Η εκτίμηση ότι το εμφανιζόμενο πισωγύρισμα της ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας της Γερμανίας, με δεδομένες τη στασιμότητα σε Γαλλία και την ύφεση στην Ιταλία, υποσκάπτει κάθε προσπάθεια ανάκαμψης στην Ευρωζώνη, επιβεβαιώνεται από πρόσφατα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Στην τελευταία έκθεσή του, για την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας, η μέση ανάπτυξη στην Ευρωζώνη εκτιμάται στο 0,8% το 2014 και στο 1,3% το 2015. Οι εκτιμήσεις του είναι κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες πιο κάτω από τις εκτιμήσεις της προηγούμενης έκθεσης του Ιούλη. Για τις χώρες του Νότου εκτιμά χαμηλή δυναμική ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, θέτει ζήτημα αντιμετώπισης του δημόσιου χρέους, τονίζοντας ότι σε ορισμένες χώρες θα πρέπει να μειωθεί σε «πιο διατηρήσιμα επίπεδα».
Επίσης ο ΟΟΣΑ εκτιμά οτι η οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη, θα επιβραδυνθεί ενώ παραμένει σε ήπιους ρυθμούς στις περισσότερες από τις άλλες μεγάλες οικονομίες παγκοσμίως στους επόμενους μήνες. Αντί για βελτίωση, η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε στο α΄ τρίμηνο, ενώ έμεινε στάσιμη στο β΄ τρίμηνο. Ο ΟΟΣΑ, για την οικονομική ανάπτυξη το υπόλοιπο διάστημα του 2014 εκτιμά οτι δεν θα είναι καλύτερη και μπορεί επίσης να σηματοδοτήσει μια επιστροφή σε ύφεση. Ο ΟΟΣΑ συμπληρώνει οτι η οικονομία της ευρωζώνης άρχισε να σημειώνει άνοδο στα τέλη του 2012. Τότε προέβλεπε την επιστροφή της ευρωζώνης στην ανάπτυξη στο β΄ τρίμηνο του 2013. Λέει ακόμη οτι ενώ σταθεροποιήθηκε στις αρχές του 2014, τώρα μειώνεται. Αυτό τον οδηγεί στην εκτίμηση ότι δε θα έχει ανάπτυξη. Εκτιμά ταυτόχρονα οτι Γερμανία και Ιταλία θα έχουν χαμηλότερη ανάπτυξη. Το ρεπορτάζ των αστικών ΜΜΕ αναφέρει οτι «η γερμανική και η ιταλική οικονομία χάνουν ορμή», ή «δεν έχουν δυναμική».
Βαρόμετρο η Γερμανία
Για τη Γερμανία, το ΔΝΤ περιόρισε τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες. Κάνει λόγο, μάλιστα, για την αναγκαιότητα δημοσίων επενδύσεων σε υποδομές στη Γερμανία, γιατί θα συμβάλουν στην καπιταλιστική ανάπτυξη.
Τα τελευταία επίσημα στοιχεία της γερμανικής κυβέρνησης έρχονται να επιβεβαιώσουν τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ. Ετσι, οι παραγγελίες στις γερμανικές επιχειρήσεις μειώθηκαν κατά 5,7% τον Αύγουστο, μετά την αύξησή τους κατά 4,9% τον Ιούλη, σύμφωνα με το οικονομικό πρακτορείο ειδήσεων «Bloomberg». Σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2013, οι παραγγελίες ήταν μειωμένες κατά 1,3%. Οι παραγγελίες για εξαγωγές μειώθηκαν κατά 8,4% τον Αύγουστο, ενώ η εγχώρια ζήτηση υποχώρησε 2%. Επίσης, σύμφωνα με το ίδιο πρακτορείο, η βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας μειώθηκε 4% τον Αύγουστο, σε σχέση με τον Ιούλη, όταν είχε αυξηθεί κατά 1,6%. Η μείωση ήταν η μεγαλύτερη από το Γενάρη του 2009. Ολα τα στοιχεία έχουν ανακοινωθεί από το υπουργείο Οικονομίας της χώρας. Ιδιαίτερα το δεύτερο, με την πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, αποτελεί ένδειξη επιδείνωσης της πορείας της καπιταλιστικής οικονομίας της Γερμανίας. Μάλιστα, το «Bloomberg» μιλά για κίνδυνο επιβράδυνσης της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης.
Το υπουργείο Οικονομίας σχολιάζει μάλιστα ότι οι παραγγελίες στις επιχειρήσεις ήταν αδύναμες εν μέρει λόγω των διακοπών στα σχολεία, αλλά επηρεάσθηκαν από την επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης και τους γεωπολιτικούς κινδύνους, ιδιαίτερα η κρίση στην Ουκρανία και τα οικονομικά μέτρα του εμπάργκο της Ρωσίας στην ΕΕ σε αντίποινα για τα αντίστοιχα μέτρα της ΕΕ στη Ρωσία.
Αυτό το τελευταίο έχει βάση, αλλά το πρόβλημα μάλλον είναι πιο βαθύ. Οι έως τώρα ρυθμοί ανάπτυξης της Γερμανίας στηρίζονταν στις εξαγωγές, αλλά αυτό δεν αρκεί για την καπιταλιστική ανάπτυξη. Πολύ περισσότερο που υπάρχουν κίνδυνοι μείωσης των εξαγωγών αφού και στις άλλες καπιταλιστικές οικονομίες υπάρχει είτε επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης, είτε μείωση της ζήτησης λόγω αντεργατικών, αντιλαϊκών μέτρων, αύξησης ανεργίας κλπ. Η έκθεση του ΔΝΤ δίνει τέτοια στοιχεία υποχώρησης, (δες παρακάτω). Η έξοδος από την κρίση απαιτεί επενδύσεις. Αυτό δηλαδή που εκτιμά και το ΔΝΤ. Αρα η κρίση σοβεί.
Αλλος ένας δείκτης της κατάστασης της οικονομίας της Γερμανίας είναι τα στοιχεία για τις θέσεις εργασίας. Γράφει ο «Εκόνομιστ»: «Το θαύμα της απασχόλησης, οφείλεται στο μεγαλύτερο μέρος από τη δημιουργία θέσεων εργασίας είτε μερικής απασχόλησης είτε αβέβαιης προοπτικής. Δεν έχει σημειωθεί, σχεδόν, καμία μεταβολή στις συνολικές ώρες εργασίας ακόμη και εάν έχει μειωθεί ο αριθμός των ανέργων (ξεκινώντας από 5 εκατομμύρια άτομα και πλέον το 2005 σε λιγότερο από τρία εκατομμύρια, φέτος)». Τι έχουμε εδώ; Μεγάλη εξάπλωση των ευέλικτων μορφών εργασίας της μερικής απασχόλησης κλπ.
Ερχεται, λοιπόν, το ίδιο δημοσίευμα του «Εκόνομιστ» και αναφέρει: «ο κ. Γκάμπριελ, επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών που συμμετέχουν στην κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας έχει ήδη αναθέσει στον κ. Φράτζσερ να μπεί επικεφαλής σε επιτροπή που θα ψάξει τρόπους για την ενίσχυση των επενδύσεων από τις γερμανικές εταιρείες και την κυβέρνηση. Το γεφύρωμα του "επενδυτικού χάσματος" στη Γερμανία έχει αναδειχθεί σε μείζον ζήτημα. Στις 20 Σεπτεμβρίου, η κ. Μέρκελ αφιέρωσε την εβδομαδιαία ομιλία της στην ανάγκη αύξησης των επενδύσεων. Η ανάπτυξη επιτυγχάνεται μόνον όταν ο κόσμος επενδύει είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα. Οι Γερμανοί μεταφέρουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό, όπου εισπράττουν ταπεινές αποδόσεις. Η Γερμανία επένδυε στις αρχές του 1990 το 23% του ΑΕΠ της, ενώ σήμερα μόνο το 17%. Ακόμη και το ποσοστό των δημόσιων επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι εξαιρετικά χαμηλό» (τα αποσπάσματα του άρθρου του «Εκόνιμιστ» αναδημοσιεύονται από την «Καθημερινή», 7/10/2014). Δίνεται περισσότερο βάρος στη Γερμανία και την πορεία της οικονομίας της, επειδή είναι η πιο ισχυρή καπιταλιστική οικονομία της Ευρωζώνης και βαρόμετρο για την πορεία της, με δεδομένη την κρίση σε Ιταλία, Γαλλία αλλά και Ισπανία.
Αλλοι παράγοντες που επιδρούν αρνητικά
Στην έκθεσή του, το ΔΝΤ αναφέρει για την Ευρωζώνη ότ, «ο κίνδυνος παρατεταμένα χαμηλής ανάπτυξης και επίμονα χαμηλού πληθωρισμού είναι υψηλός». Κάνει λόγο ακόμη για κινδύνους μεταρρυθμιστικής κόπωσης, δηλαδή οι κυβερνήσεις να μη σηκώσουν το πολιτικό κόστος των συνεχών αντεργατικών αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και να καθυστερήσουν μέτρα τόνωσης των καπιταλιστικών επενδύσεων και ενίσχυσης της κερδοφορίας. Μιλά ακόμη για υψηλότερη των αναμενόμενων αναγκών ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που επίσης θα αυξήσει τα χρέη ενώ θα καθυστερήσει την παροχή δανειακής ρευστότητα στους επιχειρηματικούς ομίλους για επενδύσεις.
Το ΔΝΤ εκτιμά ότι προτεραιότητα για την Ευρωζώνη είναι η επιτάχυνση της ανάκαμψης, η αύξηση του πληθωρισμού (να πέσει χρήμα στην αγορά) και πρέπει να το φροντίσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Την ίδια ώρα, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η Ευρωζώνη και η ΕΕ είναι ευάλωτες σε εξωτερικές συνθήκες όπως η χαμηλότερη ανάπτυξη στον υπόλοιπο κόσμο, το υψηλότερο κόστος της Ενέργειας και μία απότομη επιδείνωση των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών συνθηκών.
Οι συγκεκριμένοι παράγοντες είναι δυσμενείς. Και είναι δυσμενείς γιατί οι δείκτες πορείας της καπιταλιστικής οικονομίας για ισχυρές χώρες είναι δυσμενείς. Με εξαίρεση τις ΗΠΑ, που προβλέπεται ανοδικός ρυθμός ανάπτυξης, στις άλλες καπιταλιστικές οικονομίες στις οποίες αναφέρεται ενδεικτικά, οι ρυθμοί είναι πτωτικοί. Και αυτό είναι πρόβλημα. Ετσι η έκθεση του ΔΝΤ εκτιμά: Για τις ΗΠΑ προβλέπεται ανάπτυξη 2,2% το 2014 και 3,1% το 2015. Για την Κίνα 7,4% το 2014 και 7,1% το 2015 και για τη Ρωσία ανάπτυξη 0,2% το 2014 και 0,5% το 2015. Επίσης, αναθεωρούνται προς τα κάτω οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη στο 3,3% το 2014 από 3,4% που ήταν η εκτίμηση τον Ιούλη, ενώ για το 2015 εκτιμάται ότι θα υπάρξει αύξηση του παγκοσμίου ΑΕΠ κατά 3,8%, από 4%, που εκτιμούσε τον Ιούλη.
Εχουν ζόρια
Τα μεγέθη είναι μικρά και ας πούμε «εύθραυστα» για να μιλήσει κανείς για ανάπτυξη χωρίς πισωγύρισμα στην κρίση. Φαίνεται η δυστοκία στις επενδύσεις, αλλά με αυτή τη διαμορφούμενη πραγματικότητα ποιος επενδύει; «Οι ιδιωτικές επενδύσεις παρεμποδίζονται κυρίως από τις χαμηλές προοπτικές ανάπτυξης. Αυτό υπερνικά όλες τις προσπάθειες για την επαναφορά των επενδύσεων μέσω της μείωσης του κόστους χρηματοδότησης. Σε μια τέτοια κατάσταση οι δημόσιες επενδύσεις μπορούν και πρέπει να μπαίνουν στο παιχνίδι. Ομως, η δυνατότητα αυτή περιορίζεται από τη συνεχιζόμενη ανάγκη ελέγχου των δημοσίων ελλειμμάτων» (Ζ. Ακερμαν, πρώην πρόεδρος της «Ντόιτσμπανκ» στο «Βήμα», 5/10/2014).
Φαίνεται ότι η καταστροφή κεφαλαίου δεν έχει φτάσει ακόμη σε αυτά τα επίπεδα που θα δημιουργήσουν συνθήκες ικανές για καπιταλιστικές επενδύσεις που θα δώσουν τεράστια ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη και με μεγάλους ρυθμούς. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα του καπιταλισμού, που δείχνει ότι είναι ξεπερασμένος. Για παράδειγμα, ο «Εκόνομιστ» σχετικά με τη Γερμανία γράφει: «Οι χαμηλές επενδύσεις είναι εν μέρει υπεύθυνες για την υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας».
Πράγματι, αυτό το τελευταίο δείχνει ότι οι επενδύσεις για την έξοδο από την κρίση και την καπιταλιστική ανάπτυξη, πρέπει να αλλάξουν την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, δηλαδή να γίνουν επενδύσεις σε νέα μέσα παραγωγής που αυξάνουν την παραγωγικότητα. Αλλά αυτό σημαίνει τεράστια αύξηση της παραγωγής με το ίδιο το σημερινό ή και λιγότερο εργατικό δυναμικό. Αρα η ανεργία θα παραμείνει τουλάχιστον στα σημερινά επίπεδα, αν δεν αυξηθεί. Και αυτή η αντίφαση του καπιταλισμού, είναι άλυτη, αξεπέραστη στο πλαίσιό του. Μόνο η εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού θα τη λύσει σε όφελος της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.