Μπόλικος κουρνιαχτός ξεσηκώνεται το τελευταίο διάστημα γύρω από το μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής. Στόχος η διέξοδος από την καπιταλιστική κρίση σε όφελος του κεφαλαίου με το λαό στη γωνία και τσακισμένο από τα αλλεπάλληλα μέτρα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Στο ίδιο γήπεδο και για την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου διαγκωνίζονται μνημονιακές όσο και λεγόμενες αντιμνημονιακές δυνάμεις, οι οποίες επίσης αφήνουν στο απυρόβλητο την εξουσία των μονοπωλίων. Το ζήτημα αξιοποιείται από διάφορες πλευρές, εγκλωβίζοντας σε ψευδή διλήμματα τις λαϊκές συνειδήσεις, αφοπλίζοντας το λαϊκό παράγοντα. Η συγκυβέρνηση, από την πλευρά της, εστιάζει την πολιτική και την προπαγάνδα της στην ύπαρξη «πρωτογενών πλεονασμάτων» στον κρατικό προϋπολογισμό. Σμπαραλιάζει μισθούς και συντάξεις, κονδύλια που αφορούν στις λαϊκές ανάγκες (Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία κ.ά.), επιβάλλει αλλεπάλληλα χαράτσια και φόρους στα λαϊκά στρώματα. Δεν «είναι η κατάλληλη ώρα» για τη μείωση των φόρων, διατείνεται ο υπουργός Οικονομικών. Από την πλευρά του, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί τη συγκυβέρνηση για ανικανότητα ότι δεν μπορεί να «διαπραγματευθεί» με την τρόικα, «ούτε καν για το πετρέλαιο θέρμανσης» παρά μόνο στο βαθμό που καταφέρουν να εμφανίσουν πρωτογενές πλεόνασμα, προβάλλοντας ως λύση το «κούρεμα» του χρέους.
Στάχτη στα μάτια του λαού είναι αυτή η αντιπαράθεση εγκλωβίζοντάς τον να διαλέξει ανάμεσα σε «καλή» και «κακή» διαχείριση, όταν και οι δύο πασχίζουν για την ανάπτυξη των μεγαλοεπιχειρηματιών. Οι διαχειριστικές λογικές, οι δρόμοι για την καπιταλιστική ανάκαμψη, τέμνονται στη διαμόρφωση φτηνότερης, περισσότερο ευέλικτης εργατικής δύναμης, προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Και αυτό γιατί, ανεξάρτητα από τον πολιτικό μανδύα, η πολιτική όλων των κομμάτων που δεν αμφισβητούν τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, είναι χτισμένη στο έδαφος της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Το ίδιο πλαίσιο προσδιορίζει τη συζήτηση για τα «πλεονάσματα» που προβάλλει η κυβέρνηση και το «κούρεμα» που προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ. Και οι δύο κρύβουν ότι το πρόβλημα είναι η διαχείριση της οικονομικής κρίσης και η ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας. Και ότι η στρατηγική τους πασχίζει για την ενίσχυση των μεγαλοεπιχειρηματιών. Το «πλεόνασμα» χρειάζεται για να δίνονται λεφτά για τα δάνεια και για επενδύσεις στους επιχειρηματικούς ομίλους. Το «κούρεμα» σημαίνει λιγότερο χρέος, άρα περίσσευμα κρατικού χρήματος για αποπληρωμή των δανείων και για καπιταλιστικές επενδύσεις. Αλλά οι καπιταλιστές επενδύουν για το κέρδος και όχι για τις λαϊκές ανάγκες. Γι' αυτό θέλουν μειωμένους μισθούς, μειωμένες συντάξεις, καθόλου εργοδοτικές εισφορές, φοροαπαλλαγές, ενώ δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα της ανεργίας. Αρα η «καλή» διαχείριση του ΣΥΡΙΖΑ με δεδομένα τα παραπάνω είναι αντεργατική.
Σκόπιμα, λοιπόν, χαυνώνουν λαϊκές συνειδήσεις και αποπροσανατολίζουν, αποκρύβουν ότι η πολιτική είτε με το ένα είτε με το άλλο μείγμα διαχείρισης ενισχύει την τάξη που έχει την εξουσία και την οικονομία στα χέρια της. Για το λαό υπάρχει ο άλλος δρόμος ανάπτυξης. Μοναδική διέξοδος και λύση για τα λαϊκά συμφέροντα είναι η πάλη ενάντια και στην «καλή» και στην «κακή» διαχείριση, γιατί και οι δύο είναι αντιλαϊκές, σε ρότα συνολικής ρήξης με τα μονοπώλια και την πολιτική τους, είναι η μονομερής διαγραφή του χρέους, η έξοδος από τη λυκοσυμμαχία της ΕΕ, η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, με εργατική - λαϊκή εξουσία, με κεντρικό σχεδιασμό, για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας και το λαό αποκλειστικό ιδιοκτήτη του πλούτου που παράγει.
Ανδρέας ΣΑΚΑΡΕΛΟΣ