Παρά την προσπάθεια κυβέρνησης και εργοδοσίας να πείσουν για το αντίθετο, το εργατικό «ατύχημα» που έγινε το πρωί της Παρασκευής στο διυλιστήριο των «Ελληνικών Πετρελαίων» (ΕΛΠΕ) στον Ασπρόπυργο, δεν ήταν ούτε κεραυνός εν αιθρία ούτε βέβαια το έφερε «η κακιά η ώρα».
Ηταν συνέπεια μιας μακράς πορείας ανατροπής των εργασιακών σχέσεων και των μέτρων ασφάλειας, σε μια επιχείρηση με κυρίαρχο ρόλο στον κλάδο της διύλισης και γενικότερα στην ελληνική καπιταλιστική οικονομία, προκειμένου να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία της.
Γι' αυτό, στα ΕΛΠΕ έφτασαν να δουλεύουν σήμερα μόλις 1.600 μόνιμοι εργαζόμενοι, όταν το 2003 ήταν 2.700. Στην πλειοψηφία του, το έμπειρο και καταρτισμένο εργατικό δυναμικό αντικαταστάθηκε από «φτηνότερους» εργαζόμενους εργολαβικών συνεργείων, που σήμερα φτάνουν τους 700.
Γι' αυτό, η εντατικοποίηση της δουλειάς έχει χτυπήσει ταβάνι, με σχεδόν 483 χιλιάδες ώρες υπερωρίας το 2008, έναντι 336 χιλιάδων ωρών το 2005. Γι' αυτό, το εξοντωτικό ωράριο, τα 12ωρα και η υποχρεωτική εργασία τις μέρες των ρεπό, η χαλάρωση των μέτρων ασφαλείας, η έλλειψη στοιχειωδών υλικών και εργαλείων, που καταγγέλλουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι.
16ωρη βάρδια με 3,8 ευρώ την ώρα
Ολα αυτά είναι που δημιούργησαν τις συνθήκες για να συμβεί το «ατύχημα» και σήμερα να χαροπαλεύουν πέντε νέοι άνθρωποι, από τους έξι συνολικά βαριά τραυματίες, που συνεχίζουν να νοσηλεύονται σε κρίσιμη κατάσταση, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές.
Ούτε βέβαια η χρονική συγκυρία είναι τυχαία. Από τις 12 Απρίλη, στο διυλιστήριο γίνονται εργασίες γενικής συντήρησης (shut down). Πάνω από 3.000 εργαζόμενοι δουλεύουν κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο, κάτω από την πίεση της εργοδοσίας να τελειώσει η δουλειά το συντομότερο δυνατό και να μπει ξανά σε λειτουργία το διυλιστήριο.
Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των εργαζομένων απασχολούνται μέσω εργολαβικών συνεργείων. Πρόκειται για εργάτες, Ελληνες και μετανάστες, που δουλεύουν για 30 - 40 μέρες, όσο διαρκούν οι εργασίες συντήρησης, χωρίς να έχουν την απαιτούμενη γνώση του χώρου, την εμπειρία και την ειδίκευση.
Ακόμα χειρότερα, οι αμοιβές τους δεν ξεπερνούν τα 3,8 ευρώ την ώρα, δουλεύουν εξαντλητικά ωράρια, σε 12ωρες, 14ωρες, ακόμα και 16ωρες βάρδιες. Να, λοιπόν, ποια είναι η «κακιά η ώρα» που έφερε το ατύχημα, ένα από τα πολλά που έγιναν στα ΕΛΠΕ τα τελευταία χρόνια. Να γιατί λέμε πως το λαμπάδιασμα των έξι εργατών ήταν ένα ακόμα καραμπινάτο εργοδοτικό έγκλημα.
Ελλειψη σχεδίου και μέσων
Πέρα από τις συνθήκες του «ατυχήματος», οι καταγγελίες των εργαζομένων είναι αποκαλυπτικές και για τον τρόπο που προσπάθησε να το διαχειριστεί η εργοδοσία.
Αν μη τι άλλο, δείχνει έλλειψη οργανωμένου σχεδίου και μέσων για την αντιμετώπιση «ατυχημάτων» όπως αυτό της Παρασκευής, που, σημειωτέον, θα μπορούσε να έχει περισσότερα θύματα, αν η διαρροή που προκάλεσε την πυρκαγιά και την έκρηξη γινόταν λίγη ώρα αργότερα, όταν στο χώρο θα βρίσκονταν κι άλλοι εργάτες.
Γι' αυτό οι εργαζόμενοι έλεγαν μεταξύ τους ότι ο καθένας απ' αυτούς θα μπορούσε να είναι ο επόμενος. Κατήγγειλαν ακόμα ότι μετά το ξέσπασμα της φωτιάς, δεν ακούστηκε η σειρήνα του συναγερμού και ότι η εκκένωση έγινε διά μεγαφώνου, από στόμα σε στόμα, από τις φωνές που ακούγονταν από τους ασυρμάτους, ότι υπάρχει φωτιά σε μονάδα.
Αλλοι έλεγαν ότι βρήκαν τις εξόδους κλειστές, ότι αναγκάστηκαν ακόμα και να κόψουν το λουκέτο για να βγουν έξω, ενώ μετά την εκκένωση των εγκαταστάσεων, οι εργαζόμενοι αρχικά «μαντρώθηκαν» στο χώρο στάθμευσης, χωρίς να τους επιτρέπεται να μετακινηθούν...
Εχουν και το πεπόνι και το μαχαίρι
Βέβαια, η εργοδοσία βρίσκει και τα κάνει. Αξιοποιεί όλο το αντεργατικό οπλοστάσιο που της παρέχουν απλόχερα η ευρωπαϊκή και η ελληνική νομοθεσία για τις εργασιακές σχέσεις, τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, την εργολαβοποίηση υπηρεσιών. Ολα αυτά είναι τα «όπλα» της στον πόλεμο του ανταγωνισμού ανάμεσα στα μονοπώλια, που φουντώνει.
Σ' αυτόν τον πόλεμο, μερικές χιλιάδες νεκροί και σακατεμένοι εργαζόμενοι κάθε χρόνο δεν είναι παρά μόνο «παράπλευρες απώλειες» για την εργοδοσία και το κράτος της. Αλλωστε, είναι το ίδιο κράτος που δεν ελέγχει την εφαρμογή ούτε αυτής της κουτσουρεμένης εργατικής νομοθεσίας και των ελάχιστων μέτρων ασφάλειας που πρέπει να τηρούνται στους χώρους εργασίας.
Τα στοιχεία που δημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» το Σάββατο είναι αποκαλυπτικά: Στην περιοχή του Θριάσιου, δραστηριοποιούνται 7.000 - 10.000 μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις. Ανάμεσά τους και ορισμένες από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές μονάδες της Αττικής, όπως χαλυβουργεία, τσιμεντάδικα, διυλιστήρια και άλλες.
Οπως, όμως, καταγγέλλουν συνδικαλιστές, για όλες αυτές τις επιχειρήσεις λειτουργούν δύο παραρτήματα της Επιθεώρησης Εργασίας σε Ελευσίνα και Λιόσια και ένα γραφείο του ΚΕΠΕ. Ολες αυτές οι υπηρεσίες είναι τραγικά υποστελεχωμένες. Στην Επιθεώρηση Εργασίας (και στα δυο παραρτήματα) δουλεύουν συνολικά έξι άτομα (τρία και τρία) και στο ΚΕΠΕ 7 με 8.
Μάλιστα, στην ευθύνη του ΚΕΠΕ, εκτός από το Θριάσιο Πεδίο, βρίσκεται όλη η περιοχή από την Κόρινθο μέχρι την Επίδαυρο (!) και ολόκληρος ο Πειραιάς. Επιπλέον, δεν υπάρχει η στοιχειώδης υποδομή για να γίνουν οι έλεγχοι στις επιχειρήσεις, αφού λείπουν αυτοκίνητα, κονδύλια για λειτουργικά έξοδα κ.ά. Ολα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα οι έλεγχοι να είναι ελάχιστοι και, φυσικά, όταν γίνονται, να είναι υποτυπώδεις.
Ανοίγουν πολλές πλευρές
Υπάρχουν κι άλλες πλευρές που ανέδειξε το «ατύχημα» της Παρασκευής. Μια από αυτές έχει να κάνει με τις σοβαρές ελλείψεις στις κρατικές δομές Υγείας, θέμα για το οποίο κινητοποιούνται αυτό το διάστημα Λαϊκές Επιτροπές και εργαζόμενοι στα νοσοκομεία όλης της Αττικής.
Το «Θριάσιο» και το «Αττικόν», όπου μεταφέρθηκαν οι τραυματίες, δεν εξαιρούνται από την πολιτική της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης, που συνεχίζεται και στην Υγεία. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι τα δύο νοσοκομεία βρίσκονται σε μια βιομηχανική περιοχή με μεγάλη συχνότητα και πιθανότητα ατυχημάτων, ακόμα και μεγάλης έκτασης.
Κι όμως, από τα οκτώ κρεβάτια της Εντατικής στο Κέντρο Εγκαυμάτων στο «Θριάσιο», λειτουργούν τα έξι, επειδή λείπει νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό. Τα έξι κρεβάτια λειτουργούν κι αυτά με λειψό προσωπικό, καθώς λείπουν τρεις νοσηλευτές.
Τα ίδια και στο «Αττικόν», όπου, επιπλέον, δεν υπάρχει εξειδικευμένη Μονάδα Εγκαυμάτων, παρά τη συχνότητα τέτοιων «ατυχημάτων» στην περιοχή. Κρεβάτια από τις ΜΕΘ παραμένουν κλειστά, λόγω έλλειψης προσωπικού, ενώ μέχρι και πριν από δύο βδομάδες, είχε χαλάσει και ο τελευταίος αξονικός τομογράφος...
Να γίνει υπόθεση των εργαζομένων
Να λοιπόν που έρχονται στιγμές, όπου ο εργάτης πρέπει καθαρότερα να βλέπει πως δεν αρκεί να παλεύει μόνο για το κομμάτι το ψωμί, όσο κι αν είναι αυτό που επείγει. Δεν πρέπει να δέχεται να δουλεύει παρέα με το θάνατο, να αναρωτιέται αν το βράδυ θα γυρίσει αρτιμελής ή και ζωντανός στο σπίτι από το μεροκάματο.
Οι καλοθελητές της εργοδοσίας, που έπεσαν πάνω στους εργάτες για να τους φοβερίσουν και να τους πείσουν να ξεχάσουν ό,τι έγινε, πρέπει να βρούνε τοίχο. Τίποτα απ' αυτά που προκάλεσαν το ατύχημα δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο. Αντίθετα, στο βωμό της ανταγωνιστικότητας, οι συνθήκες δουλειάς και ασφάλειας θα γίνονται χειρότερες και στα ΕΛΠΕ.
Από τώρα προγράφονται τα θύματα του επόμενου εργοδοτικού εγκλήματος, αν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι δεν αποφασίσουν να κοντράρουν κυβέρνηση και εργοδοσία. Το Συνδικάτο Μετάλλου Αττικής βρέθηκε από την πρώτη ώρα στο πλευρό τους και συνέβαλε να εκφραστούν οι πρώτες αντιδράσεις.
Αυτό πρέπει να βρει συνέχεια. Να πάρουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι πρωτοβουλίες για τη διεκδίκηση μέτρων προστασίας της ζωής τους. Να απαιτήσουν να μπει τέλος στην εργολαβοποίηση, στην εξαντλητική υπερεργασία των 12ωρων, να τηρούνται τα ωράρια και οι αμοιβές που προβλέπονται από τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.
Να παλέψουν για προσλήψεις σύμφωνα με τις ανάγκες της παραγωγής, να καλυφθούν οι θέσεις που η εταιρεία πρόσφατα κατάργησε. Να καλύψει η εταιρεία όλα τα έξοδα των συναδέλφων που τραυματίστηκαν, σχετικά με την περίθαλψή τους.
Η πρόκλησή τους επιστρέφεται
Πρέπει να γίνει συνείδηση ότι στον καπιταλισμό, ακόμα και τα στοιχειώδη μέτρα ασφάλειας στη δουλειά είναι ζήτημα διεκδίκησης και συσχετισμών στην ταξική πάλη. Οτιδήποτε αφαιρεί μέρος απ' τα κέρδη της εργοδοσίας ή επενδύεται χωρίς να αποδίδει κέρδος, θεωρείται «κόκκινο πανί», περιορίζεται ή και κόβεται τελείως. Αν τώρα επικρατήσει ο φόβος και δεν ανοίξει μέτωπο σοβαρό, το επόμενο ατύχημα θα είναι ακόμα χειρότερο.
Απ' αυτή τη σκοπιά, χρειάζεται να καταδικάσουν οι εργαζόμενοι και την προσπάθεια του αρμόδιου υπουργού, Π. Λαφαζάνη, ο οποίος προκλητικά είπε την Παρασκευή, έξω από το διυλιστήριο, ότι «όλοι μαζί, κυβέρνηση, διοίκηση και εργαζόμενοι να προασπίσουμε την αξιοπιστία στη λειτουργία των ΕΛΠΕ και την ασφάλεια των εργαζομένων».
Δεν μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι οι εργαζόμενοι με την εργοδοσία και την κυβέρνηση, σε ό,τι αφορά τα μέτρα ασφάλειας. Δεν είναι συνένοχοι στο έγκλημα, που επαναλαμβάνεται για πολλοστή φορά στα ΕΛΠΕ, όπως πάει να τους παρουσιάσει η κυβέρνηση, στρώνοντας επί της ουσίας το έδαφος στην εργοδοσία να έρθει από πάνω και κατά το σύνηθες να αποδώσει το «ατύχημα» σε «ανθρώπινο λάθος»...