητα που παρατηρείται στον ευρύτερο εθνικιστικό χώρο αναδεικνύοντας ότι οι θέσεις του κινούνται στην κατεύθυνση στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, ενώ εντάσσονται στους ενδοϊμπεριαλιστικούς κι ενδοαστικούς ανταγωνισμούς.
Τέλος, η ΚΟΜΕΠ παρουσιάζει σε αυτό το τεύχος μια νέα έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής», τη μελέτη του υπεύθυνου του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, Μάκη Μαΐλη, με τίτλο «Το αστικό πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα από το 1950 έως το 1967».