Ορισμένες ακόμα πλευρές από την απεργία που έγινε στα Μεταλλεία της Εύβοιας το 1976
Αύρα της Χωροφυλακής στην περιοχή, τις μέρες της μεγάλης απεργίας
Στο τετρασέλιδο της περασμένης Πέμπτης, ο «Ριζοσπάστης» παρουσίασε τη μεγάλη απεργία που ξεκίνησε το Μάρτη του 1976 στα μεταλλεία του επιχειρηματία Σκαλιστήρη στην Εύβοια. Το αίτημα των πέντε χιλιάδων εργατών ήταν η υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Απέναντί τους στάθηκαν όλοι οι μηχανισμοί της εργοδοσία, με τη στήριξη του αστικού κράτους, που έθεσε στη διάθεσή της τον κατασταλτικό μηχανισμό.
Ολόκληρη η περιοχή βρισκόταν για μέρες σε κατάσταση πολιορκίας, από αύρες, κλούβες και ροπαλοφόρους της χωροφυλακής. Η εργοδοσία αξιοποίησε όλα τα μέσα για να σπάσει την απεργία: Μεταφερόμενους απεργοσπάστες, βία, τρομοκρατία, λοκ άουτ. Ακόμα και από αέρος προσπάθησε να σπάσει την απεργία, καθώς επιστράτευσε ένα ελικόπτερο για να ρίξει προκηρύξεις, με τις οποίες απειλούσε τους απεργούς να γυρίσουν στη δουλειά και κατήγγειλε το «Ριζοσπάστη» που κάλυπτε και στήριζε τον αγώνα τους.
Σε συνέχεια του δημοσιεύματος της περασμένης Πέμπτης, παρουσιάζουμε σήμερα αποσπάσματα από μια διδακτορική διατριβή (Ιωάννης Παλάντζας, «Οι εξορυκτικές και μεταλλευτικές δραστηριότητες στη Βόρεια Εύβοια κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ού αιώνα σύμφωνα με τις αρχειακές πηγές», 2008), όπου περιέχεται αποκαλυπτικό υλικό για την απεργία στα μεταλλεία του Σκαλιστήρη, κύρια σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της εργοδοσίας με το αστικό κράτος και τη λυσσασμένη στάση που κράτησαν απέναντι στους εργάτες.
Οι «κακομαθημένοι» εργάτες...
Στις σελίδες τις διατριβής, διαβάζουμε αποσπάσματα συνέντευξης που έδωσε στο συντάκτη της διατριβής ο ίδιος ο Δ. Σκαλιστήρης, το 2007. Για την απεργία, παραδέχεται στη συνέντευξη: «Το 76 έγινε η μεγάλη απεργία, στην οποία πράγματι, πρέπει να ομολογήσω ότι με βοήθησε η Κυβέρνηση να σταματήσει (...) Και αναγκάστηκα τότε, νοίκιασα αεροπλάνο, έριξα προκηρύξεις και μετά από ένα μήνα σταμάτησε η απεργία. Αλλά κοιτάξτε είχαν κακομάθει. Θέλανε να πληρώνονται πολύ χωρίς να εργάζονται αντιστοίχως»!
Για τις συνθήκες δουλειάς στα Μεταλλεία, στη διατριβή επισημαίνονταν τα εξής: «Παράλληλα, οι συνθήκες εργασίας των μεταλλωρύχων ήταν ιδιαίτερα σκληρές και επικίνδυνες: "περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους δεκάδες και εκατοντάδες μέτρα κάτω από τη γη. Οι ιδιοκτήτες των μεταλλείων για να έχουν μεγάλο κέρδος πληρώνουν μικρά μεροκάματα, δεν τους διαθέτουν το αναγκαίο οξυγόνο, δεν εγκαθιστούν συστήματα εξαερισμού και δεν παίρνουν προστατευτικά μέτρα για την προστασία της ζωής τους (...)
Ετσι, όσοι από τους εργαζόμενους αυτούς δε θα χαθούν στη διάρκεια διάφορων ατυχημάτων, θα πεθάνουν στα 45 τους χρόνια από καρκίνο, πνευμονικές και καρδιακές παθήσεις..."».
«Μπίζνες» κάτω απ' όλες τις συνθήκες
Από τη διατριβή, προκύπτουν κι άλλα συμπεράσματα σε ό,τι αφορά τη σχέση του κράτους με τους επιχειρηματικούς ομίλους. Επιβεβαιώνεται ότι το κεφάλαιο είναι αυτό που έχει την εξουσία και γι' αυτό είναι κυριολεκτικά «παντός καιρού», σε πόλεμο και ειρήνη, ανεξάρτητα αν στην κυβέρνηση εναλλάσσονται διαφορετικά κόμματα, ακόμα κι αν εναλλάσσονται διαφορετικές μορφές αστικής διαχείρισης, όπως δικτατορικά καθεστώτα.
Τέτοια περίπτωση ήταν τα Μεταλλεία Σκαλιστήρη. Για τη μεταπολεμική περίοδο, ο επιχειρηματίας αναφέρει στη συνέντευξή του για το πώς ευνοήθηκε από το Σχέδιο Μάρσαλ, που χρηματοδότησε την ανοικοδόμηση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας και ταυτόχρονα εξασφάλιζε την ανοικοδόμηση της ηττημένης Γερμανίας.
Λέει ο Σκαλιστήρης στη συνέντευξη: «Οταν έγινε ο Πόλεμος [Β΄Παγκόσμιος] κατασχέσαν οι Γερμανοί όλα τα αποθέματα βωξίτη που είχαν παραχθεί και σταμάτησε η λειτουργία των βωξιτών. Προπολεμικώς εμείς πουλούσαμε στη Γερμανία και αναγκαστήκαμε να λειτουργούμε μόνο τα λιγνιτωρυχεία, τα οποία μας επέτρεψαν να περάσουμε στην Κατοχή. Μεταπολεμικώς, με το Σχέδιο Μάρσαλ, μας δόθηκε ένα δάνειο, το οποίο μας επέτρεψε να ανοικοδομηθούμε και ήτανε τριγωνικό. Δηλαδή το δάνειο δόθηκε στη Γερμανία και σε μας. Εμείς παρήγαμε τον βωξίτη, τον στέλναμε στη Γερμανία και έτσι ένα μέρος από τα χρήματα κρατιότανε προς εξόφληση των δανείων και με τα υπόλοιπα μπορέσαμε να ανοικοδομηθούμε και σιγά σιγά αρχίσαμε να μεγαλώνουμε».
Οι βιομήχανοι και η χούντα
Το ίδιο ισχύει και στην περίοδο της χούντας, για την οποία επισημαίνεται στη διατριβή: «Στη διάρκεια της δικτατορίας (1967-1974) ο Μιχάλης Σκαλιστήρης φέρεται ευνοούμενος από το καθεστώς των συνταγματαρχών, των οποίων τις πρακτικές αναπαράγει και στην εταιρεία του: "Τα ηγετικά στελέχη του Σκαλιστήρη ήταν πρώην μέλη του στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας και αποτελούν μια φυσική γέφυρα μεταξύ εργοδοσίας και ένοπλων κρατικών μηχανισμών. Αποστολή τους είναι η αστυνόμευση των εργαζομένων, όχι μόνο στους χώρους εργασίας αλλά ακόμα και στους χώρους διαμονής (χωριά). Κάθε εργαζόμενος έχει και το φάκελό του, με στοιχεία δοσμένα από την Ασφάλεια.
Παράλληλα, ο Σκαλιστήρης διαθέτει άγημα τριάντα ιδιωτικών ένοπλων αστυνομικών, που φρουρούν τους εργάτες και τους απαγορεύουν να μετακινούνται από τμήμα σε τμήμα. Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο στηρίχτηκε ο αυταρχισμός της εταιρείας Σκαλιστήρη". Με τη μεταπολίτευση (1974) η "Εταιρεία Σκαλιστήρη" συνέχισε να διατηρεί τα προνόμια, τα οποία είχε αποκτήσει κατά την εποχή της χούντας».
Στο ίδιο πνεύμα, ο Σκαλιστήρης αναφέρεται, στη συνέντευξη, στο δώρο που πρόσφερε - ένα χρυσό τούβλο (!) - στη γυναίκα του δικτάτορα Παπαδόπουλου, το 1973: «Το περιστατικό έγινε στα εγκαίνια του εργοστασίου των Πυριμάχων στους Φούρνους. Είχε έρθει με άλλους επισήμους, εκπροσωπώντας την τότε Κυβέρνηση. Επειδή εμείς θα κάναμε τούβλα, σκέφτηκα να της προσφέρω ένα τούβλο, το οποίο μέσα ήταν κούφιο και απέξω είχε επιχρυσωθεί.
Εκ των υστέρων είδα ότι αυτό προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Πιστεύω ότι έκανα ένα δώρο, όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις. Εξάλλου, την ίδια εποχή και άλλοι βιομήχανοι πρόσφεραν πολύ πιο ακριβά δώρα, ολόκληρα αντίγραφα των εγκαταστάσεών τους από πολύτιμο μέταλλο»!