Πρόσφατα στον αστικό Τύπο εμφανίστηκαν δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία: «...Αρκετές μεγάλες εταιρείες ένδυσης στην Ευρώπη και στην Αμερική έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να επιστρέψουν μέρος της παραγωγής στην έδρα τους, δηλαδή να κατασκευάζουν ένα μέρος των προϊόντων στη χώρα τους. Τα ειδησεογραφικά πρακτορεία αναπαράγουν έρευνες, σύμφωνα με τις οποίες ένα 48% των αμερικανικών εταιρειών ένδυσης, με τζίρο άνω των 10 εκατ. δολαρίων, έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να μεταφέρουν την παραγωγή στη χώρα τους, όπως οι "Abercrombie", "Levi's", "Brooks Brothers". Αντίστοιχα, στην Ευρώπη, το 15% της παραγωγής του εξωτερικού επέστρεψε στην Ισπανία και την Πορτογαλία, σύμφωνα με στοιχεία της Ισπανικής Ομοσπονδίας Ενδυμάτων (Fedecom). Αυτή η τάση προκύπτει κύρια από το γεγονός ότι η αύξηση μισθών, η ανατίμηση του νομίσματος στην Κίνα, τα έξοδα μεταφοράς κ.ά. δεν την καθιστούν πλέον τόσο δημοφιλή για επενδύσεις».
Ανάλογα δημοσιεύματα εμφανίζονται ακόμη από το Γενάρη του 2013. Δημοσίευμα της «Ουάσιγκτον Ποστ» έγραφε: «Μόλις πρόσφατα, η "Apple" ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε επένδυση 100 εκατ. δολ. ώστε να "επιστρέψει" μέρος της παραγωγής των Mac από την Κίνα σε αμερικανικό έδαφος. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του χαμηλού κόστους απασχόλησης στην Κίνα έχει περιοριστεί δραστικά. Το 2000, η μέση ωριαία αμοιβή του βιομηχανικού εργάτη στην Κίνα ανήρχετο στα 0,52 δολάρια ΗΠΑ. Ωστόσο, έως το 2015, η εν λόγω αμοιβή θα έχει φτάσει στα 6 δολ., ιδιαίτερα δε στις βιομηχανίες που απαιτούν εξειδικευμένο προσωπικό. Αν και η μέση, ωριαία αμοιβή των βιομηχανικών εργατών στις ΗΠΑ ανέρχεται στα 19 δολάρια (...) το γεγονός ότι οι Αμερικανοί εργάτες είναι πιο παραγωγικοί, ότι η αυτοματοποίηση έχει μειώσει το ποσοστό κόστους των μισθών ως μέρος του συνολικού κόστους παραγωγής, καθώς και το ότι το φθηνό φυσικό αέριο συντείνει επίσης στη μείωση του κόστους παραγωγής. Τέλος, η αύξηση του κόστους πετρελαίου έχει αυξήσει το κόστος των ναύλων, επηρεάζοντας το κόστος των εισαγομένων προϊόντων (...) Ανάλογη κατάσταση επικρατεί και στην Ευρώπη... "η Κίνα και άλλες χώρες επαναπροσδιορίζουν τώρα την αναπτυξιακή πολιτική τους, που στηριζόταν στις εξαγωγές, επιδιώκοντας την τόνωση της εγχώριας ζήτησης..."».
Δεν μπορεί να ξέρει κανείς πώς ακριβώς θα εξελιχθεί η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία στις συνθήκες της βαθιάς οικονομικής κρίσης και τεράστιας όξυνσης των ανταγωνισμών, αντιμετώπιση βεβαίως στα πλαίσια της καπιταλιστικής οικονομίας σε επίπεδο έθνους - κράτους για διέξοδο σε όφελος του κεφαλαίου. Προδιαγράφονται όμως κάποιες τάσεις...
***
Η τάση της μείωσης του κόστους παραγωγής πάντα υπάρχει στον καπιταλισμό, αλλά σε συνθήκες κρίσης επιταχύνεται για να αντισταθμίζεται η χασούρα κερδών από τη μείωση της παραγωγής λόγω κρίσης, αλλά και για γοργή αύξησή τους στην περίοδο ανάκαμψης, αυξάνοντας έτσι το ποσοστό κέρδους τους. Φαίνεται επίσης ότι επειδή οι εξαγωγές της Κίνας μειώνονται, είναι υποχρεωμένη να στραφεί στην εσωτερική αγορά. Αλλά πρέπει να δημιουργήσει συνθήκες ζήτησης, άρα να αυξάνει τους μισθούς και το νόμισμά της. Αλλά έτσι χάνει διεθνώς το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις εξαγωγές εμπορευμάτων, επομένως και στη συμβολή τους στην ανάπτυξή της. Φαίνεται επίσης να έχει συμβολή στην τάση φυγής κεφαλαίων, όπως λένε πρόσφατα δημοσιεύματα, η κάμψη στην οικονομία της Κίνας. Ολ' αυτά σε τίποτα δεν αλλάζουν τη βαθιά καπιταλιστική διεθνοποίηση, άρα και την αλληλεξάρτηση των ξεχωριστών καπιταλιστικών οικονομιών, και δε θα την αλλάξουν. Αλλά οι ανταγωνισμοί θα οξυνθούν. Ταυτόχρονα εμφανίζεται πιο έντονη η τάση για επενδύσεις στην εσωτερική αγορά κάθε καπιταλιστικής οικονομίας, για να οδηγηθεί σε ανάκαμψη.
Από τα παραπάνω παραδείγματα και των ΗΠΑ και της Κίνας, οι εργαζόμενοι να βγάλουν χρήσιμα συμπεράσματα για την αστική πολιτική διαχείρισης της κρίσης. Αποκαλύπτεται ότι ο παράγοντας «ανταγωνιστικότητα» και η προπαγάνδα που αναπτύσσεται πάνω σ' αυτόν ως πανάκεια για την καπιταλιστική ανάπτυξη έχει όρια και τα όρια είναι η εξίσωσή της στις διαφορετικές καπιταλιστικές οικονομίες, που καταρρίπτουν το μύθο του πλεονεκτήματός της αλλά και τη συνταγή για «εξωστρεφή ανάπτυξη».
Επίσης, ακόμη και προσωρινά να υπάρξει ανάκαμψη, οι ίδιοι δε θα έχουν κανένα όφελος. Από τα δημοσιεύματα γίνεται καθαρό ότι η ανταγωνιστικότητα δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τους μισθούς που εξισώνονται προς τα κάτω, αυτό γίνεται και στις ΗΠΑ, αλλά και από άλλους παράγοντες, όπως η παραγωγικότητα της εργασίας, την οποία αυξάνει ο εκσυγχρονισμός των μέσων παραγωγής, όπως επίσης το κόστος της ενέργειας, των μεταφορών, των πρώτων υλών, που επίσης έχει σχέση με την παραγωγικότητα της εργασίας. Πρόσφατα δημοσιεύματα μιλούν για μελέτη σύμφωνα με την οποία θα υπάρξει απώλεια 3,7 -ως το 2020- εκατομμυρίων θέσεων εργασίας σε ΗΠΑ-ΕΕ και ως βασική αιτία αναφέρεται η αυτοματοποίηση της παραγωγής με την ανάπτυξη της τεχνολογίας της πληροφορίας. Ετσι μπορούν να παράγουν περισσότερα εμπορεύματα και υπηρεσίες στη μονάδα του χρόνου (αυτό είναι η άνοδος της παραγωγικότητας) και να πετούν στην ανεργία τους εργαζόμενους, αφού με τα νέα σύγχρονα μέσα παραγωγής μπορούν να παράγουν περισσότερο με λιγότερους εργαζόμενους, ενώ αυξάνεται στο έπακρο και ο βαθμός εκμετάλλευσης.
***
Η τάση για επιστροφή κεφαλαίων, που είχαν εξαχθεί, στο εσωτερικό κρατών δεν αντιμετωπίζει την ανεργία, ακριβώς λόγω παραγωγικότητας της εργασίας. Ταυτόχρονα η κίνηση κεφαλαίων από χώρα σε χώρα αποκαλύπτει ότι οι καπιταλιστές επενδύουν εκεί που θα βγάλουν το μέγιστο κέρδος. Γεγονός που καταρρίπτει το επιχείρημα των κομμάτων της διαχείρισης ότι και οι επενδύσεις ξένων κεφαλαίων, όπως επίσης και των εγχωρίων, θα φέρουν διαρκή οικονομική ανάπτυξη. Και στην Κίνα και στις άλλες καπιταλιστικές οικονομίες της Ασίας αυτό έγινε, αλλά τώρα οδεύουν σε κάμψη ή και κρίση, όπως και το 1998.
Επομένως γίνεται φανερό πως η οικονομική καπιταλιστική κρίση διεθνώς δείχνει τις αξεπέραστες αντιφάσεις και τα ξεπερασμένα όρια του καπιταλισμού. Η εργατική τάξη, οι λαοί, δεν έχουν άλλο δρόμο από την πάλη για την ανατροπή του. Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, είναι μονόδρομος. Ο σοσιαλισμός ξεπροβάλλει ως μοναδική διέξοδος, και είναι επίκαιρος και ρεαλιστικός.