Η Εκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) για την πρόσφατη πρόταση νόμου του ΚΚΕ«Επαναφορά κατώτερου μισθού, ρυθμίσεις για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και κατάργηση αντεργατικών διατάξεων» και τα οικονομικά αποτελέσματα που θα προκληθούν από τυχόν εφαρμογή της, στον κρατικό προϋπολογισμό και στους προϋπολογισμούς των ασφαλιστικών ταμείων, δεν είναι απλά ένα άλλοθι για να μην τεθεί προς συζήτηση στη Βουλή. Είναι ταυτόχρονα ένα μνημείο υποκρισίας και αντεργατικής λογικής.
Το ΓΛΚ χρησιμοποιεί δύο μέτρα και δύο σταθμά. Οταν πρόκειται να δείξει το κόστος που επιφέρει η πρόταση του Κόμματος στον κρατικό προϋπολογισμό και στα Ταμεία από την επαναφορά της 13ης και 14ης σύνταξης προς τους συνταξιούχους και την αύξηση του επιδόματος ανεργίας, σπεύδει να υπολογίσει το ύψος της δαπάνης. Οταν όμως πρόκειται για την πρόταση του Κόμματος για την αύξηση των κατώτερων μισθών, η οποία θα επιφέρει εκ των πραγμάτων αύξηση των εσόδων των ασφαλιστικών Ταμείων, αλλά και αύξηση των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού από τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, μετατρέπεται σε σφίγγα.
Γράφει η Εκθεση του ΓΛΚ: «Αναφορικά με τις ρυθμίσεις που ορίζουν την αύξηση του κατώτατου μηνιαίου μισθού, τα άμεσα οικονομικά αποτελέσματα, και με την προϋπόθεση ότι ο αριθμός των απασχολουμένων και των επιδοτούμενων ανέργων παραμείνει σταθερός, είναι: Ετήσια αύξηση των εσόδων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (κατά βάση ΙΚΑ - ΕΤΑΜ), από τον υπολογισμό των καταβαλλόμενων εισφορών σε υψηλότερη βάση. Εκτίμηση για την αύξηση αυτή δεν μπορεί να γίνει, γιατί δεν είναι γνωστός ο αριθμός των απασχολούμενων που θα επηρεάσει η αναπροσαρμογή του κατώτατου ημερομισθίου. Ετήσια αύξηση εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού από άμεσους και έμμεσους φόρους, λόγω της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης».
Είναι μάλλον περιττό να υποδείξουμε στο ΓΛΚ και στην κυβέρνηση ότι η αποτίμηση του οφέλους στον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και στο ΙΚΑ, είναι πέρα για πέρα εφικτή, αφού ο αριθμός των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτερο μισθό είναι γνωστός και καταγεγραμμένος στις καταστάσεις του ΙΚΑ. Αρα, τα πρόσθετα έσοδα μπορούν να υπολογιστούν.
***
Ομως η πρόταση του ΚΚΕ απορρίπτεται όχι για «λογιστικούς» λόγους, αλλά για καθαρά πολιτικούς λόγους στήριξης των επιχειρηματιών. Η πρότασή του πάει κόντρα στην ασκούμενη πολιτική που εξασφάλισε πρόσθετα κέρδη στους καπιταλιστές με τη μείωση των κατώτερων μισθών κατά 22% και 32%. Αυτό δε δέχεται η κυβέρνηση, δηλαδή τη μείωση των κερδών. Με αυτό διαφωνεί κάθετα και οριζόντια. Γι' αυτό άλλωστε απορρίπτει και τις διατάξεις της πρότασης νόμου που καταργούν όλες τις μορφές ευέλικτης απασχόλησης. Τα συμφέροντα των καπιταλιστών υπερασπίζεται η κυβέρνηση, γι' αυτά κόπτεται. Με τι δικαιολογία τραβηγμένη από τα μαλλιά; Οτι η αύξηση στον κατώτατο μισθό θα οδηγήσει σε απολύσεις. Αυτό βεβαίως κι αν είναι ψέμα. Με την ίδια λογική έγινε η με πράξη νομοθετικού περιεχομένου μείωση του κατώτατου μισθού. Αλλά οι θέσεις εργασίας δεν αυξήθηκαν. Και πώς να αυξηθούν, όταν οι θέσεις εργασίας εξαρτώνται από την αύξηση της παραγωγής, δηλαδή από την ανάκαμψη της οικονομίας; Πρόσχημα, λοιπόν, η άνοδος της ανεργίας αν αυξηθεί ο κατώτατος μισθός. Επίσης, αντιδρούν στο θεσμό των Συλλογικών Συμβάσεων, γιατί με τις ατομικές και επιχειρησιακές μπορούν οι καπιταλιστές και καθορίζουν οι ίδιοι το ύψος των μισθών, που σε συνδυασμό με την τεράστια ανεργία τους πιέζει κάτω και από τον κατώτατο.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι το τελευταίο δώρο που έδωσε η κυβέρνηση προς τους καπιταλιστές, μειώνοντας κατά 3,9 μονάδες τις εργοδοτικές εισφορές, που τους εξασφάλισαν σε ετήσια βάση κοντά 1 δισ. ευρώ, ο υπουργός Εργασίας το θεμελίωσε πάνω στην «ασφαλή πρόβλεψη», ότι έτσι θα δημιουργηθούν 30.000 νέες θέσεις εργασίας! Αλλά δε δημιουργήθηκε καμιά θέση εργασίας απ' αυτό.
Βέβαια, στην παραπάνω περίπτωση των απαλλαγών προς τις επιχειρήσεις, παρά το ότι το ΙΚΑ και ο ΟΑΕΔ χάνουν ετησίως εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, το εφάρμοσαν. Οταν πρόκειται για τα κέρδη των καπιταλιστών, δεν υπάρχει πρόβλημα για τη «δημοσιονομική ισορροπία» του προϋπολογισμού και τα «ελλείμματα» των Ταμείων. Οταν όμως πρόκειται να δοθεί ένα κατοστάρικο στον άνεργο, για να ταΐσει το παιδί του, τότε ανακαλύπτουν οικονομικούς λιμούς, σεισμούς και καταποντισμούς.
***
Πράγματι, η εφαρμογή της πρότασης νόμου του ΚΚΕ φέρνει αύξηση των δαπανών και του κρατικού προϋπολογισμού και των Ταμείων, πέρα από τα οφέλη στους εργαζόμενους που και αυτά είναι συγκεκριμένα. Το Κόμμα δεν κρύφτηκε ποτέ πίσω από λογιστικές αλχημείες και τερτίπια του τύπου «συμφωνούμε με ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς» που επιβάλλει η ΕΕ, αλλά πρέπει να αντιμετωπίσουμε «την ανθρωπιστική κρίση», δεν υπόσχεται μια καπιταλιστική οικονομία που θα εξασφαλίζει την κερδοφορία των καπιταλιστικών ομίλων και ταυτόχρονα θα βάζει τους «ανθρώπους πάνω από τα κέρδη»! Ξέρει να μιλάει με καθαρές κουβέντες. Η πρότασή του υπηρετεί άμεσα συγκεκριμένες ανάγκες των εργαζομένων. Η ικανοποίηση αυτών των αναγκών είναι ο οδηγός της δράσης του. Εδώ, το ζήτημα δεν είναι αν προκαλείται κόστος στον προϋπολογισμό, αλλά τίνος τα συμφέροντα και ποιες ανάγκες υπηρετεί ο εκάστοτε κρατικός προϋπολογισμός. Για το Κόμμα, κριτήριο της πάλης του αλλά και της δράσης του στη Βουλή είναι τελικά ποια τάξη υπηρετείς. Με ποιόν είσαι. Με τους λίγους ψηλά ή με τους πολλούς και τους «κάτω που υποφέρουν»; Απο εκεί προκύπτει και το πώς διαθέτεις τον προϋπολογισμό. Τι θεωρείς ως «κόστος» και τι ως λαϊκή ανάγκη που πρέπει πάση θυσία να ικανοποιηθεί.
Τέλος, όλη αυτή η ιστορία με την πρόταση νόμου του ΚΚΕ επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά ότι ακόμα και προτάσεις που αφορούν την κάλυψη κάποιων στοιχειωδών αναγκών, δε χωράνε μέσα σε αυτή την πολιτική, μέσα σε αυτό το σύστημα. Οτι σήμερα, ακόμα και η πιο μικρή διεκδίκηση πρέπει να συγκρουστεί και να αμφισβητήσει ολόκληρο το καπιταλιστικό πλαίσιο και όχι μόνο μια μορφή διαχείρισής του. Απαιτεί πάλη σε αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.