Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

ΕΥΡΩΖΩΝΗ Με αφορμή τις συζητήσεις περί προώθησης θεσμικών μέτρων ενίσχυσής της


Αγκελα Μέρκελ - Φρανσουά Ολάντ
Αγκελα Μέρκελ - Φρανσουά Ολάντ
Το ρεπορτάζ το οποίο αναπαρήγαγαν τα αστικά ΜΜΕ από το ΑΠΕ, ξεκινούσε ως εξής: «Ενα μυστικό σχέδιο της Γαλλίας και της Γερμανίας, το οποίο προβλέπει πιο στενό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών των χωρών - μελών της Ευρωζώνης, αλλά και αλλαγές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποκαλύπτει η γερμανική εφημερίδα "Die Zeit"». Τι ήταν αυτό; Σε ένα «μυστικό έγγραφο», που συνέταξαν η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, αναφέρεται ότι οι χώρες - μέλη της Ευρωζώνης θα πρέπει να είναι πολύ περισσότερο αλληλοσυνδεδεμένες σε πολιτικό επίπεδο.

Οι επιδιώξεις εμβάθυνσης

Δεν είναι πρώτη φορά που γίνονται συζητήσεις σε διάφορα επιτελεία για την πορεία της καπιταλιστικής Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και για το αν αρκούν οι Συνθήκες πάνω στις οποίες συγκροτήθηκε και λειτουργεί. Η υπόθεση «κοινές πολιτικές» ξεκινά ακόμη από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το θεμέλιο της ΕΕ, η οποία προέβλεπε το επόμενο βήμα, το θεμέλιο της Ευρωζώνης, δηλαδή την Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ) και το κοινό νόμισμα το ευρώ. Μάλιστα, ως βάση λειτουργίας του ευρώ τέθηκαν και τα κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας, δηλαδή το όριο 3% του ΑΕΠ για τα δημοσιονομικά ελλείμματα και 60% του ΑΕΠ για το κρατικό χρέος, για κάθε κράτος - μέλος, θεωρώντας τα μάλιστα απαραβίαστα και με θεσμοθέτηση τιμωρίας αν παραβιαζόταν.
Η καπιταλιστική πορεία της Ευρωζώνης συνδέεται με την καπιταλιστική πορεία 19 σήμερα κρατών με διαφορετικό επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, άρα και τεράστια ανισομετρία. Τα επιτελεία τόσο της Ευρωζώνης και της ΕΕ, όσο και των κρατών - μελών, αν και γνώριζαν ότι ο βασικός παράγοντας, ο οποίος δημιουργούσε δυσκολίες είναι η ανισομετρία, εντούτοις πάσχιζαν να ανοίξουν δρόμους με κοινές στρατηγικές, (π.χ. ανταγωνιστικότητα), αλλά και με το άνοιγμα συζητήσεων για την ανάγκη εφαρμογής κοινών πολιτικών σε όλους τους κρίκους της οικονομίας (π.χ. η φορολογική πολιτική). Βεβαίως, η ανισόμετρη ανάπτυξη αφενός και αφετέρου το γεγονός ότι μέσα στην ίδια την καπιταλιστική ενοποίηση, ακόμη και στην Ευρωζώνη, συνυπάρχουν οι ανταγωνισμοί των κρατών - μελών που την απαρτίζουν, με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντα των καπιταλιστών τους, τέτοιες κοινές πολιτικές δε στάθηκε δυνατό να θεσμοθετηθούν σε όλους τους κρίκους της οικονομίας. Για παράδειγμα μια αύξηση της φορολογίας στην Ιρλανδία ή στο Λουξεμβούργο θα εμπόδιζε την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Αν και τώρα τελευταία με το Λουξεμβούργο, άνοιξε θέμα να πάψει να είναι «φορολογικός παράδεισος».
Σ' αυτό το πλαίσιο συγκρότησης της ΕΕ και της Ευρωζώνης, υπήρχαν φωνές στα αστικά επιτελεία που επέμεναν στη λογική ενίσχυσης ή εμβάθυνσης όπως έλεγαν της Οικονομικής Ενωσης, αφού η Ευρωζώνη, λένε, είναι μόνον Νομισματική Ενωση. Και «κοινό νόμισμα» χωρίς «κοινή οικονομική πολιτική», δημιουργεί τεράστια προβλήματα. Βεβαίως η «κοινή οικονομική πολιτική» προϋποθέτει κοινή οικονομική βάση, πράγμα που όμως είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί με «ειρηνικό τρόπο». Η συζήτηση για εμβάθυνση δυνάμωσε, εξαιτίας της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης. Κάποιοι, μάλιστα, έφτασαν να υποστηρίζουν τη συγκρότηση της Ευρωζώνης ως ομοσπονδιακό κράτος όπως οι ΗΠΑ. Αλλοι, όπως κατά καιρούς και ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, έχουν πολλές φορές μιλήσει για την ανάγκη διακυβέρνησης της Ευρωζώνης.
Αλλωστε, οι Συνθήκες προέβλεπαν βήματα πολιτικής ενοποίησης, αλλά ελάχιστα προχώρησαν. Ούτε η Σύνοδος της Νίκαιας το 2000 με πυρήνα τον τρόπο λήψης των αποφάσεων το κατάφερε, ούτε η Συνθήκη της Λισαβόνας, (Ευρωσύνταγμα).

Αντιφατική πορεία

Η πορεία και η εξέλιξη της Ευρωζώνης και της ΕΕ, είναι μια πορεία αντιφατική. Από τη μια μεριά, στο πλαίσιο της ολοένα εντεινόμενης καπιταλιστικής διεθνοποίησης ως «διακρατική ένωση» πασχίζει να «παίξει» ενιαία στους διεθνείς ανταγωνισμούς σε όφελος των μονοπωλίων των κρατών - μελών της, από την άλλη υπάρχουν και τα ιδιαίτερα συμφέροντα των μονοπωλίων των ξεχωριστών κρατών - μελών της που ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Η καπιταλιστική οικονομική κρίση φαίνεται ότι εντείνει τις συζητήσεις στο εσωτερικό της για το μέλλον της.
Η διαχείριση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης σε επίπεδο Ευρωζώνης αποδείχτηκε μια σύνθετη και αντιφατική υπόθεση ακριβώς γιατί αφορά καπιταλιστικές οικονομίες με διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης. Για την αντιμετώπισή της εστίασαν στην αυστηρή τήρηση των κριτηρίων του Συμφώνου Σταθερότητας. Επειδή, όμως, ούτε τα ελλείμματα, ούτε τα χρέη ήταν στο ίδιο επίπεδο, τέτοια ενιαία πολιτική εφαρμόστηκε με κριτήριο την οικονομική και πολιτική ισχύ των ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών στις ασθενέστερες. Από την πολιτική αυστηροποίησης ή χαλάρωσης έχαναν οι μεν και κέρδιζαν οι δε. Σε γενικές γραμμές επικράτησε η λεγόμενη αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, με στόχο τον έλεγχο του χρέους και των ελλειμμάτων, ώστε να προωθείται η αναγκαία στήριξη πολιτικής για αυτό το σκοπό με τα διάφορα και διαφορετικά ανά χώρα προγράμματα. Επιδίωξη η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, δηλαδή η δημιουργία συνθηκών αύξησης του ποσοστού κέρδους ώστε να αντεπεξέλθει, (σ' αυτό που πραγματικά πάσχιζαν), στην καπιταλιστική ανάκαμψη από την κρίση υπερσυσσώρευσης. Αν και η πολιτική εσωτερικής υποτίμησης που ακολουθήθηκε, ιδιαίτερα σε υπερχρεωμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Κύπρος, διαμόρφωσε προϋποθέσεις μέσα από το φθήνεμα της εργατικής δύναμης για θωράκιση της ανταγωνιστικότητας, εντούτοις η συνέχιση αυτής της περιοριστικής πολιτικής, που στο σκέλος της μείωσης μισθών, συντάξεων, μεγάλης φορολογίας, εμπόδιζε την αύξηση της ζήτησης, άρα έγινε εμπόδιο στη στήριξη απ' την πλευρά των αστικών κρατών στα αναγκαία επενδυτικά σχέδια που θα τροφοδοτούσαν την ανάκαμψη. Επίσης, η μεγάλη φορολογία και οι δραστικές περικοπές του κρατικού προϋπολογισμού, ώστε να μπουν λεφτά στα κρατικά ταμεία για επενδύσεις δεν έφεραν ανάλογο αποτέλεσμα, (το κεφάλαιο θέλει μείωση φορολογίας και κρατικό χρήμα για να επενδύσει αλλά αυτό πάει στην αποπληρωμή χρέους). Βεβαίως, το σοβαρότερο πρόβλημα της Ευρωζώνης δεν αφορά τόσο αυτές τις χώρες όσο τη Γαλλία και την Ιταλία που είναι μεγάλες καπιταλιστικές οικονομίες, έχουν μεγάλο κρατικό χρέος και κατά τη διάρκεια της κρίσης, η απόσταση των οικονομικών τους από τη Γερμανία μεγάλωνε προς τα πίσω. Τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ ήρθαν ακριβώς για να απαντήσουν σε αυτήν την ανάγκη.
Οι οικονομικές προβλέψεις για επιβράδυνση σε ΗΠΑ, Κίνα αλλά και Γερμανία κάνουν το τοπίο πολύ δυσοίωνο για τις προοπτικές της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Φαίνεται λοιπόν ότι με τα όσα αναγκαία θεσμικά μέτρα συζητούν τώρα να πάρουν στην Ευρωζώνη για την όσο το δυνατό ενιαία λειτουργία της σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, αφενός θέλουν να δρουν προληπτικά ως προς το χρέος και τα ελλείμματα, θωρακίζοντας την οικονομία τους γενικότερα, το κεφάλαιο δηλαδή στο πλαίσιο της διαχείρισης μιας οικονομικής κρίσης.
Αυτά τα θεσμικά μέτρα δεν αποκλείεται να «βαφτιστούν» και ενίσχυση της δημοκρατίας. Να θυμίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή την υπόθεση ελέγχου της τρόικας, πρόβαλε την ανάγκη αναζήτησης τέτοιων θεσμικών μέτρων, ενώ ο Γ. Βαρουφάκης πρόβαλε την ανάγκη ενιαίας οικονομικής πολιτικής, (υπάρχει έλλειμμα σ' αυτό, έχει πει), και ανάλογες θεσμικές αλλαγές στη λειτουργία της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αναφέροντας ως παράδειγμα την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ. Μάλιστα σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσουν και την άποψή τους για «ευρωπαϊκή αντιμετώπιση του χρέους», αλλά και της ανάπτυξης.

Για ποιες αλλαγές;

Σύμφωνα με πληροφορίες που διέρρευσαν στον Τύπο, στο έγγραφο αναφέρονται μια σειρά από αλλαγές μεταξύ των οποίων οι τακτικές Σύνοδοι των κρατών - μελών της Ευρωζώνης. Τα κράτη - μέλη θα πρέπει να ακολουθούν μια αυστηρή πολιτική. Βάσει των προτάσεων της Μέρκελ και του Ολάντ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν), θα θέτει τις βασικές γραμμές της οικονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη, τις οποίες «θα εγκρίνουν κάθε χρόνο σε μια Σύνοδο Κορυφής οι ηγέτες των κρατών - μελών» της.
Προβλέπεται η διεύρυνση του πεδίου δράσης του Γιούρογκρουπ, «περιλαμβανομένης της ισχυροποίησης του προέδρου του και των πόρων που βρίσκονται στη διάθεσή του». Κάποια ρεπορτάζ τον ονομάζουν και «υπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης». Στο Γιούρογκρουπ και στον πρόεδρό του εστιάζουν για την εξασφάλιση εφαρμογής «ενιαίας;» ή «κοινής;» οικονομικής πολιτικής. Οσο γίνεται, αφού το σπέρμα του ανταγωνισμού υπάρχει ακόμη και μέσα στο γαλλογερμανικό άξονα. Βεβαίως, το πρόβλημα θα είναι οξυμένο στα υποδεέστερα καπιταλιστικά κράτη της Ευρωζώνης, (π.χ. Ελλάδα), ενώ συνολικά τη «νύφη» θα πληρώνουν οι λαοί.
Παράλληλα, στόχος είναι η δημιουργία χωριστών δομών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης, με σκοπό να διασφαλιστεί ο δημοκρατικός έλεγχος των νέων εξουσιών. (Η δημοκρατία που λέει ο ΣΥΡΙΖΑ). Το πρόγραμμα θα είναι «υποχρεωτικό» για τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης, αλλά και για τα υποψήφια για ένταξη σ' αυτήν κράτη.
Το σχέδιο, λέει το ρεπορτάζ, θυμίζει το αίτημα του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που στη δεκαετία του 1990 είχε ζητήσει τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πυρήνα.
Το έγγραφο αυτό των τριών σελίδων περιέχει τις προτάσεις που η Γερμανίδα καγκελάριος θα υποβάλει στη Σύνοδο Κορυφής των ηγετών της ΕΕ στα τέλη Ιούνη, κατά τη διάρκεια της οποίας αναμένεται να συζητηθούν οι μεταρρυθμίσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση. H πρόταση Mέρκελ - Oλάντ έχει διαβιβαστεί στον πρόεδρο της Κομισιόν, Γιούνκερ.
Σύμφωνα με την «Ημερησία», 3/6/2015, «το σχέδιο εμβάθυνσης της Eυρωζώνης με τη συγκρότηση οικονομικής διακυβέρνησης, που προωθούν οι Mέρκελ - Oλάντ, από ό,τι φαίνεται ακολουθεί σε γενικές γραμμές τους προβληματισμούς δύο ημιεπίσημων think tank, του Glienicker Gruppe στο Bερολίνο και του Eiffel Group στο Παρίσι, που έδωσαν στη δημοσιότητα τους πρώτους προβληματισμούς τους τον Oκτώβρη του 2013 με τον τίτλο "Προς την Eνωση του Eυρώ;".
Mια ματιά τότε στα κείμενα των δύο ομάδων επιβεβαίωνε ότι ή η Eυρωζώνη θωρακίζεται συνολικά ή έρμαιο οποιουδήποτε ατυχήματος θα κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή με ασύντακτη αποδόμηση - διάλυση.(...) Mπορεί η Eυρωζώνη να έχει περιορίσει τις πιθανότητες μετάδοσης της ελληνικής κρίσης μέσω ορισμένων "firewall", (σ.σ. αντιπυρικό τείχος), όμως δεν πρέπει να υποτιμούμε τον κίνδυνο αλλαγής της νοοτροπίας των αγορών, που δεν θα θεωρούν πλέον τη συμμετοχή στην Eυρωζώνη ως μία μόνιμη και μη αντιστρέψιμη δέσμευση».
Δεν ξέρουμε ακόμη πού και πώς θα καταλήξουν με όλ' αυτά τα νέα θεσμικά μέτρα που συζητούν για την Ευρωζώνη. Πώς ακριβώς θα εφαρμοστούν, τι θα αλλάξει δεν είναι γνωστό. Θα συνεχίσουν με τα κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας; Φαίνεται όμως ότι ο γαλλογερμανικός άξονας, κυρίως η Γερμανία επιδιώκει την παραπέρα ενοποίηση ώστε να «παίζει» στους διεθνείς ανταγωνισμούς ως «ενιαία οικονομία». Και δυνατή, με ελαχιστοποίηση των παραγόντων υπονόμευσής της. Και μάλλον εδώ εστιάζονται και οι ανταγωνισμοί με το ΔΝΤ με αφορμή την Ελλάδα. Ανταγωνισμοί ουσιαστικά μεταξύ ΗΠΑ - Γερμανίας πρώτ' απ' όλα στην Ευρώπη. Για παράδειγμα η υπόθεση της διατλαντικής συμφωνίας για το εμπόριο και τις επενδύσεις (TIPP) φτάνει για να καταλάβουμε αυτές τις παρεμβάσεις.
Βεβαίως, ήδη έχουμε επισημάνει, η πορεία ενοποίησης είναι αντιφατική, αφού ενυπάρχει και δρα ταυτόχρονα ο ανταγωνισμός. Αλλά όποια εξέλιξη και αν υπάρξει, αυτή η θωράκιση που επιδιώκουν στην Ευρωζώνη είναι βαθιά αντεργατική - αντιλαϊκή. Και βεβαίως δεν μπορεί τα απαλλάξει τις οικονομίες των κρατών - μελών της από τις κρίσεις υπερσυσσώρευσης.