Το δεύτερο απόσπασμα του άρθρου του Εντμίλσον Κόστα, μέλους της ΚΕ του Βραζιλιάνικου Κομμουνιστικού Κόμματος και υπεύθυνου του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων
Συνεχίζουμε σήμερα με το δεύτερο και τελευταίο μέρος του άρθρου του στελέχους του Βραζιλιάνικου ΚΚ (δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του Κόμματος), που «φωτίζει» το γιατί των λαϊκών κινητοποιήσεων ενάντια σε μια διοργάνωση που το μόνο που κάνει είναι να αυγαταίνει τα κέρδη των καπιταλιστών και όσων, όπως η FIFA (Διεθνής Ομοσπονδία Ποδοσφαιρικών Ενώσεων), εκμεταλλεύονται το λαϊκότερο των αθλημάτων.
Σε μια χώρα που στερείται νοσοκομείων, κέντρων υγείας και η μετακίνηση είναι δημόσιος κίνδυνος, οι φαραωνικές δαπάνες του μουντιάλ προκαλούν έντονα κριτικά αισθήματα. Σύμφωνα με υπολογισμούς της ίδιας της κυβέρνησης, ήδη έχουν δαπανηθεί περίπου 12,8 δισ. δολάρια, αλλά αυτό το νούμερο είναι υποτιμημένο. Δεν είναι μόνο οι δαπάνες που εξοργίζουν το λαό. Ενα σύνολο προβλημάτων που συνδέεται με την καπιταλιστική κερδοφορία, την αλαζονεία της FIFA και τις υπερτιμολογήσεις στα έργα προσθέτουν κι άλλο λάδι στη φωτιά της λαϊκής δυσαρέσκειας.
Εκτοπισμός χιλιάδων φτωχών από τις παραγκουπόλεις - φαβέλες
Το μουντιάλ άνοιξε την όρεξη της κερδοσκοπίας στην αγορά ακινήτων, για την απόκτηση των γειτονικών περιοχών στα στάδια και την οικοδόμηση ξενοδοχείων και πολυτελών διαμερισμάτων. Η κυβέρνηση, σε συμμαχία με τις μεγάλες κατασκευαστικές και κτηματομεσιτικές επιχειρήσεις, ενέτεινε τις εξώσεις και τον εκτοπισμό των φτωχών πληθυσμών από αυτές τις περιοχές. Παραγκουπόλεις, που βρίσκονταν στις περιοχές αυτές, μυστηριωδώς καήκαν για να εξαναγκαστούν οι κάτοικοι να τις εγκαταλείψουν. Οι υπολογισμοί των Λαϊκών Επιτροπών του μουντιάλ - μία από τις οργανώσεις που στηρίζει τις διαδηλώσεις - δείχνουν ότι περίπου 250.000 άτομα με βία και καταστολή εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους από περιοχές γύρω από τα στάδια όπου πραγματοποιούνται αγώνες. Ηταν καθημερινό φαινόμενο οι αστυνομικές δυνάμεις με τρακτέρ και εκσκαφείς να εκδιώκουν ολόκληρες περιοχές, κατεδαφίζοντας τα σπίτια των οικογενειών, οι αστυνομικοί να χτυπούν άνδρες γυναίκες και παιδιά των οποίων το μοναδικό λάθος ήταν ότι ζούσαν κοντά στα γήπεδα, όπου θα διεξαχθούν οι αγώνες του Παγκόσμιου Κυπέλλου και δε θέλανε να φύγουν από εκεί που ζούσαν.
Οσοι εκδιώχθηκαν βίαια από τα σπίτια τους μεταφέρθηκαν σε πολύ απομακρυσμένες περιοχές, όπου βασικές υπηρεσίες, όπως οι μεταφορές και η εκπαίδευση είναι ακόμα πιο επισφαλείς. Είναι χιλιάδες οι διαλυμένες οικογένειες που τους αφαίρεσαν την κοινωνική ζωή που διατηρούσαν επί χρόνια με συγγενείς και γείτονες. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη δύναμη της κινητοποίησης και του αγώνα των κινημάτων για την κατοικία στις μεγάλες βραζιλιάνικες μητροπόλεις, ιδιαίτερα σε Σάο Πάολο και Ρίο ντε Τζανέιρο.
Και θέσπιση «γενικού νόμου του Κυπέλλου»
Για να ικανοποιήσει τα συμφέροντα της αγοράς του ποδοσφαίρου, η κυβέρνηση ενέκρινε το «Γενικό Νόμο του Κυπέλλου». Πρόκειται για καταχρηστικούς νόμους που έχουν στόχο να διασφαλίσουν την κερδοφορία του μουντιάλ για τη FIFA, τους χορηγούς και ένα σύνολο επιχειρήσεων που λαμβάνουν κυβερνητικές χρηματοδοτήσεις, για να κατασκευάσουν στάδια και να οργανώσουν τη διοργάνωση. Πρακτικά θέτει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης κατά τη διάρκεια του μουντιάλ. Ο νόμος αυτός καθορίζει ζώνες αποκλεισμού 2 χλμ. γύρω από τα στάδια, όπου μόνο οι χορηγοί και οι εταιρείες που συνδέονται με αυτούς μπορούν να πωλούν οτιδήποτε. Στις 12 πόλεις που διεξάγονται οι αγώνες, η κυκλοφορία πεζών και αυτοκινήτων είναι περιορισμένη στη διάρκεια των αγώνων. Σε πόλεις όπως το Σαλβαδόρ και το Ρίο ντε Τζανέιρο, οι γύρω κάτοικοι πήραν «διαπιστευτήρια» για να πηγαινοέρχονται σπίτια τους. Δημιουργήθηκε νέο ποινικό πλαίσιο για όσους χρησιμοποιούν τα λογότυπα του μουντιάλ χωρίς άδεια της FIFA.
Η φαβέλα «Νέα Ολλανδία» κοντά στο διεθνές αεροδρόμιο του Ρίο, όπου επενέβη το Μάρτη η στρατιωτική αστυνομία με το πρόσχημα της εκκαθάρισης των ναρκω-συμμοριών
Η κυβέρνηση, γνωρίζοντας τη βαθιά λαϊκή δυσαρέσκεια, ετοίμασε έναν κατασταλτικό μηχανισμό ωσάν η χώρα να είναι σε περίοδο πολέμου. Χιλιάδες στρατιώτες της «Εθνικής Δύναμης» και της «Στρατιωτικής Αστυνομίας» έχουν εξοπλιστεί με ό,τι πιο σύγχρονο για να καταλαμβάνουν τους δρόμους και να καταστέλλουν τις διαδηλώσεις.
Οι ειδικές δυνάμεις καταστολής, που αποτελούν την αιχμή του δόρατος, μοιάζουν με αλλόφρονα «ρόμποκοπς» με άδεια να πετούν δακρυγόνα, αέριο πιπεριού, βόμβες κρότου - λάμψης, ελαστικές σφαίρες, να συλλαμβάνουν αυθαίρετα διαδηλωτές και να πυροβολούν ενάντια στον ανυπεράσπιστο πληθυσμό όπως είχε συμβεί και τον Ιούνη. Υποβοηθούνται από ένα άλλο ειδικό σώμα, τη λεγόμενη «ομάδα νίνζα» που αποτελείται από εκατοντάδες μαχητές πολεμικών τεχνών, που κινούνται με πολιτικά μεταξύ των διαδηλωτών, με στόχο το χτύπημα και τον έλεγχό τους.
Για να δοθεί ένα νομικό προκάλυμμα στην καταστολή, η κυβέρνηση εξέδωσε διάταγμα για την εξασφάλιση του νόμου και της τάξης κατά τη διάρκεια του μουντιάλ θυμίζοντας τις σκοτεινές μέρες του «Νόμου περί Εθνικής Ασφάλειας» της δικτατορίας. Το διάταγμα αντιμετωπίζει τους διαδηλωτές σαν εσωτερικό εχθρό και τους εξισώνει με μέλη συμμορίας. Προβλέπει μεγάλες ποινές για διαδηλωτές που κλείνουν δρόμους, σταματούν λεωφορεία και απεργούν. Πρόκειται για έναν νόμο έκτακτης ανάγκης, που αναστέλλει εγγυήσεις και δικαιώματα που προβλέπονται από το ίδιο το Σύνταγμα. Και όλα από την κυβέρνηση του Κόμματος των Εργαζομένων και των συμμάχων του, για να διασφαλιστεί η εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου και τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου και της FIFA.
Απεργίες και διαδηλώσεις του οργανωμένου εργατικού κινήματος
Στο δεύτερο μισό του Μάη εμφανίζεται ένα νέο στοιχείο: Η είσοδος στη μάχη των οργανωμένων εργαζομένων. Αυτό διαφάνηκε ήδη μετά από τον Ιούνη του 2013, λ.χ. με τη νικηφόρα απεργία των οδοκαθαριστών στο Ρίο ντε Τζανέιρο, εν μέσω καρναβαλιού, την απεργία των εργαζομένων στο Πετροχημικό Συγκρότημα του Ρίο ντε Τζανέιρο (όπου οι συνελεύσεις έφτασαν σε συμμετοχή 20.000 εργαζομένων). Ολες αυτές οι απεργίες είχαν ένα κοινό: Διεξήχθησαν ερήμην των ψευτοσωματειων, τα οποία κάνανε τα πάντα για να τις σταματήσουν, ευθυγραμμιζόμενα με την κυβέρνηση, τους εργοδότες και την αστυνομία.
Το κύμα διαδηλώσεων και απεργιών εξαπλώθηκε. Απήργησαν οι δάσκαλοι του Σάο Πάολο, οι καθηγητές του Ρίο ντε Τζανέιρο, οι πανεπιστημιακοί καθηγητές, οι οδηγοί λεωφορείων του Σάο Πάολο και των μητροπολιτικών δήμων. Μέχρι και η στρατιωτική αστυνομία στην Μπαΐα και οι αστυνομικοί σε 13 κρατίδια.
Στο Σάο Πάολο, εμφανίστηκε ένας νέος τύπος απεργίας: Οι οδηγοί των λεωφορείων πραγματοποίησαν απεργία - έκπληξη, μια μέρα μετά την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ του σωματείου και των εργοδοτών. Ακινητοποιούσαν τα λεωφορεία στα αμαξοστάσια αφαιρώντας και τα κλειδιά. Επίσης, αφήνανε σε σειρά τα λεωφορεία στις μεγάλες λεωφόρους, καθιστώντας αδύνατη την κυκλοφορία, Ακινητοποίησαν το Σάο Πάολο επί 2 μέρες, αφήνοντας σε απελπισία τόσο το κυβερνητικό - εργοδοτικό συνδικάτο όσο και την εργοδοσία, την αστυνομία και τις κυβερνητικές αρχές.
Μπορούμε να πούμε ότι υπόγεια στην κοινωνία διαμορφώνεται, χωρίς οι άνθρωποι να το συνειδητοποιούν πλήρως, μια διαδικασία πολιτικής ανυπακοής που αυτήν τη στιγμή ωθείται μόνο από την λαϊκή οργή και αγανάκτηση. Αυτή η συγκυρία θέτει στις επαναστατικές δυνάμεις σοβαρά καθήκοντα.