Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013

Το κράτος εγκαταλείπει και παραμελεί τις οικογένειες

 

Γονείς πάμφτωχοι, με σοβαρά προβλήματα υγείας, κοινωνικά αποκλεισμένοι και ευάλωτοι αφήνονται στην τύχη τους

 

Παιδιά στην Αθήνα που τρέφονται από συσσίτια

Δεν είναι όλες οι οικογένειες «χαμένη υπόθεση». Κατά κύριο λόγο είναι οικογένειες ευάλωτες, που χρειάζονται στήριξη: Πάμφτωχοι γονείς χωρίς στέγη και ένα πιάτο φαγητό, μονογονεϊκές οικογένειες, πολύτεκνες, χωρίς δουλειά, εξαρτημένοι γονείς, γονείς παιδιών με σοβαρές ασθένειες που δεν μπορούν να προσφέρουν στο παιδί τους τα απαραίτητα για την επιβίωσή του. Ομως, το καπιταλιστικό κράτος, όχι μόνο δεν προσφέρει ολόπλευρη στήριξη, όχι μόνο δεν εξαντλεί όλα τα περιθώρια ώστε να μη χωριστούν τα παιδιά από τους γονείς, αντίθετα εμπορευματοποιεί όλες τις ανθρώπινες ανάγκες: Στέγη, τροφή, ρεύμα, θέρμανση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, υπηρεσίες ψυχικής υγείας, πρόληψη.

Τα αφήνουν προτού γεννηθούν...

Στα μαιευτήρια της χώρας, πολλές γυναίκες πάνε αποφασισμένες να αφήσουν εκεί το παιδί τους μόλις γεννηθεί. Ξέρουν πως δεν έχουν καμιά ελπίδα να καταφέρουν να το μεγαλώσουν. Στο τμήμα Νεογνών του μαιευτηρίου «Ελενα», αυτή τη στιγμή φιλοξενούνται 14 νεογνά και βρέφη. Κατά μέσο όρο, στο συγκεκριμένο μαιευτήριο βρίσκονται πάντα 12 - 14 εγκαταλειμμένα νεογνά και βρέφη και παραμένουν εκεί για 5 - 7 μήνες μέχρι να δοθούν για υιοθεσία, αναδοχή ή να μεταφερθούν στις δομές του Κέντρου Προστασίας Παιδιού «Μητέρα» ή του Αναρρωτηρίου Πεντέλης. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις παιδιών που έμειναν στο «Ελενα» έναν ολόκληρο χρόνο και γιόρτασαν τα πρώτα τους γενέθλια με το προσωπικό. Επίσης, τα τελευταία χρόνια στο «Ελενα» μεταφέρονται και εγκαταλειμμένα βρέφη από το μαιευτήριο «Αλεξάνδρα».

Στην πλειοψηφία τους, είναι υγιή παιδιά, τόσο Ελλήνων, όσο και μεταναστών. Οι κυριότεροι λόγοι που οι μητέρες τα εγκαταλείπουν στο μαιευτήριο είναι η ακραία φτώχεια, η τοξικοεξάρτηση, ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα. «Υπάρχουν μάνες που μένουν στο δρόμο, που δεν έχουν ούτε ένα πιάτο φαΐ ή που είναι εξαρτημένες από αλκοόλ, ναρκωτικά κ.λπ. Αλλες υπογράφουν πριν γεννήσουν ότι δεν θα κρατήσουν το μωρό, άλλες φεύγουν κρυφά και λιγότερες το αφήνουν κάποιους μήνες κι επιστρέφουν για να το πάρουν», σημειώνουν οι εργαζόμενοι.

Οσο περνούν οι μήνες, τα μωρά αρχίζουν να έχουν μεγαλύτερες ανάγκες, περιγράφουν υγειονομικοί του «Ελενα» και του «Αλεξάνδρα»: «Μας κοιτάνε και βλέπουν διαφορετικές φιγούρες κάθε μέρα, σε κάθε βάρδια. Θέλουν αγκαλίτσες, παιχνίδια και χάδια. Εχουν άλλες διατροφικές ανάγκες, δεν πίνουν πια μόνο γάλα. Εμείς τους προσφέρουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε, τα πάμε καμιά βόλτα στους διαδρόμους, αλλά δεν υπάρχει χρόνος. Ούτε είναι οικογένεια αυτό. Τα παιδιά χρειάζονται οικογένεια».

Καταστρέφονται οικονομικά για θεραπείες του παιδιού

Ορισμένα από τα παιδιά που φιλοξενούνται στα Παιδιατρικά Νοσοκομεία έχουν κάποιο σοβαρό νόσημα και οι γονείς τους τα αφήνουν στα νοσοκομεία μόλις διαγνωστεί το πρόβλημα.

«Σοκάρεται ο γονιός, σκέφτεται: δεν έχω τα μέσα να ζήσω εγώ, θα ζήσω και το παιδί; Το αφήνει ελπίζοντας ότι θα είναι καλύτερα», λέει στον «Ριζοσπάστη» η Ολγα Σιάντου, νοσηλεύτρια στο Παίδων «Η Αγία Σοφία» και στέλεχος του ΠΑΜΕ Υγείας - Πρόνοιας.

«Βλέπουμε οικογένειες που έχουν καταστραφεί οικονομικά για να μπορέσει το παιδί τους που έχει ένα ανίατο νόσημα είτε να επιβιώσει, είτε να έχει μια καλή ποιότητα ζωής. Δεν ενισχύονται από το κράτος και ό,τι πάρουν από τα ασφαλιστικά Ταμεία είναι λίγα και με μεγάλη καθυστέρηση. Ομως όταν ο άλλος δεν έχει καν δουλειά πώς θα στηρίξει αυτό το παιδί; Δεν υπάρχει καμία κρατική φροντίδα, υποδομές, το κατάλληλο προσωπικό, δωρεάν για όλους θεραπείες και ειδική διατροφή. Δεν επαρκούν οι ψυχολόγοι για να στηρίξουν τους γονείς, να τους βοηθήσουν να αποδεχτούν το πρόβλημα του παιδιού και να πορευτούν», συμπληρώνει.

Ο Γερ. Κολαΐτης αναφέρεται σε μελέτη (διδακτορική διατριβή της Βασιλικής Ντρε, ψυχιατρικής νοσηλεύτριας και επισκέπτριας Υγείας) της Πανεπιστημιακής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής: «Σχεδόν 3 στις 4 οικογένειες παιδιών με διαταραχές του φάσματος του αυτισμού ξοδεύουν περισσότερα από 800 ευρώ μηνιαίως μόνο για τη θεραπευτική αντιμετώπιση του προβλήματος του παιδιού τους. Ούτε τα μισά δεν καλύπτονται από ασφαλιστικά ταμεία».

Οι οικογένειες αφήνονται κυριολεκτικά στην τύχη τους να αντιμετωπίσουν τα πολλαπλά προβλήματα που προκύπτουν. Για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία - ιδιαίτερα οι γυναίκες - δύσκολα τα φέρνουν βόλτα με το μεγάλωμα των παιδιών, αφού συχνά δουλεύουν απογευματινές και βραδινές βάρδιες. Η έλλειψη του προσωπικού στα δημόσια νοσοκομεία όπως και η ανεπάρκεια δημόσιων δομών δημιουργικής απασχόλησης των παιδιών κάνει πιο δύσκολη την κατάσταση.

«Εχουμε συναδέλφους που ο ένας γονιός ζει στην Αθήνα και ο άλλος στα Γιάννενα. Ακόμη και συναδέλφους με ανάπηρα παιδιά, τα οποία μεγαλώνουν μόνο με τους πατεράδες τους σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία και αλλού. Κι όμως, το κράτος δεν φροντίζει να μεταθέσει αυτές τις μάνες σε νοσοκομεία ή άλλες δομές Υγείας κοντά στα παιδιά τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ποιος παραμελεί; Ποιος εγκαταλείπει; Οι γονείς ή το κράτος;», αναφέρει ενδεικτικά η Ολ. Σιάντου.

Πρόληψη και στήριξη

Ολοι οι εργαζόμενοι τονίζουν πως τα παιδιά πρέπει να μεγαλώνουν σε μια οικογένεια, η τελευταία λύση να είναι τα ιδρύματα και σε καμία περίπτωση μέσα στα νοσοκομεία και στα μαιευτήρια.

«Η πρόληψη είναι το καλύτερο πράγμα. Δεν είναι όλες οι οικογένειες ανίκανες να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Συνήθως είναι πολυπροβληματικές οικογένειες: Φτωχές, με ανεργία, ψυχική αρρώστια στο γονιό, χρήση ουσιών ή μονογονεϊκές οικογένειες. Αλλά πρέπει να γίνεται προσπάθεια, να εξαντλούμε όλα τα περιθώρια ώστε οι πιο ευάλωτες, αυτές που έχουν μεγαλύτερες ανάγκες να υποστηρίζονται από κοινωνικές υπηρεσίες, υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας ενηλίκων και ανηλίκων. Οι επιστήμονες του χώρου μας (παιδοψυχίατροι, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, επισκέπτες υγείας) και ιδιαίτερα εκείνοι που εργάζονται σε υπηρεσίες στην κοινότητα δεν πρέπει να περιμένουν την οικογένεια να απευθυνθεί στις υπηρεσίες τους. Η εργασία μας είναι κυρίως η διάγνωση και θεραπεία, αλλά χρειάζεται επίσης να κάνουμε προγράμματα πρόληψης και προαγωγής ψυχοκοινωνικής υγείας, να βοηθήσουμε τις πιο αδύναμες οικογένειες, τους γονείς στο ρόλο τους», υπογραμμίζει ο Γερ. Κολαΐτης.

Απαιτείται, δηλαδή, η ανάπτυξη ενός δημόσιου δικτύου κοινωνικών υπηρεσιών, δομών ψυχικής υγείας και δημιουργικής απασχόλησης των παιδιών, αλλά και πολιτικές στήριξης των μακροχρόνια ανέργων, των άστεγων οικογενειών, των γονιών που θέλουν να απεξαρτηθούν από ουσίες. Μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού όλων των ειδικοτήτων, για να μπορέσουν να αναπτυχθούν τα διάφορα κέντρα και υπηρεσίες με βάση τις ανάγκες στήριξης αυτών των παιδιών, των λαϊκών οικογενειών, ώστε να συμβάλουν ουσιαστικά στην ολόπλευρη ψυχοσωματική ανάπτυξη των παιδιών.

Στις περιπτώσεις που η οικογένεια είναι αδύνατον ή και επικίνδυνο να μεγαλώσει το παιδί, θα πρέπει να βρίσκεται μια θετή ή ανάδοχη οικογένεια. Χρειάζεται η στελέχωση των κοινωνικών υπηρεσιών, ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν οι δημόσιες υιοθεσίες στην προοπτική κατάργησης των ιδιωτικών που αφήνουν περιθώρια για την εμπορία παιδιών.