Η επίσημη έναρξη τη συζήτησης γύρω από τους τρόπους «ελάφρυνσης» του ελληνικού κρατικού χρέους δόθηκε στη χτεσινή συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (συμβούλιο Γιούρογκρουπ). Παράλληλα, ο υπουργός Γ. Στουρνάρας παρουσίασε το λεγόμενο «εθνικό αναπτυξιακό πρότυπο», που αφορά τους σχεδιασμούς της συγκυβέρνησης για την ανάκαμψη της κερδοφορίας ισχυρών επιχειρήσεων, σε επιλεγμένους κλάδους και τομείς της οικονομίας και της παραγωγής.
«Το ζήτημα του ελληνικού χρέους θα εξεταστεί στο πλαίσιο της επόμενης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος από την τρόικα μετά το καλοκαίρι», δήλωσε ο επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, Γ. Ντάισελμπλουμ, διευκρινίζοντας πως «δεν είναι σοφό να προσπαθήσει κανείς να εκβιάσει αποφάσεις». Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης αποφάσισαν να πάρουν υπόψη τη δέσμευση του Νοέμβρη 2012 για «μέτρα επίτευξης βιωσιμότητας του χρέους», σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των διαγνωστικών ελέγχων στις ελληνικές τράπεζες. Ο επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, μετά τη λήξη της χτεσινής συνεδρίασης, ανέφερε πως η ελληνική πλευρά παρουσίασε την «αναπτυξιακή της στρατηγική», ένα πρόγραμμα που «θα βοηθήσει την Ελλάδα να περάσει από τη σταθεροποίηση στη βιώσιμη ανάπτυξη», συμπληρώνοντας πως ένα δεύτερο, πιο λεπτομερές σχέδιο θα έρθει για συζήτηση σε επόμενη συνεδρίαση.
Τα σχετικά παζάρια και οι κόντρες μέσα στους κόλπους της ΕΕ, αλλά και με την πλευρά του ΔΝΤ, αφορούν στο μεταξύ τους επιμερισμό της χασούρας. Σε αυτό το πλαίσιο, το ΔΝΤ ανεβάζει ακόμη περισσότερο τις απαιτήσεις για τη «βιωσιμότητα του χρέους», επιχειρώντας να μετακυλίσει το «βάρος» στα κράτη της ΕΕ, στα οποία κατά κύριο λόγο έχουν περιέλθει οι απαιτήσεις για την αποπληρωμή του. Σύμφωνα με πληροφορίες, η έκθεση του ΔΝΤ, η δημοσιοποίηση της οποίας αναμένεται στο προσεχές διάστημα, ανεβάζει το κρατικό χρέος στο 130% του ΑΕΠ για το έτος 2030, δέκα ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τις εκτιμήσεις της Κομισιόν. Αυτή η εξέλιξη «δείχνει» στην κατεύθυνση «κουρέματος» στα διακρατικά δάνεια που έχουν συναφθεί από την ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, ΕΕ και ΔΝΤ βρίσκονται σε διαδικασία αναζήτησης ενός ακόμη πρόσκαιρου συμβιβασμού, ενώ η λεγόμενη «οριστική λύση» τοποθετείται για τα επόμενα χρόνια, ενδεχομένως και μετά το 2016.
Η κυβέρνηση
Η συγκυβέρνηση, από την πλευρά της, προσέρχεται με αντιλαϊκού ατού στα χέρια της τα πρωτογενή πλεονάσματα και την πρόταση για τη χρονική επιμήκυνση, σε ορίζοντα πολλών δεκαετιών, του χρόνου αποπληρωμής. Σε συνδυασμό με το προηγούμενο, βάζει στο τραπέζι και την πρόταση για τη μείωση των δανείων. Ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας δήλωσε σχετικά ότι «αυτό που χρειαζόμαστε είναι να μειώσουμε τις ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες», διαβεβαιώνοντας ότι «δεν θέλουμε να προκαλέσουμε ζημίες στους εταίρους μας. Θέλουμε μια αμοιβαία επωφελή λύση».
Ειδικότερα, και σύμφωνα με τις πληροφορίες, η λύση της «διευθέτησης» αφορά στα παρακάτω:
- Επιμήκυνση στα 50 χρόνια ή και σε ακόμη περισσότερα, αφορά στα δάνεια που έχουν χορηγηθεί από την ΕΕ, συνολικού ύψους 193 δισ. ευρώ. Περίπου 53 δισ. ευρώ έχουν χορηγηθεί από την Ευρωζώνη και τα υπόλοιπα 140 από το μηχανισμό στήριξης (EFSF).
- Επιτόκια: Τα διακρατικά δάνεια από την ΕΕ έχουν συναφθεί σε κυμαινόμενο επιτόκιο, συγκεκριμένα με βάση το διατραπεζικό επιτόκιο του ευρώ πλέον ενός περιθωρίου 0,5%. Οι εκτιμήσεις για τα επόμενα χρόνια, ενόψει των διαφαινόμενων ρυθμών ανάκαμψης, κάνουν λόγο για αύξηση των διατραπεζικών επιτοκίων, σε μια εξέλιξη που θα επιβαρύνει το κόστος της αποπληρωμής. Σε αυτό το πλαίσιο θα εξεταστούν οι διάφορες «εναλλακτικές λύσεις» και τα σενάρια.
- Εξετάζεται να δοθεί η λεγόμενη «περίοδος χάριτος», δηλαδή η έναρξη της αποπληρωμής των διακρατικών δανείων προς την ΕΕ, μετά από μια περίοδο 10 ή και περισσοτέρων ετών.
Σήμερα Τρίτη, συνεδριάζουν οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ (συμβούλιο ΕΚΟΦΙΝ), όπου αναμένεται να εγκριθούν τα συμπεράσματα της Κομισιόν, σχετικά με τις μακροοικονομικές ανισορροπίες που διαγνώστηκαν σε 14 κράτη - μέλη (Βέλγιο, Βουλγαρία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ισπανία, Γαλλία, Κροατία, Ιταλία, Ουγγαρία, Ολλανδία, Σλοβενία, Φινλανδία, Σουηδία και Μ. Βρετανία). Πρόκειται για τις διαδικασίες της «ενισχυμένης δημοσιονομικής εποπτείας», που ισχύουν για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη της ΕΕ.