Για τους παραμορφωτικούς «φακούς» στην ανάγνωση των σύγχρονων διακρατικών σχέσεων
Οι διαβουλεύσεις των ιμπεριαλιστών για την Ουκρανία (όπως εδώ στη συνάντηση Ευρώπης Ασίας τον φετινό Οκτώβρη στο Μιλάνο, όπου διακρίνονται οι Πούτιν, Μέρκελ και Ρέντσι) δεν έχουν καμία σχέση με τα λαϊκά συμφέροντα αλλά με αυτά των μονοπωλιακών ομίλων των χωρών τους
«Αν η Βουλγαρία έχει στερηθεί τη δυνατότητα να συμπεριφέρεται ως κυρίαρχο κράτος, ας ζητήσει αποζημίωση για τα διαφυγόντα κέρδη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή» (δήλωση του Βλαντιμίρ Πούτιν, Προέδρου της Ρωσίας, για την απόφασή του να αναστείλει την κατασκευή του αγωγού «Νότιου ρεύματος», μετά την απροθυμία της Βουλγαρίας, από την οποία επρόκειτο αυτός να διέλθει).
«Χρειαζόμαστε ξανά μια γερμανική εξωτερική πολιτική, που να θεωρεί την ασφάλεια και την ειρήνη πιο σημαντικές από τις ντιρεκτίβες της Ουάσιγκτον» (Σάρα Βάγκενεχτ, βουλευτής και ηγετικό στέλεχος του νεόκοπου σοσιαλδημοκρατικού γερμανικού κόμματος της «Αριστεράς», κατά τη διάρκεια συζήτησης στη γερμανική Βουλή για τις εξελίξεις στην Ουκρανία).
Οι δύο αυτές δηλώσεις, δύο γνωστών πολιτικών, έρχονται να «φρεσκάρουν» μια πασίγνωστη αντίληψη, που κυριαρχεί σχετικά με το ζήτημα της διαμόρφωσης των διεθνών και διακρατικών σχέσεων. Πρόκειται για την αντίληψη, που ούτε λίγο ούτε πολύ ακυρώνει την πραγματικότητα, που διαμορφώνει η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού και υποστηρίζει εξωπραγματικά, πως οι καπιταλιστικές χώρες με ενδιάμεση θέση ή ακόμα και με υψηλή θέση (όπως η Γερμανία), στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, συμπεριφέρονται όπως στο παρελθόν οι αποικίες, δηλαδή με τυφλή υποταγή στη «μητρόπολη».
Επιπλέον, αυτή η θεώρηση των πραγμάτων διανθίζεται συχνά και με την αντίληψη πως αυτή η κατάσταση συμβαίνει, επειδή «κυριαρχεί η πολιτική έναντι της οικονομίας» και πως αν τελικά υπερίσχυε το οικονομικό συμφέρον, δεν θα υπήρχαν π.χ. οι κυρώσεις της ΕΕ έναντι της Ρωσίας, που καταστρέφουν τις επωφελείς οικονομικές σχέσεις, ή τα εμπόδια που θέτουν ΗΠΑ κι ΕΕ στην κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου «Νότιο ρεύμα».
Είναι, όμως, τα πράγματα έτσι;
Ο κινητήριος μοχλός της συνεργασίας και των ανταγωνισμών
Βεβαίως, με μια «γυμνή ματιά» μπορεί κανείς να διαγνώσει πως η συγκεκριμένη θεώρηση πάσχει σοβαρά. Μπορεί π.χ. να σταθεί ο ισχυρισμός πως η Γερμανία, η λεγόμενη και «ατμομηχανή» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μια δηλαδή από τις ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη, είναι απλώς ένας ... «κολαούζος» των ΗΠΑ, που ακολουθεί τυφλά τις «ντιρεκτίβες της Ουάσιγκτον», όπως ισχυρίζεται η προαναφερόμενη Γερμανίδα βουλευτής του οπορτουνιστικού κόμματος της «Αριστεράς»;
Είναι φανερό πως αλλού πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες της όποιας συμπόρευσης του καπιταλιστικού μεγαθήριου της Γερμανίας με τις ΗΠΑ, οι οποίες παρά τη μείωσή τους στο παγκόσμιο ΑΕΠ, εξακολουθούν να είναι η ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία και να βρίσκονται στην «κορυφή» της ιμπεριαλιστικής «πυραμίδας».
Οι αιτίες των όποιων συγκλίσεων μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, όπως άλλωστε και των ανταγωνισμών στις σχέσεις τους, βρίσκεται στον παράγοντα της εξασφάλισης της ενίσχυσης της εξουσίας και ισχύος της αστικής τάξης της κάθε χώρας. Για να το πετύχουν αυτό οι κυβερνήσεις, «δεξιές» ή «αριστερές», αλλά πάντα στρατευμένες στην υπηρεσία της αστικής τάξης, επιδιώκουν συμμαχίες: οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές. Αυτές μπορεί να είναι τόσο διμερείς όσο και πολυμερείς, όπως είναι η ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Εννοείται πως μέσα σ' αυτές τις συμφωνίες, ενώσεις κι οργανισμούς, όπως και συνολικά στο «πλέγμα» των διακρατικών σχέσεων μεταξύ των καπιταλιστικών χωρών, κάθε αστική τάξη συμμετέχει με βάση την ισχύ της χώρας (οικονομική, πολιτική, στρατιωτική) και «δένεται» με τις άλλες χώρες με χιλιάδες «νήματα» αλληλεξάρτησης, η οποία σαφώς και δεν είναι ισότιμη, αφού στην καπιταλιστική οικονομία κυριαρχεί η ανισοτιμία.
Εδώ, λοιπόν, πρέπει να ψάξουμε τους λόγους για τους οποίους η Γερμανία συμπορεύεται με τις ΗΠΑ στο ζήτημα των σχέσεων με τη Ρωσία, γύρω από τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Και τονίζουμε το συμπορεύεται, κι όχι ταυτίζεται, διότι στη στάση της Γερμανίας υπάρχουν ο κοινός «παρανομαστής» με τις ΗΠΑ, έναντι της Ρωσίας, αλλά υπάρχουν και διαφοροποιήσεις, τόσο στο ζήτημα αυτό, όπως και σε πολλά άλλα.
Είναι φανερό πως η αστική τάξη της Γερμανίας (ή το ισχυρότερο τμήμα της) εκτιμά πως τη δεδομένη στιγμή τη συμφέρει περισσότερο η σύμπλευση με τις ΗΠΑ, το «στρίμωγμα» της Ρωσίας, απ' ό,τι μια άλλη στάση. Βεβαίως, υπάρχουν και τμήματα της αστικής τάξης της Γερμανίας που έχουν πληγεί, ακόμη και καταστρέφονται οικονομικά, απ' αυτήν την σύμπλευση με τις ΗΠΑ στο ζήτημα της αντιμετώπισης της Ρωσίας. Τέτοια τμήματα σαφώς κι επιδιώκουν άλλες γεωπολιτικές συμμαχίες της Γερμανίας, ωστόσο, φαίνεται αυτά μέχρι στιγμής υποχωρούν μπροστά σε ισχυρότερα συμφέροντα και στη γενική «γραμμή» άσκησης πίεσης στη Μόσχα. Η αστική τάξη της Γερμανίας ήδη έχει εξασφαλίσει το δικό της ενεργειακό ανεφοδιασμό από τη Ρωσία, μέσω του «Βόρειου ρεύματος» («Nord Stream»). Ο συγκεκριμένος αγωγός, που μπορεί να μεταφέρει 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, διασχίζει τη Βαλτική και τροφοδοτεί με ρωσικό αέριο απευθείας τη Γερμανία. Η αστική τάξη της Γερμανίας θεωρεί εξασφαλισμένο και σίγουρο, πως στο άμεσο τουλάχιστον μέλλον, η Ρωσία, ακόμη κι αν θα το ήθελε, δεν μπορεί να διακόψει αυτήν την τροφοδοσία της, τόσο για οικονομικούς λόγους (την ανάγκη αναπλήρωσης εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού της Ρωσίας), όσο και για τεχνικούς (έλλειψη άλλων αγωγών, που να λειτουργούσαν εναλλακτικά προς άλλους εξαγωγείς). Απ' εκεί και πέρα, έχοντας «ένα το κρατούμενο», επιδιώκει, με το λεγόμενο «Τρίτο ενεργειακό πακέτο» της ΕΕ, να αποκτήσει μεγαλύτερα μερίδια στην παγκόσμια αγορά Ενέργειας σε βάρος των ρωσικών ενεργειακών μονοπωλίων, αλλά και να ενισχύσει τις θέσεις της στο εσωτερικό της Ουκρανίας.
Πρόκειται, λοιπόν, για την κερδοφορία του κεφαλαίου, που κινεί τα νήματα τόσο της συνεργασίας, όσο και των ανταγωνισμών μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών. Κι εδώ δεν είναι εξαίρεση η εξέλιξη των σχέσεων στο «τρίγωνο» ΗΠΑ - Γερμανίας - Ρωσίας.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη Βουλγαρία. Δεν έχουμε να κάνουμε με μια «τυφλή υποταγή», κόντρα στα «εθνικά συμφέροντα της Βουλγαρίας», όπως γράφεται. Καταρχήν, άλλα είναι τα «εθνικά συμφέροντα» της αστικής τάξης της Βουλγαρίας κι άλλα αυτά των εργαζομένων. Η αστική τάξη της Βουλγαρίας, πρώτα απ' όλα ενδιαφέρεται για τη διασφάλιση της θέσης της, επιδιώκει να έχει τις ισχυρές πλάτες των συμμαχιών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ (στις οποίες η χώρα συμμετέχει), για να μπορεί ανά πάσα στιγμή να στηριχτεί σ' αυτές, σε περίπτωση αμφισβήτησης της εξουσίας της από την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Είναι γι' αυτήν πρωταρχικής σημασίας αυτές οι συμμαχίες, πάνω στις οποίες στηρίζεται, για να συνεχίσει και να εκσυγχρονίσει τα δεσμά της ταξικής εκμετάλλευσης του λαού της Βουλγαρίας. Επιπλέον, το ισχυρότερο τμήμα της εκτιμά πως μόνον μέσα από αυτές τις συμμαχίες μπορεί να αυξήσει την κερδοφορία του, να δυναμώσει τη θέση του στην περιοχή και γενικότερα. Βεβαίως, κι εδώ υπάρχουν καπιταλιστικά συμφέροντα που έχουν άλλες οικονομικές και γεωπολιτικές προτεραιότητες, π.χ. της μεγαλύτερης σύνδεσης με την καπιταλιστική Ρωσία, αλλά αυτό δεν τα κάνει «φιλολαϊκά». Γιατί κι αυτά αποσκοπούν στον ίδιο στρατηγικό στόχο: στη διαιώνιση του συστήματος της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.
Η πολιτική κατά της οικονομίας;
Η Βουλγαρία θα έχει απώλεια 400 εκατομμυρίων ευρώ το χρόνο από την εγκατάλειψη του αγωγού «Νότιου ρεύματος», δήλωσε ο Β. Πούτιν, κι είχε απόλυτο δίκιο, ωστόσο, η βουλγαρική αστική τάξη, με τη σύμπλευσή με την ΕΕ και τις ΗΠΑ στο συγκεκριμένο ζήτημα, εκτιμά πως μπορεί να κερδίσει στην πορεία πολλά περισσότερα. Γι' αυτό κι είναι λαθεμένη η εκτίμηση πως η «πολιτική στρέφεται κατά της οικονομίας».
Αυτό φαίνεται ακόμη καλύτερα με τη συμμετοχή της δικής μας χώρας στις κυρώσεις της ΕΕ ενάντια στη Ρωσία, που οδήγησε στα ρωσικά αντίμετρα, με την απαγόρευση εισαγωγής ελληνικών αγροτικών προϊόντων στη ρωσική αγορά. Η όποια σημαντική ζημιά προκλήθηκε στους Ελληνες παραγωγούς, καθώς και στους εξαγωγείς ελληνικών προϊόντων στη Ρωσία, δεν στάθηκε ικανή να εμποδίσει τη συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης σ' αυτόν τον εμπορικό «πόλεμο» της ΕΕ κατά της Ρωσίας. Γιατί; Μα για τον ίδιο λόγο που προωθεί στη χώρα κι όλα τα αντιλαϊκά μέτρα που συναποφασίζονται στο πλαίσιο της ΕΕ. Γιατί θεωρεί πως αυτά εξυπηρετούν την αστική τάξη της χώρας. Ακόμη κι αν πλήττονται λαϊκά στρώματα, ακόμη κι αν υπάρχει και κάποια χασούρα για ορισμένα κομμάτια της αστικής τάξης, επικρατεί το στρατηγικό συμφέρον της αστικής τάξης, σύμφωνα με το οποίο η συμπόρευση της Ελλάδας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ θα αποφέρει στην αστική τάξη στο σύνολό της τεράστια κέρδη. Να γιατί ο Λένιν, όχι τυχαία, σημείωνε πως «η πολιτική είναι συμπυκνωμένη έκφραση της οικονομίας».
Γιατί είναι επικίνδυνες οι απόψεις περί «κυριαρχίας»
Ο Β. Πούτιν, εκφωνώντας την ετήσια προγραμματισμένη ομιλία του, τόνισε σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένα πως η Ουκρανία δεν ήταν παρά ένα πρόσχημα για την επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αφού οι Δυτικοί επεδίωκαν εδώ και καιρό μία ανάσχεση της πορείας της χώρας. Εκτίμησε, επίσης δικαιολογημένα, πως οι διεθνείς ανταγωνιστές της Ρωσίας θα ήθελαν αυτή να είχε την κατάληξη της Γιουγκοσλαβίας. Την ίδια ώρα, δεν απέφυγε με «πατριωτικές κορόνες» να παραπλανήσει τους εργαζόμενους της χώρας του. Οπως είπε «αν για κάποιες ευρωπαϊκές χώρες η εθνική κυριαρχία είναι μια πολυτέλεια, για τη Ρωσία η κυριαρχία αποτελεί όρο επιβίωσης». Βεβαίως, είναι ο ίδιος άνθρωπος που υπέγραψε την ένταξη της Ρωσίας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, που θέτει μια σειρά περιορισμούς σε διάφορους κλάδους της ρωσικής οικονομίας.
Η ρωσική οικονομία, μια ανερχόμενη καπιταλιστική δύναμη, συνδέεται σήμερα με δεκάδες «μοχλούς» με την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση απ' αυτές τις σχέσεις. Για ποια «κυριαρχία», μπορούμε να μιλήσουμε για τη χώρα που εξαρτάται πλήρως από τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, όπως η σημερινή καπιταλιστική Ρωσία; Τουλάχιστον τα μισά έσοδα του ρωσικού ετήσιου προϋπολογισμού προέρχονται από την ενεργειακή σφαίρα, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Αλλά πέρα απ' αυτό, για ποια «κυριαρχία» μπορεί να μιλήσει σε συνθήκες καπιταλισμού ο εργάτης, ο άνεργος, τα άλλα λαϊκά στρώματα; Είναι ίδια η δική του «κυριαρχία» με αυτήν του μεγαλοκαπιταλίστα Ρομάν Αμπραμόβιτς, ιδιοκτήτη της αγγλικής ομάδας «Τσέλσι»;
Ανάλογες «κορόνες» ακούμε και στη χώρα μας, κυρίως από ΣΥΡΙΖΑ κι ΑΝΕΛ, αλλά ακόμη και από τα κυβερνητικά κόμματα ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, περί «ανάκτησης της κυριαρχίας». Χωρίς, βέβαια, να αμφισβητείται η συμμετοχή στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, ούτε πολύ περισσότερο ο καπιταλιστικός δρόμος της χώρας. Γίνεται έτσι φανερό, πως στο όνομα της «κυριαρχίας» (πότε της διατήρησής της και πότε της ανάκτησής της) οι αστοί πολιτικοί απλώνουν παραπλανητικά «δίχτυα», για να εγκλωβίσουν τους εργαζόμενους «κάτω από ξένη σημαία». Να τους βάλουν, δηλαδή, να αγωνίζονται και να υποφέρουν για τα συμφέροντα της αστικής τάξης, για το πώς αυτή θα δυναμώσει τη θέση της στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα.
Το ίδιο επικίνδυνες είναι και οι θέσεις, που καλλιεργεί το λεγόμενο «Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς», κι ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, σχετικά με την ΕΕ. Πως δήθεν εάν η ΕΕ «απογαλακτιστεί» από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ θα γίνει «κυρίαρχη» και θα χαράξει μια πολιτική «ευρωπαϊκή», φιλολαϊκή, φιλειρηνική, μέχρι που έχει δηλωθεί (από τον ΣΥΡΙΖΑ) πως τότε η ΕΕ θα αξίζει να παίρνει τα βραβεία Νόμπελ Ειρήνης. Η πραγματικότητα, όμως, λέει ότι αυτός ο «απογαλακτισμός» το μόνο που σημαίνει είναι την ετοιμότητα της ΕΕ ή του ισχυρότερου τμήματός της να διεκδικήσει αγορές με τη δύναμή της, ακόμα και με τα όπλα. Πότε σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ και πότε μόνη της. Κάτι που ήδη έχει ξεκινήσει να γίνεται! Είναι μάταιο και αποπροσανατολιστικό οι εργαζόμενοι της Ευρώπης να περιμένουν να αλλάξει η ΕΕ. Κι αυτό γιατί οι πολιτικές κατευθύνσεις της ΕΕ δεν καθορίζονται από το αν έχουν οι «κεντροαριστεροί» ή οι «κεντροδεξιοί» την πλειοψηφία στην ΕΕ, αλλά από το χαρακτήρα του κοινωνικού συστήματος που κυριαρχεί σ' αυτήν. Κι αυτός δεν είναι άλλος από τον καπιταλιστικό, κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, όπου τα βασικά μέσα παραγωγής βρίσκονται στα χέρια των λίγων, των καπιταλιστών. Αυτός ο χαρακτήρας της ΕΕ αποτυπώνεται και στις συνθήκες της ΕΕ.
Η λύση για τον ελληνικό λαό και τους άλλους λαούς δε βρίσκεται ούτε στην αποπροσανατολιστική προσπάθεια «καλλωπισμού» της ΕΕ, ούτε στη στοίχιση πίσω από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, που στο όνομα της «κυριαρχίας», επιδιώκουν να εγκλωβίσουν τα λαϊκά στρώματα στην υπηρεσία των συμφερόντων των λίγων και ισχυρών, των καπιταλιστών.
Η λύση βρίσκεται μόνο στην αποδέσμευση από κάθε ιμπεριαλιστική διακρατική συμμαχία, με το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια της εργατικής τάξης και την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής.
Του Ελισαίου ΒΑΓΕΝΑ*
*Ο Ελ. Βαγενάς είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων