Σε συνθήκες προσωρινής «εξομάλυνσης» φαίνεται να μπαίνουν οι ρωσο-ευρωπαϊκές ενεργειακές σχέσεις, καθώς και οι δύο πλευρές δείχνουν να χρειάζονται η μία την άλλη, αφού για τη Ρωσία η Ευρώπη αποτελεί βασικό «πελάτη» των ενεργειακών της προϊόντων και ταυτόχρονα η ευρωπαϊκή αγορά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ρωσικές προμήθειες, τουλάχιστον προς το παρόν. Η πρόσφατη συνάντηση του Μόνιμου Συμβουλίου Εταιρικής Σχέσης ΕΕ - Ρωσίας, που διοργανώθηκε στη Μόσχα, χαρακτηρίστηκε και από τα δύο μέρη «πολύ δημιουργική», παρά το γεγονός ότι ακόμη παραμένουν πολλά ζητήματα προς επίλυση. Ενα από αυτά είναι οι τιμές πώλησης φυσικού αερίου από το ρωσικό μονοπώλιο της «Gazprom» προς τις ευρωπαϊκές αγορές, αλλά και η «δεσπόζουσα θέση» που επιχειρεί να καταλάβει στην κοινοτική αγορά η εταιρεία, γεγονός για το οποίο υπάρχει έρευνα σε εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Την ίδια στιγμή, και η ΕΕ προσπαθεί με παράλληλες ενέργειες να απεξαρτηθεί σταδιακά από τις εισαγωγές Ενέργειας από τη Ρωσία, ενώ και οι Ρώσοι αναζητούν νέες αγορές για να διοχετεύουν την τεράστια παραγωγή τους.
Σε αυτό το πλέγμα «συγκλίσεων - αποκλίσεων», «ανταγωνισμών - συμβιβασμών», η «Gazprom» ετοιμάζεται να μειώσει τις τιμές πώλησης φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσαν την περασμένη βδομάδα διοικητικά στελέχη της, με σκοπό, όπως είπαν, να αντιμετωπιστούν «οι πιέσεις του διεθνούς ανταγωνισμού». Η μείωση υπολογίζεται να φτάσει τα 15 δολάρια ανά 1.000 κ.μ. κατά μέσο όρο, ενώ τα στελέχη της εταιρείας προσδοκούν ότι με την κίνηση αυτή, θα αυξηθεί η ποσότητα φυσικού αερίου που θα εξάγει η «Gazprom» στην Ευρώπη. Για φέτος αναμένουν μικρή αύξηση, της τάξης του 3%, σε σχέση με το 2013, αντισταθμίζοντας έτσι τις απώλειες που θα δεχτούν τα έσοδά της από τη μείωση της τιμής πώλησης, ενώ πιο αισιόδοξα σενάρια αναμένουν αύξηση των πωλήσεων προς την Ευρώπη κατά 10% - 15%. Παράλληλα, η «Gazprom», σε μία προσπάθεια «διαφοροποίησης» των εξαγωγών της, βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για να προμηθεύει μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου την Κίνα, οι οποίες θα ξεκινήσουν από τα 38 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως, με δυνατότητα αύξησης των συνολικών όγκων στα 60 δισ. κυβικά μέτρα, ξεκινώντας από το 2018.
Εξαγορές και σχιστολιθικό πετρέλαιο
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Ενέργειας της Ρωσίας, η φετινή παραγωγή υδρογονανθράκων στη χώρα θα κινηθεί στα ίδια επίπεδα με το 2013, με την παραγωγή πετρελαίου να υπολογίζεται στα 523,275 εκατομμύρια τόνους και του φυσικού αερίου στα 668 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Παράλληλα, την περασμένη βδομάδα ανακοινώθηκε ότι η αρμένικη εταιρεία φυσικού αερίου «ArmRosgasprom» πέρασε υπό τον πλήρη έλεγχο της «Gazprom» καθώς η κυβέρνηση της Αρμενίας πούλησε το τελευταίο 20% του ποσοστού που κατείχε στην εταιρεία, έναντι 156 εκατ. δολαρίων. Οπως ανακοινώθηκε, το μεγαλύτερο μέρος του ποσού θα καλύψει μέρος του χρέους της Αρμενίας προς την «Gazprom», το οποίο ανέρχεται σε 300 εκατ. δολάρια περίπου.
Την περασμένη βδομάδα δημοσιοποιήθηκε μελέτη της βρετανικής πετρελαϊκής εταιρείας «BP», σύμφωνα με την οποία η Ρωσία πέραν των συμβατικών αποθεμάτων «μαύρου χρυσού» που διαθέτει είναι δυνατόν μέχρι το 2035 να παράγει περίπου 800.000 βαρέλια σχιστολιθικού πετρελαίου ημερησίως. Η πρόβλεψη αυτή διαφέρει από εκείνη που είχε δημοσιεύσει τον περασμένο Νοέμβρη ο Παγκόσμιος Οργανισμός Ενέργειας, όπου προέβλεπε πως η παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου θα έχει περιορισμένο ρόλο στην αγορά και θα αρχίσει σταδιακά να φθίνει. Στην εξόρυξη πετρελαίου από εναλλακτικά κοιτάσματα πρωτοπορούν μέχρι σήμερα οι ΗΠΑ, ωστόσο πρόσφατα η αμερικανική υπηρεσία για τα ενεργειακά αποθέματα δήλωσε ότι η Ρωσία διαθέτει περισσότερα εναλλακτικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων ακόμα και από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη Ρωσία και πιο συγκεκριμένα στη λεκάνη της Δυτικής Σιβηρίας, φέρεται να έχει βρεθεί ίσως το μεγαλύτερο σχιστολιθικό στρώμα του κόσμου, όπου ήδη γίνονται έρευνες για την ανεύρεση πετρελαίου.