Είναι φανερό ότι οι διαπραγματεύσεις κυβέρνησης - δανειστών επικεντρώνονται ολοένα και περισσότερο σε τρία ζητήματα:
Στα πρωτογενή πλεονάσματα, στη διευθέτηση του χρέους και στα «επενδυτικά πακέτα», δηλαδή τη χρηματοδότηση από διάφορες πηγές, προκειμένου να δοθεί «αναπτυξιακή ώθηση» στην καπιταλιστική οικονομία.
Η συγκυβέρνηση διεκδικεί χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, διευθέτηση του χρέους, που θα μειώνει τις υποχρεώσεις της απέναντι στους δανειστές, και συμμετοχή σε επενδυτικά πακέτα, όπως το λεγόμενο «πακέτο Γιούνκερ», αλλά και στην «ποσοτική χαλάρωση» του Ντράγκι.
Για όλα αυτά τα ζητήματα υπάρχει μεγάλος καβγάς και ανταγωνισμός, που καμιά σχέση δεν έχει με τα συμφέροντα του λαού.
Πώς θα επιμεριστεί το κόστος σε ένα ενδεχόμενο διευθέτησης του χρέους, πώς θα αναπροσαρμοστούν τα πρωτογενή πλεονάσματα τηρώντας τις δεσμεύσεις του Συμφώνου για το Ευρώ κ.ά. αποτελούν αντικείμενο των αντιπαραθέσεων.
Τέλος, το ποιοι και με ποιους όρους θα μοιραστούν τα επενδυτικά πακέτα και τις δημόσιες επενδύσεις, συνδέεται άμεσα με τις ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα, με το ποιοι τομείς της οικονομίας θα αναπτυχθούν, ποια επενδυτικά σχήματα θα προτιμηθούν και ποια μονοπώλια θα έχουν τον πρώτο λόγο.
Ακόμα κι αν η κυβέρνηση πετύχει συμφωνία για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, ακόμα κι αν υπάρξει απόφαση για διευθέτηση του χρέους και η αστική τάξη στην Ελλάδα «βάλει το δάχτυλο στο μέλι» των χρηματοδοτικών πακέτων, ο λαός δεν έχει τίποτα να κερδίσει.
Οι αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που ψηφίστηκαν ή δρομολογήθηκαν στα χρόνια της κρίσης θα συνεχιστούν κανονικά, παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι η χαλάρωση της λιτότητας για το κεφάλαιο σημαίνει και ανάσχεση της επίθεσης στο λαό. Αυτό αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι στην πρόταση 47 σελίδων η κυβέρνηση ενσωματώνει όλες τις προηγούμενες αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις.
Είναι αναδιαρθρώσεις στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο και συνιστούν αναγκαίο συμπλήρωμα της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων από τον κρατικό κορβανά για να επενδύσουν κεφάλαια και να «ζεσταθεί» η οικονομία.
Πολύ περισσότερο που τόσο το σχέδιο των δανειστών όσο και αυτό της κυβέρνησης, αλλά και το ενδεχόμενο μιας «χρυσής τομής» ανάμεσα στα δύο σχέδια, θα εμπεριέχουν και νέα αντιλαϊκά μέτρα όσον αφορά τη φορολογία, το Ασφαλιστικό, τις ιδιωτικοποιήσεις. Οσο και αν η συγκυβέρνηση προσπαθεί, ξορκίζοντας το λεγόμενο σχέδιο των δανειστών, να εμφανίσει το δικό της ως τον λεγόμενο «έντιμο συμβιβασμό».
Η όλη συζήτηση για το χρέος, τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα επενδυτικά πακέτα αφορά το κεφάλαιο και μόνο. Τα κεφάλαια που θέλει να εξοικονομήσει η κυβέρνηση δεν θα γίνουν αυξήσεις στους μισθούς, προσλήψεις στα νοσοκομεία, αυξήσεις στις συντάξεις. Θα μετατραπούν σε έμμεση ή άμεση επιδότηση των επενδυτικών σχεδίων του κεφαλαίου, για να αρχίσει ένας νέος κύκλος καπιταλιστικής συσσώρευσης.