Μην παραδοθείς...

Μην παραδοθείς...

Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Υπολογισμοί γύρω από τον αντίκτυπο των γεγονότων της Πολωνίας πάνω στη σοσιαλιστική κοινότητα

 

 

Ο Λεχ Βαλέσα, ηγέτης του συνδικάτου Αλληλεγγύη, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της αντεπανάστασης στην Πολωνία

«Στην πραγματικότητα ο συμβιβασμός του Γκντανσκ ενέχει το σπόρο της διάλυσης του σοβιετικού συστήματος. Βρίσκεται στο μήνυμα ότι η ηγεμονία της Μόσχας στην Ανατολική Ευρώπη μπορεί να αποσυντεθεί και με διάβρωση, όχι μόνο με έκρηξη» («Ντι Τσάιτ», 5 Σεπτέμβρη 1980).

«Σίγουρο, όμως, είναι ότι μόνο μια μόνιμα ανήσυχη Πολωνία θέτει τη στρατιωτική πολιτική του Συμφώνου της Βαρσοβίας σε αμφισβήτηση. Οι ορεινοί όγκοι της Βοημίας, η ΓΛΔ, σαν προπύργιο έχουν μόνο τότε αξία για τους στρατιωτικούς σχεδιαστές του Κρεμλίνου, όταν είναι εξασφαλισμένες οι συνδετικές γραμμές μέσω της Πολωνίας», («Φραγκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ», 22 Αυγούστου 1980).

Ο καινούριος γύρος εξοπλισμών «θα επιβάλει μεγάλα βάρη στις ανατολικές οικονομίες. Κοντά στους εξοπλισμούς, δεν υπάρχει δρόμος που να οδηγεί στην πλούσια προσφορά αγαθών και πολύ περισσότερο στην ευημερία. Η ολιγάρκεια του πληθυσμού, που επιτεύχθηκε με εξαναγκασμό, ήταν μέχρι τώρα ένα συν στους υπολογισμούς της σοβιετικής ηγεσίας. Το πλεονέκτημα μπορεί να γίνει μειονέκτημα, όταν, όπως στην Πολωνία, εξαντληθεί η υπομονή» («Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», 21 Σεπτέμβρη 1980).

Αν στην Πολωνία αναπτύχθηκε μια μεγάλη δυσαρέσκεια των εργατών και αυτό αξιοποιήθηκε από την αντεπανάσταση, ουσιαστικό ρόλο έπαιξαν σοβαρά λάθη του κόμματος και της κυβέρνησης στην οικονομική πολιτική. Δεν πρέπει όμως εδώ παρ' όλες τις τωρινές οικονομικές δυσκολίες της Πολωνίας να παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι στο σύνολό του ο απολογισμός της οικονομικής εξέλιξης στην Πολωνία είναι πολύ θετικός. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα και για την τελευταία δεκαετία. Σ' αυτό το χρονικό διάστημα υπερδιπλασιάστηκε, για παράδειγμα, η βιομηχανική παραγωγή. Χτίστηκαν ή εκσυγχρονίστηκαν εκατοντάδες μεγάλα εργοστάσια, εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν. Οι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν πάνω από 50%. Οι κρατικές κοινωνικές παροχές σχεδόν τετραπλασιάστηκαν κλπ.

Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η εξέλιξη συνοδεύτηκε από σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, που εκδηλώνονται κύρια μ' ένα αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα σε μια ραγδαία αυξημένη αγοραστική δύναμη των μαζών και μια μη αντίστοιχη ανάπτυξη της προσφοράς αγαθών. Συνέπεια είναι, παρ' όλη την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, φαινόμενα έλλειψης, ουρές αγοραστών, δυσαρέσκεια των εργαζομένων.

Το γεγονός ότι στην Πολωνία αναπτύχθηκε ένα αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα στην αγοραστική δύναμη και την κάλυψή της με αγαθά, σημαίνει ότι στην πρακτική οικονομική πολιτική - αδιάφορο για ποιους λόγους - παραβιάστηκαν αντικειμενικές οικονομικές προϋποθέσεις. Ο μαρξισμός ξεκινάει απ' τη θέση ότι στη βάση της παραγωγής και της ανταλλαγής υλικών αγαθών υπάρχουν κάτω από οποιεσδήποτε κοινωνικές συνθήκες αντικειμενικές νομοτέλειες. Αυτές οι νομοτέλειες μπορούν στο σοσιαλισμό να χρησιμοποιηθούν συνειδητά προς όφελος της κοινωνίας. Η παράβλεψή τους, όμως, έχει σαν συνέπεια να εκδηλώνονται - το ίδιο όπως και στους προηγούμενους τρόπους παραγωγής - με μεγαλύτερη ή μικρότερη ζημιά για την κοινωνία. Στους αντικειμενικούς οικονομικούς νόμους του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής ανήκει και ο νόμος της προγραμματισμένης αναλογικής ανάπτυξης της οικονομίας κι αυτή περιλαμβάνει την αναγκαιότητα μιας προγραμματισμένης αναλογικής ανάπτυξης της αγοραστικής δύναμης των μαζών από τη μια και της προσφοράς αγαθών που απαιτείται για την κάλυψή της από την άλλη.

Και παραπέρα: Για να επιταχυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης της βιομηχανίας και του βιοτικού επιπέδου έγιναν στο πρώτο μισό της δεκαετίας του '70 τεράστιες επενδύσεις, που χρηματοδοτήθηκαν εν μέρει με τη χορήγηση μεγάλων πιστώσεων από καπιταλιστικές χώρες. Λόγω της κυκλικής πτώσης της παραγωγής και αργότερα της χαλαρής ανάπτυξης στις καπιταλιστικές χώρες, οι αγορές αυτών των χωρών έκλειναν όλο και περισσότερο για τα πολωνικά προϊόντα. Κοντά σ' αυτό έγιναν τεράστιες αυξήσεις τιμών στην παγκόσμια αγορά πάνω στις σπουδαιότερες πρώτες ύλες και αυξήσεις τόκων για ήδη χορηγούμενες πιστώσεις. Για να μπορέσουν να συγκρατήσουν το τεράστιο χρέος προς τις καπιταλιστικές χώρες (σήμερα περισσότερο από 20 δισ. δολάρια) και για να εκπληρώσουν τις ληξιπρόθεσμες οικονομικές τους υποχρεώσεις, χρειάστηκε να εξαχθούν - και μάλιστα εν μέρει σε ασυνήθιστα χαμηλές τιμές - τέτοια προϊόντα, κύρια καταναλωτικά αγαθά, που θα μπορούσαν να πουληθούν στις καπιταλιστικές αγορές. Αυτά τα αγαθά πάλι έλειψαν από την εσωτερική αγορά και επέφεραν την παραπέρα όξυνση του χάσματος ανάμεσα στην αγοραστική δύναμη και προσφερόμενη ποσότητα αγαθών.

Οχι ασήμαντο ρόλο στο μεγάλωμα του χάσματος ανάμεσα στην αγοραστική δύναμη και στην προσφορά αγαθών έπαιξε και η καθυστερημένη δομή της γεωργίας στην Πολωνία. Σε αντίθεση με τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες καλλιεργείται το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους (περίπου 70%) από μικροαγροτικά ατομικά νοικοκυριά με μέση έκταση τέσσερα μέχρι πέντε εκτάρια γης. Εδώ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σύγχρονα τεχνικά μέσα. Η σοδειά είναι εδώ γενικά σημαντικά μικρότερη απ' τη σοδειά των συνεταιριστικών και κρατικών αγροκτημάτων. Κι εδώ επιβεβαιώνεται ο μαρξισμός, από τις βασικές αρχές του οποίου είναι ότι ο σοσιαλισμός πρέπει να θεμελιώνεται στην κοινωνική ιδιοκτησία όλων των σημαντικών μέσων παραγωγής.

Η αντεπανάσταση διευκολύνθηκε στην εκμετάλλευση αυτού του προβλήματος από τις σοβαρές ελλείψεις στη δουλιά των πολωνικών συνδικάτων και του Πολωνικού Ενοποιημένου Εργατικού Κόμματος (ΠΕΕΚ). Αυτές οι ελλείψεις αφορούν την περιφρόνηση των λενινιστικών κανόνων για τα καθήκοντα των συνδικάτων στο σοσιαλισμό, την ανεπαρκή ανάπτυξη της εσωκομματικής δημοκρατίας και το κόψιμο των δεσμών του κόμματος και των συνδικάτων με τις εργατικές μάζες.

Η ανεπαρκής σύνδεση με τις εργατικές μάζες - που το ΠΕΕΚ επισημαίνει σαν μια αιτία της κοινωνικής κρίσης στην Πολωνία - δεν είναι σίγουρα άσχετη με ελλείψεις στην ιδεολογική δουλιά συνολικά. Στην Εισήγηση της 7ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΠΕΕΚ, ο γενικός γραμματέας του ΠΕΕΚ σ. Κανιά λέει σχετικά: «Προϋπόθεση για την άσκηση του ηγετικού ρόλου του κόμματος είναι η ιδεολογική σαφήνεια που στηρίζεται στις βασικές αρχές του μαρξισμού - λενινισμού. Γι' αυτό κι εμείς θα αντιταχθούμε αποφασιστικά σε φαινόμενα ιδεολογικής συνθηκολόγησης, παραβίασης της ιδεολογικής ενότητας και ικανότητας δράσης του κόμματος».

Αν μια ιδεολογική δουλιά σε βάθος είναι απαραίτητη για κάθε κομμουνιστικό κόμμα, υπάρχουν κόμματα για τα όποια αυτό ισχύει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό σαν αποτέλεσμα ιδιαίτερων εθνικών συνθηκών. Σ' αυτά τα κόμματα ανήκει το ΓΚΚ, αλλά σίγουρα και το ΠΕΕΚ. Ανάμεσα στις απόψεις που δίνουν πρόσθετη σημασία στην ιδεολογική δουλιά του αδελφού πολωνικού κόμματος, τέσσερις παράγοντες φαίνονται να έχουν ιδιαίτερη σημασία:

1. Ο βαθιά ριζωμένος στις μάζες των Πολωνών καθολικισμός, που εξηγείται από την πολύπαθη ιστορία της διχοτόμησης της Πολωνίας και το ρόλο της εκκλησίας ως συνδετικού κρίκου του διχοτομημένου έθνους.

2. Πρέπει να παρθεί υπόψη ότι ακριβώς από αυτή την ιστορία πηγάζει όχι μόνο ένα ιδιαίτερο βαθύ εθνικό αίσθημα του πολωνικού λαού, που έπαιξε και παίζει και σήμερα ένα μεγάλο θετικό ρόλο, αλλά ότι ακόμα παράλληλα υπάρχουν τάσεις ενός πολωνικού εθνικισμού. Στις αρνητικές πλευρές του ανήκει κι ένα αντιρωσικό πνεύμα που έχει σχέση με τον καταπιεστικό ρόλο της τσαρικής Ρωσίας απέναντι στην Πολωνία, που μπορεί να δώσει στον εχθρό του σοσιαλισμού αντισοβιετική κατεύθυνση, αν το κόμμα παραμελήσει την ιδεολογική δουλιά του.

3. Η ιδεολογική δουλιά του ΠΕΕΚ απαιτεί ακόμα ιδιαίτερο βάρος από το γεγονός ότι περίπου 20 εκατομμύρια άνθρωποι πολωνικής καταγωγής ζουν σε καπιταλιστικές χώρες, κύρια στις ΗΠΑ και επηρεάζουν με πολύπλευρες συνδέσεις τον τρόπο σκέψης των πολιτών της Πολωνίας.

4. Τέλος πρέπει να παρθεί υπόψη ότι η πλειοψηφία της πολωνικής εργατικής τάξης είναι εργάτες της πρώτης γενιάς, που κατά ένα σημαντικό μέρος τους δεν έχουν ακόμα κόψει τους δεσμούς, όχι μόνο ιδεολογικούς, αλλά ακόμα και υλικούς, με την αγροτική και μάλιστα στην Πολωνία ιδιωτική αγροτική καταγωγή τους. Κι αυτό κάνει πιο επιτακτική την ιδεολογική δουλιά στις μάζες, αλλά ακόμα και στο ίδιο το κόμμα, γιατί τελικά ένα κομμουνιστικό κόμμα είναι σάρκα από τη σάρκα της εργατικής τάξης της χώρας του, από την οποία συγκροτείται και στην οποία ανήκει.

 

“Ριζοσπάστης”